<<

Η NEW STAR ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ ΤΟΥ ΣΕ ΣΕΝΑΡΙΟ ΤΟΥ ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» HANGMΕN ALSO DIE! Η.Π.Α.- 1943 - 134'

Μια από τις καλύτερες Αμερικάνικες ταινίες ενάντια στο φασισμό.

27/05/1942 : μία από τις συγκλονιστικότερες ενέργειες του αντιφασιστικού αγώνα στην Πράγα.

Ο πυροβολισμός που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο.

«Ο Λανγκ αποκαλύπτεται για άλλη μία φορά ως ο ειδικός στο σασπένς…» New York Times

ΑΠΟ ΤΗ NEW STAR «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» HANGMΕN ALSO DIE! Η.Π.Α.- 1943 - 134'

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Fritz Lang Σενάριο: Bertolt Brecht Πρωταγωνιστούν: Brian Donlevy, Walter Brennan, Hans Heinrich von Twardowski, Anna Lee, Nana Bryant, Gene Lockhart, Margaret Wycherly Μουσική: Hanns Eisler Φωτογραφία: James Wong Howe Μοντάζ: Gene Fowler Jr. Είδος Ταινίας: Πολεμική, Θρίλερ Γλώσσα: Αγγλικά, Γερμανικά Εικόνα: Ασπρόμαυρη

Περίληψη

Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Τσεχοσλοβακίας ο χειρουργός Δρ. Franticek Svoboda (Brian Donlevy), ένας Τσέχος πατριώτης, δολοφονεί τον άγριο “Δήμιο της Ευρώπης” Reichsprotektor Reinhard Heydrich (Hans Heinrich von Twardowski) και τραυματίζεται κατά τη διάρκεια. Στην προσπάθειά του να διαφύγει λαμβάνει βοήθεια από έναν Καθηγητή Ιστορίας τον Stephen Novotny (Walter Brennan), ο οποίος παρακολουθείται από τους Ναζί και την κόρη του Mascha (Anna Lee). Ως αντίποινα για τη δολοφονία ο αρθρογράφος Emil Czaka (Gene Lockhart), και ένας ζυθοποιός, βοηθούν τις διαδικασίες για την εκτέλεση 400 πολιτών της Πράγας, συμπεριλαμβανομένου του Καθηγητή Novotny, αν δεν αποκαλυφθεί ο δολοφόνος. Μέσα από μία σύνθετη αλληλουχία γεγονότων, η Αντίσταση καταφέρνει να παγιδέψει και να υποδείξει τον Czaka ως τον δολοφόνο, αλλά όχι πριν οι Ναζί εκτελέσουν πολλούς ομήρους.

Πρόσθετες Πληροφορίες

Η μπρεχτική λογική του Εσύ κι Εγώ προϊδεάζει για το «Και οι Δήμιοι Πεθαίνουν!». Η ιστορία βασίζεται στην πραγματική δολοφονία του Ναζί Ράινχαρντ Χάιντριχ, σύμβολο της αγριότητας του Γ' Ράιχ, από Τσέχους αντάρτες και εξιστορεί τις έρευνες για την ανεύρεση του δολοφόνου. Το πιο πολιτικό έργο της φιλμογραφίας του Λανγκ μαρτυρεί τις αριστερές του θέσεις και αποτελεί για τον ίδιο το δημιουργό την πιο ικανοποιητική του εργασία στο Χόλιγουντ, μαζί με τη μεταγενέστερη «Μεγάλη Κάψα».

Η ταινία το 1944 προτάθηκε για το Όσκαρ Καλύτερου Ήχου και Καλύτερης Μουσικής «Ο ΜΠΡΕΧΤ ΚΑΙ Η ΤΑΙΝΙΑ “ ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» Άρθρο του Βόλφγκανγκ Γκερς (Μτφρ. Μαρία Χατζηγιάννη) στο “Exil in den UPA”

«Εκείνο που θέλουν οι παραγωγοί είναι ένα αριστούργημα πρωτότυπο, όμως να μην ξαφνιάζει, ασυνήθιστο όμως ευκολονόητο, ηθικό και όμως άσεμνο, αληθινό, όμως απίθανο, αισθηματικό, όμως βάναυσο, πολύ καλογραμμένο κι όμως όχι πνευματώδες». Μ’ αυτά τα λόγια προσπάθησε ο Σάγκα Φίρτελ να εξηγήσει στον ποιητή και μαρξιστή Μπρεχτ τις προσδοκίες του Χόλιγουντ. Δεν ήταν σ’ αυτή την προσπάθειά του πειστικός. Από όλους τους συγγραφείς που βρίσκονταν στην εξορία, ο Μπρεχτ ήταν εκείνος που πιο έντονα στράφηκε προς το Χόλιγουντ. Αυτό το δικαιολογούσε αφενός το βαθύ ενδιαφέρον του για την τεχνολογία στις τέχνες και αφετέρου το να χρησιμοποιήσει τη μαζική τέχνη που λέγεται κινηματογράφος για τον αγώνα ενάντια στο φασισμό. Κι επιπλέον ο Μπρεχτ ήθελε να εξασφαλίσει με τη δουλειά στον κινηματογράφο τα μέσα επιβίωσης για τον εαυτό του, για την οικογένειά του και για την «παραγωγή συρταριού» του. Περισσότερο από σαράντα σχέδια συνέλαβε ο Μπρεχτ για το Χόλιγουντ, ανάμεσά τους και κάμποσα σενάρια. Ο Μπρεχτ έγραψε συναρπαστικούς και πλούσιους σε δράση μύθους, που μαρτυρούν μια καταπληκτική θεματική πολυμέρεια: Ιστορίες για διάσημους ερευνητές και δικτάτορες, για κλόουν και εγκληματίες, γι’ αντιστασιακούς αγωνιστές και συνεργάτες του εχθρού, για μάνατζερ και ηθοποιούς, για ιστορικές προσωπικότητες και ανθρώπους της καθημερινής ζωής. Μύθους εμπνευσμένους από περίφημες ιστορίες, από μια όπερα, δραματικές ιστορικές ταινίες, κωμωδίες, ειρωνικές και γκροτέσκ αισθηματικές ταινίες, αστυνομικές ταινίες με διαφορετικές παραλλαγές… Όμως σε όλα αυτά ο Μπρεχτ δεν έδινε κλισέ, αλλά ρεαλισμό. Η από τη μεριά του Χόλιγουντ έλλειψη ενδιαφέροντος για τα σενάρια του Μπρεχτ δεν οφειλόταν τόσο στα προτεινόμενα θέματα, γιατί ο Μπρεχτ είχε ένα αναπτυγμένο αισθητήριο για κινηματογραφικά θέματα και μερικά απ’ όσα πρότεινε στο Χόλιγουντ – αλλά και προηγούμενα ή επόμενα από την περίοδο του Χόλιγουντ θέματά του – έγιναν κάποτε κινηματογραφικές ταινίες, ανεξάρτητα από τον ίδιο. Το ότι δεν είχε επιτυχία, στο Χόλιγουντ, οφειλόταν στη ρεαλιστική αφηγηματική στάση του, στον για το Χόλιγουντ απαράδεκτο τρόπο της διαμόρφωσης του υλικού, τρόπο που εκείνος ούτε μπορούσε ούτε ήθελε να εγκαταλείψει. Και οι παραγωγοί μάλλον διαισθάνθηκαν ότι τα σχέδια σεναρίων που τους παρουσίασε ο Μπρεχτ δεν ήταν η τελευταία λέξη για ότι ακόμα θα τους παρουσίαζε. Αυτό ακριβώς διαπιστώθηκε ήδη το 1942 κατά το γράψιμο του σεναρίου του «Και οι δήμιοι πεθαίνουν». Μετά από αυτό καμιά δυνατότητα δεν του δόθηκε πια. Ακόμα κι όταν την άνοιξη του 1945 προετοίμασε μαζί με τον Ουίλλιαμ Ντίτερλε εκτός Χόλιγουντ ταινίες για Γερμανούς αιχμαλώτους πολέμου στις ΗΠΑ, καμιά δυνατότητα δεν του δόθηκε. Μ’ αυτά τα σχέδια ταινιών ήθελε να επέμβει με το δικό του άμεσο τρόπο στο κοινωνικό προτσές της εποχής. Όπως φαίνεται, επρόκειτο για μια σειρά από μικρού μήκους ταινίες αγκιτάτσιας. Αρχικά ο Μπρεχτ και ο Ντίτερλε δούλεψαν για μια κινηματογραφική βερσιόν του «Το τραγούδι της γυναίκας του ναζί στρατιώτη» από το έργο «Ο Σβέικ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Όμως αυτό το σχέδιο, που πρέπει να ιδωθεί σε συνάρτηση με τη δραστηριότητα του Μπρεχτ στο Coucil fur a Democratic Germany”, δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί. Η ανάνηψη του Γερμανού στρατιώτη, η δημοκρατική αναμόρφωσή του, δεν ανταποκρινόταν πια στο κλίμα που προανήγγελλε τον ερχομό του ψυχρού πολέμου.

Η επαφή του Μπρεχτ με τον Φριτς Λανγκ την πρώτη χρονιά του στο Χόλιγουντ οδήγησε στο μοναδικό πρακτικό αποτέλεσμα των προσπαθειών του για το φιλμ. Σ’ αυτή την εποχή ανήκουν τα κείμενά του, που δεν γυρίστηκαν σε ταινίες, σαν εξηγήσεις των σκοπών του και σαν διατυπωμένες προτάσεις για την τέχνη της αντιφασιστικής εξορίας. Και έστω και αν ο Μπρεχτ δεν επιδοκίμασε την ταινία «Και οι δήμιοι πεθαίνουν», είναι ωστόσο μια από τις καλύτερες αμερικανικές ταινίες ενάντια στο φασισμό, ταινία που ζήτημα είναι αν θα γινόταν έτσι χωρίς τη σύμπραξη του Μπρεχτ. Στις 27 Μαΐου 1942 έγινε μια από τις πιο συγκλονιστικές και ταυτόχρονα με τα πιο αντιφατικά αποτελέσματα ενέργεια του αντιφασιστικού αντιστασιακού αγώνα: Σκοτώθηκε στην Πράγα, σε μια απόπειρα εναντίον του, ο εκπρόσωπος του Ράιχ Χάιντριχτ. Μ’ αυτή την εκτέλεση, που έγινε μ’ εντολή της αστικής εξόριστης κυβέρνησης, βγήκε από τη μέση ένας μισητός ναζί ηγέτης, όμως εξαπολύθηκε ένα κύμα φασιστικής τρομοκρατίας που δημιούργησε κινδύνους για τη μονιμότητα της Αντίστασης. Το Χόλιγουντ είδε με ενδιαφέρον αυτή την απόπειρα στην Πράγα και ο Μπρεχτ είδε σ’ αυτό μια ευκαιρία για μια ταινία, που μαζί με την – για το Χόλιγουντ ενδιαφέρουσα – απεικόνιση των γεγονότων θα έδινε μηνύματα για την ουσιαστική σημασία τους που για τον Μπρεχτ ήταν ο αντιστασιακός αγώνας του λαού. Ήδη μια μέρα μετά το γεγονός της Πράγας, στις 28 Μαΐου ο Μπρεχτ έγραφε στις σημειώσεις του ότι σκέφτηκαν εκείνος και ο Λανγκ μια «ταινία με ομήρους» που ν’ αναφέρεται στην επίθεση της Πράγας. Ο Μπρεχτ και ο Λανγκ δούλεψαν εντατικά τον Ιούνη και Ιούλη για το στόρι της ταινίας. Εξαιτίας της έλλειψης επαρκών πληροφοριών και της ύπαρξης των πιο διαφορετικών αφηγήσεων, αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε δικές τους εμπνεύσεις. Για εκτελεστή του Χάιντριχτ επινόησαν ένα γιατρό της Πράγας. Όλες οι εκμυστηρεύσεις του Μπρεχτ και οι πρώτοι τίτλοι που προτάθηκαν για την ταινία – «Οι όμηροι της Πράγας» και «Η σιωπηλή πόλη» - δείχνουν ότι επρόκειτο για μια ταινία συλλογικής δουλειάς που θ’ απεικόνιζε την Αντίσταση και τα δεινά του τσέχικου λαού. Τον Μπρεχτ τον ενδιέφεραν συγκεκριμένα συμβάντα, τυπικά γεγονότα του αντιφασιστικού αγώνα, που μπόρεσε να τα δώσει στο φιλμ, σύμφωνα με αυθεντικές εξιστορήσεις. Η έτοιμη ταινία δείχνει ακόμα ότι η απόπειρα ενάντια στο Χάιντριχτ είναι μόνο η αφορμή για το στόρι του έργου. Σ’ αυτό το ζήτημα θα πρέπει να υπήρξαν σύμφωνοι ο Λανγκ και ο Μπρεχτ. Όμως στην ανάπτυξη του στόρι αναφύηκαν διαφορές σε ζητήματα αρχών, οι οποίες όξυναν την αντίθεση ανάμεσα στον Μπρεχτ και στο Χόλιγουντ. Ήδη σ’ αυτή την πρώτη φάση ο Λανγκ δεν αποδέχθηκε τις δραματουργικές αντιλήψεις του Μπρεχτ. «Άξιος προσοχής ένας όρος που παρουσιάζεται κάθε λίγο και λιγάκι, αν ήταν να μπει σε συζήτηση η λογική ενός περιστατικού ή συμβάντος: Το σλόγκαν: “αυτό δέχεται το κοινό”. Ο Λανγκ είχε στο νου του τις χολιγουντιανές δομές, των οποίων τα καθιερωμένα πρότυπα δεν είχαν ανάγκη από τον μόχθο του Μπρεχτ. «Πηδάνε από κατάσταση σε κατάσταση και βάζουνε ότι φιγούρες τους κάνει κέφι», σχολίασε ο Μπρεχτ, ο οποίος ενδιαφερόταν για τη ρεαλιστική ανάπτυξη της ιστορίας, ανάπτυξη δηλαδή που αντέχει σε έλεγχο και που απεικονίζει την πραγματικότητα, όπως τον ένοιαζε και για το κοινωνικό προφίλ των ηρώων που δρούσαν μέσα στην όλη ιστορία. Ο Λανγκ έψαχνε για έκτακτες, ασυνήθιστες οπτικές εικόνες που ο συνδυασμός τους δημιουργεί εφέ. Έτσι π.χ. ο αρχηγός της αντιστασιακής ομάδας βαριά τραυματισμένος κρύβεται πίσω από την κουρτίνα ενός παραθύρου, όταν η Γκεστάπο κάνει έρευνα στο σπίτι και ο δράστης της δολοφονικής απόπειρας παίζει στην Γκεστάπο μια ψεύτικη ερωτική σκηνή με μια κοπέλα, της οποίας τον αρραβωνιαστικό έχουν φέρει εκεί.

Αυτή η σκηνή που είχε βασιστεί στο εφέ της έκπληξης, του αιφνιδιασμού του θεατή, έγινε για τον Μπρεχτ εύγλωττο παράδειγμα παράλογης παρουσίασης. Και αμύνθηκε, όπως «το πέσιμο από ντουλάπες με ρούχα πτωμάτων κομισάριων» ή «κρυφών λαϊκών συνελεύσεων την εποχή της ναζιστικής τρομοκρατίας. Ο Ντερλάι “αγοράζει” τον Λανγκ. Ενδιαφέρον το ότι νοιάζεται πολύ περισσότερο για εκπλήξεις παρά για εσωτερική ένταση». Όπως φανερώνεται από την ταινία του Λανγκ, ο Μπρεχτ δεν μπόρεσε να επιβάλει τις απόψεις του. Ωστόσο, η σκηνή της έρευνας του σπιτιού που με τον τρόπο της παρουσίασής της είχε διαφωνήσει ο Μπρεχτ, αποδείχτηκε κινηματογραφικά αποδοτική. Μένει στη μνήμη. Από άποψη μεθόδων μοιάζει με την – κατά πολύ σημαντικότερη – σκηνή της Μασσαλιώτιδας στην ταινία «Καζαμπλάνκα»: Μια δραματική κατάσταση εικόνων επηρεάζει και αυτή η επίδραση μεταφέρει – κάτω από την κυριαρχία του εντυπωσιακού – και πολιτικά μηνύματα (τη σθεναρή θέληση της αντίστασης, την κτηνωδία και πανουργία των φασιστών). Από τον Αύγουστο ο Μπρεχτ συνεργάστηκε με τον Αμερικανό σεναριογράφο Τζον Ουέξλεϊ, ο οποίος συγκαταλεγόταν στους αριστερούς του Χόλιγουντ: «Ο Μπρεχτ νοιαζόταν για τον τσέχικο λαό και το αντιστασιακό του κίνημα… μου φάνηκε πολύ εύκολο να ενταχθώ κι εγώ σ’ αυτή την προσπάθεια». Διαφορές γνωμών που αφορούσαν την όλη δομή της ταινίας παρουσιάστηκαν. Ο Ουέξλεϊ αναφέρει: «Ο Μπρεχτ δεν μπορούσε να συνηθίσει εντελώς ούτε τις αμερικάνικες μεθόδους και απόψεις ούτε την ιδεολογική μέθοδο του χειρισμού πραγμάτων που έπρεπε ν’ ακολουθηθεί στην ιστορία εκείνη την εποχή… Πολλές επιθυμίες του δεν μπορούσαν να πραγματοποιηθούν: είτε εκ των πραγμάτων δεν ήταν πραγματοποιήσιμες είτε θ’ αντιμετωπίζονταν με μεγάλη εχθρότητα». Αυτό αφορούσε προπαντός τις, για τον Μπρεχτ, σημαντικές λαϊκές σκηνές, την απεικόνιση της συλλογικής «καθημερινής» αντίστασης. Οι δυο συγγραφείς είχαν μαζέψει πληροφορίες από πολιτικούς πρόσφυγες ή εφημερίδες και είχαν λάβει υλικό ντοκουμέντων, όπως π.χ., προκηρύξεις με τυπωμένη πάνω τους τη χελώνα, το σήμα της Αντίστασης. Όλα αυτά έπρεπε να αξιοποιηθούν στο φιλμ. «Αλλά, εξαιτίας της αντικομμουνιστικής στάσης μέχρι το τέλος του πολέμου, υπήρχε γενικά μια αντίσταση ενάντια σε καθετί που είχε να κάνει με το λαό». Ο τρόπος αφήγησης στην ταινία, που δεν μπορούσε να διαχωριστεί από την πολιτική της κατεύθυνση, οδήγησε σε παραπέρα διενέξεις με τον Ουέξλεϊ, ο οποίος ορίστηκε για τη δουλειά σαν ο μοναδικός σεναριογράφος, πράγμα που παρατήρησε ο Μπρεχτ με κάποια έκπληξη. Αλλά εξακολούθησε να εργάζεται εντατικά μαζί του. Και το Σεπτέμβρη έκανε μια αποφασιστική προσπάθεια να επηρεάσει την ταινία σύμφωνα με το πνεύμα του: «Προπαντός όμως κέρδισα με το μέρος μου τον Ουέξλεϊ στο να γράψει στο σπίτι μου που θα υποβαλλόταν ύστερα στον Λανγκ. Φυσικά, σ’ αυτό το σενάριο ρίχνω το κύριο βάρος στις λαϊκές σκηνές». Αφού γράφτηκαν εβδομήντα σελίδες, η δουλειά διακόπηκε. Ο παραγωγός Αρνολντ Πρέσμπουργκερ, που έκανε την παραγωγή της ταινίας για τους Ενωμένους Καλλιτέχνες και που πίεζε για το τελείωμά της πλήρωνε τώρα υπερωρίες για δουλειά τα βράδια και τις Κυριακές και ο Λανγκ απαίτησε από τον Ουέξλεϊ να δουλέψει αυτές τις ώρες για το επίσημο σενάριο. Ο Ουέξλεϊ αιτιολόγησε τη διακοπή της δουλειάς για το νέο σενάριο προβάλλοντας την απορριπτική στάση του Λανγκ ο οποίος – είπε ο Ουέξλεϊ – παρατήρησε με δυσαρέσκεια ότι η ιστορία τραβούσε προς μια νέα κατεύθυνση. «Ότι προτείναμε εμείς ήταν επαναστατικό γι’ αυτόν». Γι’ αυτό το νέο σκριπτ, του οποίου η απώλεια πρέπει να θεωρηθεί πολύ λυπηρό πράγμα για τον τομέα της κινηματογραφικής δουλειάς του Μπρεχτ, δεν υπάρχουν λεπτομερειακά γραπτά.

Ο Ουέξλεϊ χρησιμοποίησε στο σενάριό του μέρη από το νέο σκριπτ που πρότεινε ο Μπρεχτ. Στη χρησιμοποίησή τους αναφερόταν ο Μπρεχτ, όταν παρατήρησε ότι αν μπορούσε να συνεχίσει τις «προσπάθειες» θ’ ανασκεύαζε μερικές σκηνές από το σενάριο. Σαν πρώτη ανάφερε τη σκηνή «όπου ο Χάιντριχ πριν από την εναντίον του απόπειρα δείχνει σε σλοου- ντάουν στους Τσέχους βιομήχανους, τα αντιστασιακά φέιγ βολάν με το έμβλημα της χελώνας, που βρέθηκαν στα εργοστάσια πολεμοφοδίων. Εκεί περιγράφεται έξυπνα ένας σύγχρονος τύραννος: η τρομοκρατία εξαπολύεται, επειδή οι Τσέχοι εργάτες σαμποτάρουν την πολεμική παραγωγή για τον πόλεμο του Χίτλερ στο Ανατολικό Μέτωπο. Έτσι η γερμανική τρομοκρατία παρουσιάζεται το ίδιο απρόσωπα όπως η τσεχική δολοφονική επίθεση ενάντια στον Χάιντριχ, υπάρχουν επίσης μερικές σκηνές με ομήρους, όπου δείχνονται οι ταξικές ή φυλετικές διαφορές μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης: Μόλις πέντε λεπτά πριν οι ναζί τους οδηγήσουν στον τόπο της εκτέλεσης, βλέπουμε αντισημιτικές εκδηλώσεις μεταξύ των ομήρων κλπ. Η ταινία έχει επική δομή και αποτελείται από τρείς ξεχωριστές ιστορίες: Η μια είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που κάνει απόπειρα, η δεύτερη είναι η ιστορία μιας κοπέλας που έχουν πιάσει όμηρο τον πατέρα της και η Τρίτη κάπως άτονη ιστορία ενός κουίσλινγκ που τον φυγαδεύει μια ολόκληρη πόλη. Αυτό δεν είναι κακό, το ότι ο λαός διορθώνει τα λάθη που κάνει το κρυφό αντιστασιακό κίνημα». Πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Μπρεχτ μπόρεσε να βάλει στο σενάριο μερικές δικές του συλλήψεις, ότι ο Ουέξλεϊ – που απέρριπτε την επική μέθοδο του Μπρεχτ – τελικά μάλλον τον πλησίασε. Αλλά με το ρεαλιστικό δόσιμο των τύπων, με την αναφορά στο οικονομικό παρασκήνιο και στις ταξικές αντιθέσεις, με τη σφραγίδα του επικού στον τρόπο αφήγησης ξεπεράστηκαν τα όρια που είχε χαράξει το Χόλιγουντ. Στην τελική επεξεργασία του σεναρίου ο Λανγκ κατάργησε τον Μπρεχτ. Όχι μόνο απαίτησε από τον Ουέξλεϊ αποφασιστικές αλλαγές, αλλά έφερε ο ίδιος, με βοηθό ένα νεαρό συγγραφέα το σενάριο στην κατεύθυνση που επιθυμούσε. «Τα είχα σχεδόν καταφέρει ν’ απομακρύνω από το στόρι τις κυριότερες ηλιθιότητες. Τώρα είναι πάλι όλες μέσα», αντέδρασε ο Μπρεχτ με πικρία. Εννοείται ότι το ατέλειωτο σενάριο περιλάμβανε ήδη 280 σελίδες, όπως ανάφερε αργότερα ο Λανγκ. Η ταινία δίνει το γεγονός με το οποίο πρωτοκαταπιάστηκε ο Μπρεχτ σαν μια υπεροικοδομημένη αστυνομική και γεμάτη ίντριγκες ιστορία. Η επική δομή τριών ξεχωριστών ιστοριών ισοπεδώθηκε σ’ ένα αισθητότατα αλλοτριωμένο στόρι. Η συσσώρευση πολλών και διάφορων αντιλήψεων φαίνεται στην ταινία, η οποία – παρόλο ότι σ’ αυτήν κυριαρχεί το στιλ ταινίας δράσης – έχει μια αξιοσημείωτη ετερογένεια: Σκηνές και διάλογοι διαρρηγνύουν την επιφάνεια, μαρτυρούν ένα φιλολογικό υπόβαθρο που η στη συνέχεια κατεδάφισή του αφήνει απομεινάρια. Είναι αναγνωρίσιμα ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, όπου ο ρυθμός της ταινίας είναι ακόμα ηρεμότερος και αφορούν απόηχους από την καθημερινή ζωή, εκμαιευμένες μαρτυρικές καταθέσεις του καθηγητή, αυθεντικά χαρακτηριστικά στοιχεία σε σκηνές με τους ομήρους και με την αντιστασιακή ομάδα. Ιδιαίτερα πρέπει ν’ αναφερθεί η σκηνή αποχαιρετισμού του καθηγητή πριν από την εκτέλεση, για την οποία και ο Λανγκ έλεγε ότι σ’ αυτήν μπορεί κανείς να εντοπίσει τον Μπρεχτ. Σαν τελευταία υποθήκη του προς το γιο του, ο καθηγητής λέει σ’ αυτή τη σκηνή ότι οι τώρα ακόμα ισχυροί εισβολείς θα εκδιωχτούν, ότι η χώρα θα γίνει ελεύθερη και θα κυβερνιέται από το λαό. «Θα είναι μια χώρα όπου όλοι οι άντρες, οι γυναίκες και τα παιδιά θα έχουν αρκετό φαγητό και αρκετό καιρό για να διαβάζουν και να σκέπτονται – και να μιλάνε μεταξύ τους για πράγματα που αφορούν την ευημερία τους. Όταν έρθει αυτή η μέρα, να μην ξεχάσεις ότι ελευθερία δεν είναι τα όσα έχει κανείς δικά του, ένα καπέλο – ας πούμε – ή ένα κομματάκι ζάχαρη. Αληθινά, πρέπει να αγωνίζεται για την πραγματική ελευθερία. Και πρέπει να με θυμάσαι, όχι επειδή είμαι ο πατέρας σου, αλλά για το ότι κι εγώ έπεσα σ’ αυτόν το μεγάλο αγώνα». Σ’ αυτή τη σκηνή ο αντιφασιστικός αγώνας εννοείται σαν επαναστατικός αγώνας, πράγμα που δεν μπόρεσε να δείξει η κινηματογραφία των καπιταλιστικών χωρών.

Αυτή η σκηνή έχει μια μουσική επένδυση που πέρασε έντεχνα στην ταινία ο Χανς Αϊσλερ, ο συνθέτης του «Και οι δήμιοι πεθαίνουν». Για το χορωδιακό τραγούδι του τέλους, το «Ποτέ συνθηκολόγηση» έβαλε τη μουσική του για το Τραγούδι της Κομιντέρν του 1929. Αυτή η επαναστατική μουσικοσύνθεση έδωσε στην ταινία αυτό που δεν ήταν δυνατό να δώσουν τα λόγια και τα δρώμενα σ’ αυτήν. Ωστόσο, αυτή η νίκη της πανουργίας είχε μόνο περιορισμένη σημασία. Το τελικό συμπέρασμα της ταινίας βρίσκεται σε μια ενεργοποιημένη, προλεταριακή αγωνιστική στάση, η ταινία όμως, με τον τρόπο που λειτουργεί στη σκηνή του αποχωρισμού, δεν κινητοποιεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ο Μπρεχτ μόχθησε πολύ γι’ αυτή την ταινία και υπόφερε πολύ για τον ακρωτηριασμό της δουλειάς του από τις βρώμικες μεθόδους του Χόλιγουντ. Όμως η στράτευσή του γι’ αυτή την ταινία, η ανυποχώρητη θέλησή του να κάνει μια «μεγάλη» ταινία με πολιτικό περιεχόμενο, δεν ήταν μόνο ένα είδος αμόκ. Και αν ο Λανγκ μπορούσε να θεωρεί το «Και οι δήμιοι πεθαίνουν» σαν την «πιο σπουδαία αντιναζιστική ταινία του», αυτό είναι και επιβράβευση του Μπρεχτ. Βιογραφία Σκηνοθέτη, Φριντς Λανγκ

Ο Φριτς Λανγκ (Friedrich Anton Christian Lang, 5 Δεκεμβρίου 1890- 2 Αυγούστου 1976) ήταν Αυστριακός σκηνοθέτης και, μαζί με τον Φρίντριχ Βίλχελμ Μούρναου, ο βασικός εκπρόσωπος του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Το Ινστιτούτο Βρετανικού Κινηματογράφου του έδωσε μάλιστα το χαρακτηρισμό "Master of Darkness". Γεννήθηκε το 1890 στη Βιέννη. Μετά το σχολείο, παρακολούθησε για σύντομο διάστημα μαθήματα στην Ανώτερη Τεχνική Σχολή της Βιέννης, ενώ αργότερα άρχισε να παίρνει μαθήματα ζωγραφικής. Στο διάστημα μεταξύ 1910 και 1914 ταξίδεψε στην Ευρώπη και, όπως ο ίδιος ισχυρίζονταν, στην Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, επιστρέφει στη Βιέννη και κατατάσσεται στο στρατό. Τον Ιούνιο του 1916 τραυματίζεται σοβαρά και καθώς αναρρώνει γράφει μερικά σενάρια για ταινίες. Το 1918 επιστρέφει στη Βιέννη με νευρικές διαταραχές από τους βομβαρδισμούς και για σύντομο διάστημα δουλεύει ως ηθοποιός, προτού δεχθεί τη δουλειά του σεναριογράφου στην εταιρεία παραγωγής Decla του Έριχ Πόμερ στο Βερολίνο. Εκεί, εργάστηκε για λίγο ως σεναριογράφος αλλά γρήγορα στράφηκε στη σκηνοθεσία συνεργαζόμενος με εταιρείες όπως η UFA και η Nero-Film. Το 1920 γνωρίζει την ηθοποιό και συγγραφέα Τέα φον Χάρμπου (1889 - 1954), η οποία έγραψε σχεδόν πάντοτε μαζί του τα σενάρια των πιο γνωστών του ταινιών: Dr. Mabuse der Spieler, , , και Μ. Παντρεύονται το 1922 για να χωρίσουν το 1933. Την ίδια χρονιά απαγορεύεται από το Γ' Ράιχ η προβολή της ταινίας του Testament des Dr. Mabuse και ο Λανγκ φεύγει για το Παρίσι, για να καταλήξει, ένα χρόνο αργότερα στην Αμερική. Αρχικά υπογράφει συμβόλαιο με την ΜGΜ και τα επόμενα είκοσι χρόνια θα σκηνοθετήσει αρκετές αμερικανικές ταινίες. Το 1950 σκηνοθετεί τις τρεις τελευταίες του ταινίες στα γερμανικά, οι οποίες έτυχαν άσχημης υποδοχής από το κοινό. Το 1964, σχεδόν τυφλός, έγινε πρόεδρος της επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών. Ως σκηνοθέτης είχε τη φήμη του τελειομανούς και κακού χαρακτήρα που κακομεταχειριζόταν τους ηθοποιούς. Πέθανε στην Καλιφόρνια το 1976.

Φιλμογραφία Φριντς Λανγκ 1960 Journey to the Lost City 1953 1944 1936 Fury 1924 Die Nibelungen: Siegfried 1960 Die 1000 Augen des Dr. Mabuse 1952 1943 Hangmen Also Die! 1934 Liliom 1922 Dr. Mabuse, der Spieler - Ein Bild der Zeit 1959 Das indische Grabmal 1952 1942 (uncredited) 1933 Das Testament des Dr. Mabuse 1921 Der müde Tod 1959 Der Tiger von Eschnapur 1950 American Guerrilla in the Philippines 1941 (uncredited) 1933 Le testament du Dr. Mabuse 1921 Vier um die Frau 1956 Beyond a Reasonable Doubt 1950 1941 Man Hunt 1931 M 1920 Das wandernde Bild 1956 Eno i polis koimatai 1947 ... 1941 Matomeni haravgi 1929 Frau im Mond 1920 Die Spinnen, 2. Teil - Das Brillantenschiff 1955 Moonfleet 1946 Cloak and Dagger 1940 The Return of Frank James 1928 1919 Harakiri 1954 1945 1938 Epikindyni agapi 1927 Metropolis 1919 Die Spinnen, 1. Teil - Der Goldene See 1953 1944 I gynaika tis vitrinas 1937 Eho dikaioma na ziso 1924 Die Nibelungen 1919