ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΣΠΟΥ∆ΩΝ
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΣΥΚΟΠΟΥΛΟΣ – ΜΠΕΛΛΟΣ
ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ PETRUS MORELLUS TURONENSIS ΣΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ DE BELLO TROIANO: ΕΙΣΑΓΩΓΗ, EDITIO PRINCEPS, ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
∆Ι∆ΑΚΤΟΡΙΚΗ ∆ΙΑΤΡΙΒΗ
ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Καθ. ∆. Ζ. Νικήτας (επιβλέπων καθηγητής) Καθ. Λ. Τροµάρας (µέλος) Επικ. καθ. Β. Φυντίκογλου (µέλος)
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος σελ. iii A: Εισαγωγή σελ. v – lviii 1. To αντικείµενο της εργασίας: P. Moreau, De bello Troiano: Scholia σελ. vi 2. Παλαιογραφικές πληροφορίες σελ. ix 3. Ο τρόπος καταγραφής των σχολίων σελ. xi – xxvi α. Η θέση των σχολίων στα χειρόγραφα και η σύζευξή τους µε σελ. xi το κείµενο β. Τα χαρακτηριστικά γραφής του Moreau σελ. xiv 4. Το κείµενο των σχολίων του De bello Troiano: ∆ιαίρεση σε κατηγορίες σελ. xxvi – xlii α. Παραθέµατα και παραποµπές σε έργα άλλων συγγραφέων σελ. xxix β. Γλωσσικές παρατηρήσεις σελ. xxxiv γ. Μυθολογικά σχόλια σελ. xxxvii δ. Ενδοκειµενικές αναφορές – αυτοαναφορικά σχόλια σελ. xxxix 5. Οι διακειµενικές αναφορές των σχολίων και ο ρόλος τους σελ. xlii 6. Η µεταφορά των σχολίων του Τζέτζη από τα Eλληνικά στα Λατινικά: µεταφραστικές τεχνικές του Moreau σελ. xlvii 7. Η λογιότητα του P. Moreau σελ. xlix 8. Επίλογος: Μεθοδολογία καταγραφής των σχολίων – µερικές πρακτικές πληροφορίες για την έκδοση και µια πρώτη αποτίµηση του έργου σελ. li B: Petri Morelli Turonensis Scholia σελ. 1 – 80 Conspectus siglorum et abbreviaturarum σελ. 2 Το κείµενο των σχολίων σελ. 3 – 80 Γ. Υποµνηµατισµός σελ. 81 – 279 Βιβλιογραφία σελ. 280 – 286 Περίληψη σελ. 287 Abstract σελ. 288
ii
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Αφόρµηση για την εκπόνηση της παρούσας εργασίας υπήρξε η πρόταση του επιβλέποντος καθηγητή µου κ. ∆. Νικήτα να ασχοληθώ µε τη µελέτη και έκδοση των άγνωστων λατινικών σχολίων που έγραψε ο Γάλλος ουµανιστής Pierre Moreau για το ποιητικό έργο του De bello Troiano, ενόσω αναζητούσα θέµα διδακτορικής διατριβής, σχετιζόµενο µε το ευρύτερο πεδίο των ελληνολατινικών λογοτεχνικών ανταλλαγών. Του οφείλω πολλές ευχαριστίες, εκ βάθους καρδίας, γιατί έτσι ανακάλυψα την πλούσια ελληνολατινική doctrina του Petrus Morellus Turonensis ή Πέτρου Μορέλλου Τουρωνέως (όπως αυτοαποκαλείται λατινιστί και ελληνιστί ο λόγιος), όπως αυτή ακτινοβολείται µέσα από τον πλούσιο σχολιασµό του De bello Troiano, αλλά και για την όλη αρωγή του, την υποµονή που επέδειξε και τη θερµή ενθάρρυνσή του όλα αυτά τα χρόνια της συνεργασίας µας. Ευχαριστώ επίσης για τη βοήθειά τους τα δύο άλλα µέλη της συµβουλευτικής µου επιτροπής, τους κυρίους Β. Φυντίκογλου και Λ. Τροµάρα, όπως επίσης και το προσωπικό της Βρετανικής Βιβλιοθήκης του Λονδίνου, που µου παρέσχε άδεια πρόσβασης σε χειρόγραφα, η εξέταση των οποίων κρινόταν απαραίτητη για την έρευνά µου, κυρίως βέβαια τον αυτόγραφο κώδικα Londinensis Old Royal 16 C IV και το αντίγραφο Londinensis Old Royal 16 D III. Τέλος αισθάνοµαι την ανάγκη να εκφράσω ένα θερµό ευχαριστώ σε όλους τους φίλους µου για τη στήριξη που µου προσέφεραν και κυρίως την οικογένειά µου, χάρη στη συµπαράσταση της οποίας έγινε εφικτή η εκπόνηση της διδακτορικής αυτής διατριβής.
iii
Στους γονείς µου
iv
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
v
1. To αντικείµενο της εργασίας: P. Moreau, De bello Troiano: Scholia
Με βασικό εφαλτήριο το θαυµασµό του προς το Οµηρικό έργο και µε σαφή πρόθεση να καλύψει όλα τα γεγονότα που σχετίζονται µε τον Τρωικό πόλεµο, όσα δηλαδή δεν εξιστορούνται από τον Όµηρο στην Ιλιάδα, συγγράφει τον 12ο αιώνα ο βυζαντινός λόγιος Ιωάννης Τζέτζης τα Τρωικά του. Η επική αυτή σύνθεση, η οποία εντάσσεται ουσιαστικά στον ευρύτερο κύκλο έργων του Τζέτζη για τον µεγάλο ποιητή,1 αρθρώνεται σε τρία µέρη: αποτελείται από Ta\ pro\ (Omh/rou, Ta\ (Omh/rou και Ta\ meq' (/Omhron. Τα Τρωικά εκτείνονται συνολικά σε 1676 εξαµέτρους και κατορθώνουν να καλύψουν σχεδόν όλο το φάσµα των µύθων γύρω από τον πόλεµο της Τροίας, από τη γέννηση του Πάρη έως την άλωση του Ιλίου.2 Ωστόσο ο Τζέτζης δεν αρκέστηκε στη σύνθεση του ποιητικού αυτού έργου. Προίκισε επιπλέον το έργο µε ένα πλήθος από πλούσια σχόλια στοχεύοντας στο να παράσχει στον αναγνώστη πλούσιο υλικό για τον φωτισµό των γεγονότων που εξιστορεί και βρίσκοντας ταυτόχρονα µια ευκαιρία να επιδείξει µέσα σε αυτά την πολυµάθειά του. Τα συνοδευτικά αυτά σχόλια διασώζουν πολυάριθµες και διαφορετικές εκδοχές µύθων που σχετίζονται µε τους ήρωες του Τρωικού πολέµου µέσα σε παράλληλα κείµενα, παρέχουν αλληγορικές ερµηνείες, εξηγούν σχήµατα λόγου, δίνουν πραγµατολογικά στοιχεία ή κάνουν ετυµολογικές αναλύσεις. Και φυσικά, κατά τη συνήθη τακτική του βυζαντινού λογίου, ο αναγνώστης δεν θα
1 Ο Τζέτζης ασχολήθηκε άµεσα µε την οµηρική ποίηση, εκτός από τα Τρωικά, στα έργα του Ei)j th\n (Omh/rou )Ilia/da )Ech/ghsij και Peri\ (Omhrikw=n )Allhgoriw=n (βλ. G. Hermannus (εκδ.), Draconis Stratonicensis Liber de metris poeticis, Ioannis Tzetzae Exegesis in Homeri Iliadem etc., Lipsiae, Sumptibus Jo. Aug. Gottl. Weigelii, 1812, Α. Lolos (εκδ.), Der unbekannte Teil der Ilias – Exegesis des Iohannes Tzetzes (A 97 – 609), Köningstein 1981, J. F. Boissonade (εκδ.), Tzetzae Allegoriae Iliadis etc., curante Jo. Fr. Boissonade, Lutetiae, Apud Dumont, bibliopolam, 1851, Η. Hunger (εκδ.), “Johannes Tzetzes, Allegorien zur Odyssee, Buch 13 –24”, Βyzantinische Ζeitschrift 48 (1955) 4 – 48 και “Johannes Tzetzes, Allegorien zur Odyssee, Buch 1 – 12”, Βyzantinische Ζeitschrift 49 (1956) 249 – 310). Ωστόσο και στα υπόλοιπα έργα του, παρόλο που το κεντρικό τους θέµα δεν σχετίζεται µε τα οµηρικά έπη, γίνονται συχνότατες αναφορές στα τελευταία, γεγονός που καταδεικνύει και ότι η οµηρική ποίηση βρισκόταν αναµφίβολα στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων του βυζαντινού λογίου. 2 Τα Τρωικά είναι σήµερα προσβάσιµα µέσω τριών εκδόσεων: η πρώτη έγινε από τον F. Jacobs, η οποία περιλαµβάνει έναν υποµνηµατισµό του κειµένου στον οποίο γίνεται αναφορά σε διάφορα σηµεία της παρούσας εργασίας. Λίγο µεταγενέστερη είναι η έκδοση του I. Bekker, ενώ η νεότερη, στην οποία έχουν συµπεριληφθεί µάλιστα και τα σχόλια του Τζέτζη στο έργο του, έγινε από τον Leone. Βλ. αντίστοιχα F. Jacobs, (εκδ.), Ioannis Tzetzae, Antehomerica, Homerica et Posthomerica, e codicibus edidit et commentario instruxit Friedericus Iacobs, Lipsiae, in libraria Weidmannia, 1793. Ι. Bekker (εκδ.), Ioannis Tzetzae Antehomerica, Homerica et Posthomerica, ex recensione Immanuelis Bekkeri, Berolini, Impensis Ge. Reimeri, 1816. P. L. M. Leone (εκδ.), Ioannis Tzetzae Carmina Iliaca, CULC, Catania 1995. Για έναν σχολιασµό του έργου βλ. Τ. Braccini, “Erudita invenzione: riflessioni sulla Piccola grande Iliade di Giovanni Tzetze”, Incontri triestini di filologia classica 9 (2009 – 2010) 153 – 173 και P. L. M. Leone, “I Carmina Iliaca di Giovanni Tzetze”, Quaderni Catanesi di studi classici et medievali VI (1984) 377 – 405.
vi
δυσκολευτεί να εντοπίσει µέσα σ' αυτά πνευµατικές ίντριγκες και επιθέσεις σε γνωστούς και µη συγγραφείς, σύγχρονους ή προγενέστερους, που δεν κατάφεραν να προσεγγίσουν το επίπεδο καλλιέργειας, µόρφωσης ή ηθικής τελείωσης του ποιητή των Τρωικών.3 Σχεδόν τέσσερις αιώνες αργότερα τα Τρωικά του Τζέτζη θα κινήσουν το ζωηρό ενδιαφέρον ενός άλλου ανθρώπου των γραµµάτων, αυτή τη φορά στην ουµανιστική Γαλλία. Βιώνοντας το γενικότερο κλίµα της Ύστερης Αναγέννησης στην Ευρώπη ο λόγιος Pierre Moreau (1527 – µετά το 1603),4 αντιγραφέας και µεταφραστής έργων κυρίως της εκκλησιαστικής βυζαντινής γραµµατείας, θα ανακαλύψει τον Τζέτζη στη βιβλιοθήκη του Jean de Saint – André στο Παρίσι,5 και η συνάντηση αυτή θα τον ωθήσει να αναλάβει ένα διπλό έργο: σε πρώτο επίπεδο θα
3 Ως παραδείγµατα τέτοιων καυστικών επιθέσεων µπορούν να αναφερθούν ενδεικτικά τα σχ. 8, 22, 53, 227 κ.ά. Η επιθετική διάθεση του Τζέτζη είναι πάντως έκδηλη σε όλα του τα έργα, όπως π.χ. στις Χιλιάδες 7.504 – 515 (βλ. P. L. M. Leone (εκδ.), Ioannis Tzetzae Historiae, Libreria Scientifica Editrice, Napoli 1968), σε αρκετές από τις Επιστολές του, όπως στη 12η, την 63η και 65η (βλ. P. L. M. Leone (εκδ.), Ioannis Tzetzae Epistulae etc., Teubner, Leipzig 1972 και Ι. Γρηγοριάδης (µτφρ.), Ι. Τζέτζης, Επιστολαί. Εισαγωγή – Μετάφραση – Σχόλια, Εκδόσεις Κανάκη, Αθήνα 2011), στα Σχόλια στον Λυκόφρονα (178, 232) κ.α. Το ζήτηµα αυτό το θίγουν ο Braccini (ό.π., σελ. 156) και ο Wilson (N. G. Wilson, Οι λόγιοι στο Βυζάντιο, Μετάφραση: Ν. Κονοµής, Εκδόσεις Καρδαµίτσα, Αθήνα 1991, σελ. 249 κ.ε.). 4 Για µια αναλυτική περιγραφή της ζωής και το έργου του P. Moreau βλ. Jean - Marie Olivier και Marie – Aude Monégier du Sorbier, “Morelliana: Recherches sur la vie et l’ oeuvre philologique d’ un humaniste méconnu: Pierre Moreau de Loches”, Revue d’ Histoire des Textes XVII (1987) 73 – 218. Με µερικές εξαιρέσεις πάντως, ο Moreau ασχολήθηκε κυρίως µε τη µετάφραση έργων της εκκλησιαστικής γραµµατείας. Ενδεικτικά αναφέρουµε από την εκτενή εργογραφία του ότι µετέφρασε τη Θεία Λειτουργία του Ιακώβου του Αδελφοθέου (G. Morel (εκδ.), Liturgiae, sive Missae sanctorum Patrum: Iacobi apostoli et fratris Domini, Basilij magni etc., Parisiis, apud Guil. Morelium, 1560, σελ. 3 – 31), τον Κατηχητικό Λόγο του αγίου Γρηγορίου Νύσσης (P. Moreau (µτφρ.), D. Gregorii Nysseni episcopi, liber, qui catecheticus major inscribitur, hoc est fidei christianae institutio, ex graecis nondum in vulgus emissis latinitate donatus, Petro Morello interprete, Parisiis, Apud Gul. Chaudiere, 1568), τους Αναστάσιµους Κανόνες του αγίου Ιωάννου ∆αµασκηνού (P. Moreau (µτφρ.), Sancti patris nostri, Ioannis Damasceni Octaechus, sive octo canones anastasimi, hoc est de resurrectione Domini nostri Iesu Christi, στο Marguerin de la Bigne, Sacra Bibliotheca Sanctorum Patrum etc., tomus IV, Parisiis, 1575, σελ. 773 – 788), τον Θησαυρό Ορθοδόξου Πίστεως του Νικήτα Χωνιάτη (P. Moreau (µτφρ.), D. Nicetae Choniatae etc. Thesauri orthodoxi fidei libri quinque priores etc., Petro Morello Turonensi interprete, Lutetiae, Apud Gulielmum Chaudiere, 1580), το Periì e)nergei¿aj daimo/nwn του Μιχαήλ Ψελλού (P. Moreau (µτφρ.), Sapientiss. Michaelis Pselli etc. Dialogus de Energia seu Operatione daemonum e greco translatus, Petro Morello interprete, Parisiis, Apud Gulielmum Chaudiere, 1577) κ.α. Σε ό,τι αφορά την αντιγραφική του δραστηριότητα αυτή περιλαµβάνει, εκτός των Τρωικών του Τζέτζη, τους ∆ιαλόγους του Λουκιανού (Codex Parisinus gr. 3037), το Summa Contra Gentiles του Θωµά Ακινάτη (Codex Parisinus Suppl. gr. 248) και µια πραγµατική πληθώρα άλλων έργων ποικίλης θεµατολογίας. Σύµφωνα µε την έρευνα των Olivier – Monégier, πάνω από δέκα χειρόγραφα φέρουν την υπογραφή του Moreau ως αντιγραφέα. 5 Πρόκειται για τη βιβλιοθήκη που δηµιούργησε στη Lutetia ο οµώνυµος Γάλλος ουµανιστής (το όνοµά του λατινοποιηµένο ήταν Joannes Sanctandreanus), από όπου ο Moreau αντλεί τα περισσότερα χειρόγραφα ελληνικών έργων που αντιγράφει ή µεταφράζει. Βλ. ∆. Νικήτας, «Petrus Morellus Turonensis (Pierre Moreau), De bello Troiano, Εισαγωγή και editio princeps», Επιστηµονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ., Τεύχος Τµήµατος Φιλολογίας 4 (1994) 275 – 277.
vii
ασχοληθεί µε τη δηµιουργία αντιγράφων του ελληνικού κειµένου των Τρωικών.6 Σε ένα δεύτερο, θα κάνει µια κοπιώδη προσπάθεια να αποδώσει το έργο του Τζέτζη – τόσο τους στίχους όσο και τα σχόλια – στη λατινική γλώσσα ώστε να µπορέσουν να γίνουν τα Τρωικά προσιτά στο ευρύ λατινοµαθές κοινό της Ευρώπης του 16ου αιώνα. Ο Γάλλος συγγραφέας προχώρησε και ένα βήµα πιο πέρα. Καθώς προσπαθούσε να µεταφέρει στα Λατινικά το βυζαντινό κείµενο για τον πόλεµο της Τροίας, currente calamo, o Pierre Moreau διάνθιζε το έργο που µετέφραζε µε µια σειρά από δικές του παρατηρήσεις, καρπό των σκέψεων που του γεννούσε η κοπιώδης αυτή εργασία. Το αποτέλεσµα της διαδικασίας αυτής ήταν να δηµιουργηθεί, διά χειρός του λογίου, µια δεύτερη οµάδα από σχόλια που συνοδεύουν τα Τρωικά, γραµµένα µε µικρότερα συνήθως γράµµατα και σχεδόν πάντα στην ώα του χειρογράφου, και τα οποία άλλοτε συµπληρώνουν τα σχόλια του Τζέτζη και άλλοτε λειτουργούν ανεξάρτητα από τα πρώτα, ρίχνοντας ένα άλλο ερµηνευτικό φως σε στίχους του κειµένου. Καρπός της µεταφραστικής αυτής δραστηριότητας του Moreau είναι το έργο που τιτλοφορείται De bello Troiano,7 αποτελούµενο από 1892 στίχους σε δακτυλικό εξάµετρο που διανθίζονται από έναν όγκο πολύτιµων σχολίων, τα οποία έχουν ουσιαστικά διπλή προέλευση: άλλα από αυτά γράφτηκαν από τον Τζέτζη για τα Τρωικά και µεταφράστηκαν στα Λατινικά από τον Moreau και άλλα οφείλουν την πατρότητά τους αποκλειστικά στον Γάλλο συγγραφέα που « ¸Ella/doj e)c e)rath=j» 8 θέλησε να «ei¹sfe/rei» το έργο αυτό «ei¹j La/tion». Η editio princeps του συνόλου αυτών των σχολίων που συνοδεύουν και διαφωτίζουν το De bello Troiano του P. Moreau είναι το αντικείµενο της παρούσας εργασίας.
6 ∆ύο κώδικες της Βρετανικής Βιβλιοθήκης µαρτυρούν την αντιγραφική αυτή προσπάθεια του Moreau: ο Londinensis Old Royal 16.C.4 (1ο τόµος), ο οποίος εµπεριέχει το σύνολο του ελληνικού κειµένου των Τρωικών και ο Londinensis Old Royal 16.D.12, ο οποίος όµως διασώζει µόνο µερικούς στίχους των Προοµηρικών µαζί µε τα συνοδευτικά σχόλια: Για αναλυτική περιγραφή των δύο χειρογράφων βλ. Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 174 – 175. 7 Το ποιητικό κείµενο του De bello Troiano έχει εκδοθεί από τον ∆. Νικήτα, ο οποίος προτάσσει στην έκδοση µια διαφωτιστική εισαγωγή για τον Γάλλο συγγραφέα και το έργο: ∆. Νικήτας, ό.π., σελ. 267 – 337. 8 ∆. Νικήτας, ό.π., σελ. 285 και Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 178. Πρόκειται για δήλωση του ίδιου του λογίου, όπως γράφει στο δεύτερο στίχο ενός αφιερωµατικού ποιήµατος, µε το οποίο ο Moreau παρακαλεί τον Nicolas Leclerc να µεσολαβήσει στον Federic II Morel, καθηγητή Ελληνικών στο
viii
2. Παλαιογραφικές πληροφορίες
Το έργο De bello Troiano του Moreau διασώζεται σε δύο δίτοµους κώδικες,9 τον Londinensis Old Royal 16. C. IV (κώδικας Α) και τον Londinensis Old Royal 16. D. III (κώδικας Β),10 οι οποίοι φυλάσσονται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη (The British Library) του Λονδίνου. Ο πρώτος αποτελεί µάλιστα βέβαιο αυτόγραφο του Γάλλου ουµανιστή µε χρόνο συγγραφής την περίοδο 1560 – 1565, αν και αναµφίβολα παρέµεινε στην κατοχή του Moreau τουλάχιστον ως το 1603, υποκείµενος σε διορθώσεις,11 ενώ ο δεύτερος, αποτελεί αντίγραφο του πρώτου δια χειρός ενός πιθανού µαθητή του Moreau, ονόµατι Iacobus Barthelomeus.12 Τα λατινικά σχόλια ωστόσο που συνοδεύουν το ποιητικό αυτό κείµενο και εκδίδονται στην παρούσα εργασία παραδίδονται στο σύνολό τους µόνο στον δεύτερο τόµο του κώδικα Α (Α2). Η καταγραφή τους µάλιστα ξεκινά ήδη από την εµπρόσθια σελίδα του εξώφυλλου, δηλαδή το f.1r, όπου ο τίτλος του έργου δίνει την αφόρµηση στον Γάλλο λόγιο να µιλήσει για τον συγγραφέα Τζέτζη, και τελειώνουν στο f. 88v, εκτεινόµενα έτσι σε συνολικά 174 σελίδες. Ένας µικρός αριθµός λατινικών σχολίων ανιχνεύεται και στον πρώτο τόµο του ίδιου κώδικα (Α1). Ο τόµος αυτός εµπεριέχει κατά βάση το ελληνικό κείµενο του έργου του Τζέτζη. Ωστόσο στα τελευταία φύλλα του κώδικα (ff. 42v – 44v) ο Moreau, µετά το τέλος της αντιγραφής του ελληνικού κειµένου, κάνει µια πρώτη απόπειρα µετάφρασης του Τρωικού Πολέµου, µεταφέροντας στα Λατινικά τους πρώτους 35 στίχους των Προοµηρικών (µεταφραστικό σχεδίασµα Apr). Παράλληλα µεταφράζει
βασιλικό κολέγιο, να εκδώσει το De bello Troianο: Tze/tzou e)gwÜ Proomhrix', ¸Omh
ix
για πρώτη φορά από τα Ελληνικά στα Λατινικά και τα αντίστοιχα σχόλια του Τζέτζη που συνοδεύουν αυτούς τους στίχους. Σε δύο µάλιστα περιπτώσεις τα εµπλουτίζει, κατά τη συνήθη τακτική του, µε δικές του προσθήκες. Έτσι, τα ff. 42v – 44v του κώδικα Α1 διασώζουν συνολικά µια πρώτη εκδοχή δεκαεπτά σχολίων του De bello Troiano, τα οποία επανεµφανίζονται στον κώδικα Α2 και τα οποία φέρουν στην παρούσα έκδοση την αρίθµηση 8, 11, 12 (µε ενσωµατωµένη προσθήκη του Moreau), 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21 (χωρίς την προσθήκη του Moreau), 22, 24, 25 (µε ενσωµατωµένη προσθήκη του Moreau), 27 (χωρίς την προσθήκη του Moreau), 26, 28 (τα τρία τελευταία εµφανίζονται µε αυτή την «ανάποδη» σειρά). Πάντως, δεδοµένου του γεγονότος ότι το µετάφρασµα Apr είναι, όπως προαναφέρθηκε, ένα είδος προσχεδίου (άρα χαρακτηρίζεται από κάποια προχειρότητα) της τελικής µετάφρασης, η οποία ακολουθεί στον δεύτερο τόµο του κώδικα Α, δεν θεωρήθηκε σωστό να γίνουν αποδεκτές στην παρούσα έκδοση οποιεσδήποτε από τις διαφορετικές εκδοχές κειµένου που παρέχεται σε αυτό το σχεδίασµα. Φυσικά, για τα 17 σχόλια που προαναφέρθηκαν, οι διαφορετικές γραφές που παραδίδει το Apr σε σχέση µε τον Α2 παρατέθηκαν στον apparatus criticus.13 Τέλος, µια τρίτη πηγή σχολίων του De bello Troiano µπορεί να θεωρηθεί και ο πρώτος τόµος του κώδικα Londinensis Old Royal 16. D. III (κώδικας Β). Ωστόσο διασώζει µόνο δύο από τις πολυάριθµες λατινικές annotationes του έργου: η πρώτη είναι ο τίτλος που προτάσσεται όλου του σώµατος των σχολίων µε τον οποίο σηµατοδοτείται ουσιαστικά η έναρξή τους (το σχ. 7 της παρούσας έκδοσης) και η δεύτερη είναι το σχ. 8, το οποίο είναι το πρώτο σχόλιο που έγραψε ο Τζέτζης και εν συνεχεία µετέφρασε ο Γάλλος λόγιος στα Λατινικά. Ο κώδικας αυτός (Β) είναι αντίγραφο, όπως προαναφέρθηκε, του κώδικα Α. Όπως και στην περίπτωση των σχολίων του σχεδιάσµατος Apr, έτσι και εδώ, κάθε διαφορετική εκδοχή κειµένου που παραδίδει ο κώδικας Β για τα σχ. 7 και 8 καταγράφεται στο κριτικό υπόµνηµα. Συµπερασµατικά τα σχόλια του De bello Troiano, των οποίων η έκδοση αφορά την παρούσα εργασία, έχουν τριπλή προέλευση: Στο σύνολό τους
13 Ο κώδικας Α1, εκτός από τα 17 λατινικά σχόλια, περιλαµβάνει στα ff. 3r - 42v και µια σειρά από σηµειώσεις του Moreau, άλλες λατινικές και άλλες ελληνικές, τις οποίες κράτησε στην ώα κάθε φύλλου, καθώς αντέγραφε το ελληνικό κείµενο. Τα σχόλια αυτά δεν συµπεριλήφθησαν στην παρούσα έκδοση, καθώς αφορούν την αντιγραφική δραστηριότητα του Moreau και σχετίζονται µε το ελληνικό κείµενο του Τζέτζη όχι µε τη λατινική του µετάφραση (De bello Troiano) που µας αφορά εδώ. Άλλωστε οι σηµειώσεις αυτές στην πλειοψηφία τους είναι διορθώσεις του ελληνικού κειµένου. Σε κάποιες περιπτώσεις τα σχόλια είναι παραποµπές σε έργα άλλων συγγραφέων, οι οποίες όµως επανεµφανίζονται ως σχόλια του λατινικού κειµένου, σε πιο ολοκληρωµένη µορφή, στον δεύτερο τόµο.
x
εµφανίζονται µόνο στον κώδικα Α2, κάποια από αυτά, δεκαεπτά στον αριθµό, είναι καταγεγραµµένα και στον κώδικα Α1, ενώ δύο µόνο σχόλια (σχ. 7 και 8) εµφανίζονται και στον κώδικα Β.
3. Ο τρόπος καταγραφής των σχολίων: α. Η θέση των σχολίων στα χειρόγραφα και η σύζευξή τους µε το κείµενο
Ο χώρος τον οποίο καταλαµβάνει κάθε φορά κάποιο σχόλιο σε κάθε σελίδα του κώδικα Α2 ποικίλλει και εξαρτάται από την κατηγορία στην οποία αυτό εντάσσεται. Αυτό σηµαίνει ότι σε άλλο σηµείο καταγράφονται τα µεταφρασµένα σχόλια του Τζέτζη και σε άλλο οι συµπληρωµατικές παρατηρήσεις του Γάλλου συγγραφέα. Πιο συγκεκριµένα, σε ό,τι αφορά την πρώτη κατηγορία, τα σχόλια του Τζέτζη καταλαµβάνουν τον κεντρικό χώρο κάθε σελίδας. Είναι επιπλέον χωρισµένα σε µικρές οµάδες και καταγράφονται αµέσως µετά το τέλος της ενότητας των στίχων µε την οποία σχετίζονται. Ο χωρισµός αυτός του ποιήµατος σε ενότητες γίνεται µε βάση την ολοκλήρωση ενός «επεισοδίου» της ιστορίας και όχι ποσοτικά, µε βάση τον αριθµό στίχων που εµπεριέχει. Κατ’ επέκταση και η καθεµία οµάδα σχολίων που έπεται των ποιητικών ενοτήτων αποτελείται και από διαφορετικό αριθµό από σχόλια κάθε φορά, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις που ένας µόνο στίχος δίνει λαβή για εκτενή σχολιασµό, ενώ κάποιες φορές µεγαλύτερες ποιητικές ενότητες συνοδεύονται από ολιγάριθµες ερµηνευτικές παρατηρήσεις. Πάντως η εναλλαγή αυτών των ανισοµερών ενοτήτων ποιητικού κειµένου – σχολίων γίνεται µε τρόπο ευδιάκριτο στο χειρόγραφο, καθώς µεσολαβεί η ένδειξη «σχολ» και επιπλέον οι στίχοι στοιχίζονται µόνο αριστερά, αντίθετα µε τα σχόλια που ακολουθούν διπλή στοίχιση, παράλληλα και µε το αριστερό και το δεξί περιθώριο της σελίδας. ∆ιαφορετική εικόνα παρουσιάζουν τα συµπληρωµατικά σχόλια των οποίων η πατρότητα ανήκει εξ ολοκλήρου στον Moreau. Ο χώρος που ο συγγραφέας αυτός επιλέγει για να καταγράψει τις δικές του παρατηρήσεις είναι στις περισσότερες περιπτώσεις η ώα του χειρογράφου: ο συγγραφέας εκµεταλλεύεται κάθε φορά οποιοδήποτε από τα τέσσερα περιθώρια της σελίδας, ενώ υπάρχουν και φύλλα στα οποία έχει γίνει χρήση και των τεσσάρων περιθωρίων, αριστερά, άνω, δεξιά και κάτω. Το κριτήριο πάντως επιλογής ώας σχετίζεται συχνά και µε τη µεγαλύτερη δυνατή γειτνίαση της γραφόµενης παρατήρησης µε το στίχο ή το σχόλιο που αυτή αφορά xi
στην κεντρική σελίδα αλλά φυσικά και µε την έκτασή της. Ωστόσο δεν σπανίζει το φαινόµενο η καταγραφή ενός σχολίου να αρχίζει σε ένα περιθώριο και να καταλήγει ελλείψει χώρου σε άλλο στην ίδια σελίδα ή ακόµη και στην επόµενη. Αξίζει να σηµειωθεί επίσης ότι ειδικά στην αριστερή και στη δεξιά ώα τα σχόλια γράφονται άλλοτε µε προσανατολισµό οριζόντιο (στοιχιζόµενα δηλαδή παράλληλα µε τις σειρές του κυρίως κειµένου στο κέντρο της σελίδας) και άλλοτε κάθετα (αντίθετα προς τον προσανατολισµό του κυρίως κειµένου), και στην περίπτωση αυτή απαιτείται στροφή της σελίδας κατά ενενήντα µοίρες προκειµένου να καταστεί δυνατή η ανάγνωσή τους. Πάντως εξαιτίας του ότι η ώα του χειρογράφου παρέχει περιορισµένο χώρο γραφής στον συγγραφέα, ο τελευταίος υποχρεώθηκε να συµπιέσει αρκετά κάποια σχόλια, ή να κατακερµατίσει κάποια από αυτά σε τµήµατα ώστε να εµπεριέχονται στην ίδια σελίδα, γεγονός που καθιστά την ανίχνευση και το διαχωρισµό τους αρκετά δυσχερή, παρά τις διαχωριστικές γραµµές και τις παραποµπές που χρησιµοποιεί ο Γάλλος λόγιος για την αποφυγή συγχύσεων. Παρ’ όλα αυτά, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η µέθοδος αυτή σχετικά µε τον χώρο καταγραφής των σχολίων που περιγράφτηκε ως τώρα δεν τηρείται απαρέγκλιτα σε όλο τον κώδικα Α. Μια οµάδα από σχόλια του Moreau, τα οποία προεκτείνουν τα αντίστοιχα του Τζέτζη, λειτουργώντας ως προσθήκες τους, καταγράφονται στον κεντρικό χώρο της σελίδας, και όχι στην ώα του χειρογράφου. Παρατηρείται δηλαδή συχνά το φαινόµενο ένα σχόλιο του Τζέτζη να διακόπτεται για να ενσωµατώσει ο Moreau τη δική του προσθήκη, µετά το τέλος της οποίας συνεχίζεται η καταγραφή του µεταφραζόµενου χωρίου ή ακόµη στο τέλος ενός βυζαντινού σχολίου, σε συνεχές κείµενο, να προσθέτει ο Γάλλος λόγιος επιπλέον πληροφορίες. Σε κάθε περίπτωση πάντως ο Moreau φροντίζει ώστε το δικό του κείµενο να διαχωρίζεται από το υπόλοιπο σώµα των σχολίων του Τζέτζη – άλλωστε φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιηµένος σε θέµατα λογοκλοπής – κάνοντας χρήση κάποιων συµβόλων, από τα οποία το πιο συχνά εµφανιζόµενο είναι ο αστερίσκος (*) που τοποθετείται στην αρχή και στο τέλος του κειµένου που έχει προστεθεί. Η σύζευξη ανάµεσα σε κάποιο σχόλιο και τον ή τους στίχους του ποιητικού κειµένου µε τους οποίους αυτό σχετίζεται γίνεται και αυτή µε δύο τρόπους, και πάλι ανάλογα µε την κατηγορία στην οποία ανήκει το σχόλιο αυτό. Στην περίπτωση των σχολίων που γράφτηκαν από τον Τζέτζη, στην αρχή του καθενός υπάρχει η λέξη ή η φράση των Τρωικών µε την οποία αυτό συνδέεται και αµέσως µετά τοποθετείται xii
πάντα το σηµείο της δεξιάς παρένθεσης « ) » που διαχωρίζει την παραποµπή από το κυρίως κείµενο. Ειδικά για τα τελευταία σχόλια των Μεθοµηρικών14 εκτός της συνήθους παραποµπής που αναφέρθηκε, καταγράφεται πριν από αυτή και η αρίθµηση του στίχου που σχολιάζεται, κλεισµένη κι αυτή µε το ίδιο σηµείο « ) ». Πάντως το συγκεκριµένο σύστηµα παραποµπών πρέπει να ήταν επινόηση του Moreau και όχι του Τζέτζη, καθώς στον κώδικα Α1 που εµπεριέχει το ελληνικό κείµενο των Τρωικών, (όπως αυτό αντιγράφτηκε από τον Moreau), σε κανένα σχόλιο δεν φαίνεται να προτάσσει ο βυζαντινός λόγιος το χωρίο µε το οποίο συνδέεται. Υπάρχουν βέβαια και στον Α1 παραποµπές µε γράµµατα του ελληνικού αλφαβήτου που συνδέουν σχόλια µε τους σχετικούς στίχους, αλλά πρώτον δεν γνωρίζουµε αν αυτό ήταν πρωτοβουλία του Τζέτζη ή παρέµβαση του Moreau κατά την αντιγραφή και δεύτερον ο τρόπος αυτός, ακόµη κι αν υιοθετήθηκε από τον βυζαντινό συγγραφέα, διαφέρει από τον αντίστοιχο που ακολουθήθηκε από τον Γάλλο λόγιο στη λατινική µετάφραση. ∆υσχερέστερος είναι ο συσχετισµός των σχολίων του Moreau µε το αντίστοιχο ποιητικό κείµενο. Παρά το γεγονός ότι ο συγγραφέας προσπαθεί να γράφει τις παρατηρήσεις του όσο το δυνατόν πιο κοντά στο χωρίο που αναφέρονται, εντούτοις αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Επιπρόσθετα, αντίθετα µε τα σχόλια του Τζέτζη, ο Moreau δεν εφαρµόζει για τα δικά του κάποιο ανάλογο σύστηµα σαφών λεκτικών (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων)15 ή αριθµητικών παραποµπών που να ανάγουν τον αναγνώστη στο σχολιαζόµενο χωρίο. Σε µερικές µόνο περιπτώσεις γίνεται χρήση κάποιων συµβόλων όπως η δίεση (#), ο αστερίσκος (*), ο σταυρός (+), το γράµµα i µε διαλυτικά (ï), τρεις τελείες σε σχηµατισµό ανεστραµµένου τριγώνου (·.·), δύο τελείες χωριζόµενες µε κάθετο (·/·) ή µία γραµµή διαφορετικής κάθε φορά µορφής,16 για να παραπεµφθεί ο αναγνώστης στους σχετικούς µε το σχόλιο στίχους. Τα ίδια σύµβολα πάντως, όπως και το ρήµα adde, χρησιµοποιούνται και για να ενοποιήσουν τµήµατα του ίδιου σχολίου που κατακερµατίστηκε σε διαφορετικά περιθώρια ή και σελίδες. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις το µόνο κριτήριο για τη
14 Πρόκειται για όλα τα σχόλια που γράφτηκαν από τον Τζέτζη και αναφέρονται στους στίχους PH 679 – PH 858). 15 Π.χ. το σχ. 241, στο οποίο, παρότι γραµµένο από τον Moreau και όχι τον Τζέτζη, προτάσσεται κλεισµένη σε µονή παρένθεση η λέξη innumeras του ποιητικού κειµένου στην οποία αναφέρεται το σχόλιο. 16 Γραµµή χρησιµοποιείται κυρίως στις περιπτώσεις που το σχόλιο δηλώνει ότι κάποιος στίχος αποτελεί ποιητικό δάνειο από τον Βιργίλιο. Σε αυτή την περίπτωση η παραποµπή στο Βιργιλιανό κείµενο, που συνιστά το σχόλιο και καταγράφεται στην ώα του χειρογράφου, συνδέεται µε τον αντίστοιχο στίχο µε µία γραµµή, για να καταστεί σαφές το χωρίο στο οποίο αναφέρεται.
xiii
σύζευξη ενός σχολίου του Moreau µε το κείµενο είναι η νοηµατική τους σχέση, όπως προκύπτει από το ίδιο το περιεχόµενο της παρατήρησης.
β. Τα χαρακτηριστικά γραφής του Moreau
Τόσο για το ποιητικό κείµενο όσο και για τα σχόλιά του στον κώδικα Α ο Moreau χρησιµοποίησε µια ενιαία µικρογράµµατη γραφή, ελαφρά κεκλιµένη προς τα δεξιά. Η γραφή αυτή µπορεί να χαρακτηριστεί σε γενικές γραµµές ευανάγνωστη, ειδικά αν πρόκειται για τους στίχους του De bello Troiano. Αντίθετα, τα σχόλια παρουσιάζονται µόνο σε µερικές περιπτώσεις17 εξίσου καλογραµµένα µε το ποιητικό κείµενο, καθώς τα περισσότερα από αυτά φαίνονται να καταγράφονται µε κάποια προχειρότητα και πολλές φορές και µε βιασύνη από τον Γάλλο λόγιο. Άλλοτε πάλι, όταν η ανάγκη απαιτεί να χωρέσουν στην ώα του χειρογράφου, είναι σε τέτοιο βαθµό πυκνογραµµένα, ώστε γίνονται εξαιρετικά δυσανάγνωστα. Πάντως ανεξάρτητα από αυτό, είναι γεγονός ότι το σχήµα των γραµµάτων του Moreau δεν αποκλίνει ιδιαίτερα από το σύνηθες σχήµα γραµµάτων που συναντάται στο σύγχρονο λατινικό αλφάβητο. Έτσι ο τύπος γραφής του λογίου, µε εξαίρεση κάποιες ιδιαιτερότητες που θα εξεταστούν στη συνέχεια, δεν ξενίζει ιδιαίτερα τον σηµερινό αναγνώστη. Ελαφρά διαφοροποιηµένη από τη συνήθη µορφή παρουσιάζουν στα χειρόγραφα του Moreau τα γράµµατα h, p, s, t, v και ο αριθµός 5. Συγκεκριµένα το πρώτο από αυτά υποδηλώνεται κάποιες φορές µε σηµείο που µοιάζει σαν ελαφρά
πλαγιασµένο τελικό κεφαλαίο ς ( ȥ ), αν και συνηθέστερα εµφανίζει την οικεία σε µας µορφή h. To p εµφανίζεται κάποιες φορές µε την κάθετη γραµµή προεκταµένη προς τα αριστερά καταλήγοντας σε µια περισπωµένη (~þ ) που ενώνεται συνήθως µε το σύµβολο που προηγείται. To τρίτο γράµµα εµφανίζεται είτε ως s είτε συνηθέστερα µε
τις δύο του καµπύλες αρκετά ανοιχτές ώστε να παίρνει τη µορφή ʃ , όπως δηλαδή εµφανίζεται στη λεγόµενη κυρτή ρωµαϊκή γραφή (Roman cursive writing).18 Στο t πάλι, η οριζόντια γραµµή προεκτείνεται µερικές φορές προς τα αριστερά, καταλήγοντας σε µια κυµατιστή γραµµή σαν περισπωµένη, όµοια µε αυτή που
17 Συνήθως αυτό ισχύει για τα σχόλια που είναι µεταφρασµένα από τα Ελληνικά. 18 Edward Maunde Thompson, A handbook of Greek and Latin palaeography, D. Appleton and company, New York 1893, σελ. 205 και Bernhard Bischoff, Latin Palaeography: Antiquity and the Middle Ages, trans. Daibi O Croinin and David Ganz, Cambridge University Press, Cambridge 1990, σελ. 64.
xiv
συναντάται στο γράµµα p, δηλαδή ~t. Tο v αναπαριστά, περιέργως, ένα b του 19 οποίου η κάθετη γραµµή είναι πλαγιασµένη προς τα αριστερά ( ) . Τέλος στο σηµείο του αριθµού 5 την τεθλασµένη γραµµή πάνω από το ηµικύκλιο ο Moreau προτιµά να την απλοποιεί, αντικαθιστώντας τη µε µια απλή κάθετο / . Έτσι ο αριθµός
5 παρουσιάζει µια µορφή που οµοιάζει κάπως στο σηµερινό 4 ( ⊃ ).20 Εκτός του ιδιαίτερου σχήµατος κάποιων γραµµάτων ενδιαφέρον παρουσιάζει στον τρόπο γραφής του λογίου η ιδιόµορφη χρήση των φθόγγων u/v. Όπως έχει παρατηρηθεί στο ποιητικό κείµενο,21 έτσι και στα σχόλια το u εµφανίζεται µόνο στο εσωτερικό ή στο τέλος της λέξης (π.χ. fluctu),22 αντίθετα µε το v, το οποίο σηµειώνεται µόνο στην αρχή (π.χ. vxores, versibus).23 Εξαίρεση αποτελούν το εγκλιτικό µόριο ve που, αν και στο εσωτερικό της λέξης, γράφεται πάντα µε v (π.χ. compositi editive)24 και το κεφαλαίο V που εµφανίζεται συνολικά τέσσερις φορές στη µέση λέξεων µε κεφαλαιογράµµατη γραφή, στον τίτλο των σχολίων των Προοµηρικών και Οµηρικών (PERVTILES, EIVSDEM, SVA25 / EIVSDEM)26 Επιπλέον από το σχ. 353 και µετά στην αρχή λέξης το κεφαλαίο γράφεται ως U και όχι V (π.χ. σχ. 353, 374, 386 κ.ά.), αλλαγή η οποία εντοπίζεται και στο ποιητικό κείµενο µετά τον στίχο PH 240.27 Ανάλογη χρήση µε το u/v έχουν τα γράµµατα i/j. Το j σηµειώνεται µόνο στην αρχή λέξεων και µόνο ως κεφαλαίο, συνήθως σε περιπτώσεις κυρίων ονοµάτων, όπως στο Jlium,28 αλλά ενίοτε και σε οποιονδήποτε άλλο όρο µετά από τελεία (π.χ. interprete. Jngentem).29 Το i άπό την άλλη, εµφανίζεται στη µέση ή το τέλος λέξης (π.χ. memini).30 Ωστόσο αυτό δεν αποτελεί κανόνα, καθώς στο χειρόγραφο ανιχνεύονται και αρκετές λέξεις που αρχίζουν από κεφαλαίο Ι, είτε είναι κύρια ονόµατα (Iliada)31 ή ξεκινούν περίοδο (Periocha. Instructum).32 Συµβαίνει µάλιστα ίδιες ή οµόρριζες λέξεις να γράφονται άλλοτε µε Ι και άλλοτε µε J, όπως στην
19 Το ίδιο σύµβολο αναπαριστά το b, όταν η γραµµή του κλίνει προς τα δεξιά (b). 20 Bischoff, ό. π., σελ. 132. 21 ∆. Νικήτας, ό.π., σελ. 323. 22 Σχ. 104. 23 Σχ. 180. 24 Σχ. 268 25 Σχ. 7. 26 Σχ. 132. 27 ∆. Νικήτας, ό.π., σελ. 323. 28 Σχ. 135. 29 Σχ. 10. 30 Σχ. 418. 31 Σχ. 8.
xv
περίπτωση της λέξης Iliada / Jliada.33 Πέραν των όσων αναφέρθηκαν, µια αξιοσηµείωτη τακτική που ακολουθεί ο Moreau στη συγγραφή του De bello Troiano είναι η εκτεταµένη χρήση µίας σειράς από συντοµογραφίες για ένα πλήθος λατινικών κυρίως λέξεων. Η χρήση αυτή είχε υιοθετηθεί ήδη από τους πρώτους αντιγραφείς χειρογράφων του Μεσαίωνα και συνεχίστηκε µέχρι και τα πρώτα τυπωµένα βιβλία της Αναγέννησης µετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας.34 Αποσκοπούσε µάλιστα στο να µειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο το µέγεθος ενός κώδικα ή τυπωµένου βιβλίου, ώστε και να κοστίζει λιγότερο και να αποθηκεύεται ευκολότερα στα ράφια των βιβλιοθηκών. Εκτός αυτού οι συντοµογραφίες περιόριζαν αρκετά και τον χρόνο και το µόχθο που απαιτείτο κατά τη διαδικασία της αντιγραφής. Έτσι ο Γάλλος λόγιος άλλοτε συντέµνει λέξεις χρησιµοποιώντας σύµβολα στη θέση κάποιων συλλαβών και σπανιότερα, χρησιµοποιεί κάποιο σύµβολο που αντικαθιστά µια ολόκληρη λέξη. Τα περισσότερα από αυτά τα σύµβολα πάντως δεν ήταν επινόηση του Moreau αλλά είχαν ήδη χρησιµοποιηθεί ευρέως µε την ίδια µορφή από προγενέστερους αντιγραφείς. Οι συντοµογραφίες35 που χρησιµοποιούνται στον κώδικα Α είναι εξής: 1) Η κάτω τελεία (.) χρησιµοποιείται, όπως και σήµερα, για να δηλώσει αφαίρεση των τελευταίων γραµµάτων µιας λέξης, είτε πρόκειται για εύκολα εννοούµενη κατάληξη είτε για αφαίρεση περισσοτέρων γραµµάτων ακόµη και από τη ρίζα. Ο Moreau καταφεύγει στη χρήση της κάτω τελείας κατά κύριο λόγο στις συντοµογραφίες ονοµάτων διαφόρων συγγραφέων ή έργων στα οποία παραπέµπει τον αναγνώστη (π.χ. Ouid. = Ovidius, Metam. = Metamorphoseon κ.ο.κ.).36 Σε µερικές περιπτώσεις πάντως είναι αρκετά δύσκολη η ταυτοποίηση συντοµογραφίας – συγγραφέα / έργου, ειδικά όταν δίνονται µόνο τα πρώτα γράµµατα.37 2) Οριζόντια παύλα όµοια µε το σηµείο προφοράς µακράς συλλαβής (π.χ. ā, ē, ī, ū) ή καµπύλη µε τη µορφή ½ πάνω από φωνήεν αντικαθιστά ένρινο που ακολουθεί χωρίς να διευκρινίζεται αν πρόκειται για m ή n (δηλαδή στις παραπάνω περιπτώσεις ā
32 Σχ. 139. 33 Σχ. 8 και 92 34 Για µια αναλυτική περιγραφή των συντοµογραφιών σε χειρόγραφα και τυπωµένα βιβλία βλ. A. Cappelli, Lexicon abbreviaturarum: Dizionario di Abbreviature latine ed italiane, Sesta edizione, Ulrico Hoepli, Milano 1979. Στο βιβλίο εµπεριέχονται µε αλφαβητική σειρά χιλιάδες σύµβολα µε την ερµηνεία τους. 35 Προς διευκόλυνση του αναγνώστη για τις συντοµογραφίες του Moreau που απεικονίζονται στα εγχειρίδια του Thompson ή του Bischoff θα παρατίθεται ανάλογη παραποµπή. 36 Σχ. 44. 37 Thompson, ό.π., σελ. 99.
xvi
= am ή an, ē = em ή en κ.ο.κ). Ωστόσο εντοπίζεται και δίπλα στο γράµµα t συχνά µε τη µορφή περισπωµένης ( ~t ) για να δηλώσει ότι προηγείται το n.38 Η παύλα εµφανίζεται συνήθως στο τέλος λέξης, αλλά συχνά και στη µέση, και σε µερικές περιπτώσεις περισσότερο από µία φορά στην ίδια λέξη. Πρόκειται για µια από τις πιο συχνά χρησιµοποιούµενες συντοµογραφίες του Moreau.39 3) Αρκετές συντοµογραφίες δηµιουργούνται µε µια σειρά από σύµβολα που έχουν ως βάση το γράµµα p. Όταν η κάθετη γραµµή του τέµνεται από παύλα ( p ) το σύµβολο αυτό αντικαθιστά άλλοτε τη συλλαβή per και σπανιότερα την par, αν αντίθετα πάνω από το p υπάρχει το σηµείο µακράς συλλαβής ( p ) τότε συµβολίζει τη συλλαβή pre ή prae και σε µια περίπτωση40 την proe. To pro τέλος συµβολίζεται από
το p µε µια µικρή καµπύλη αριστερά (╭p ). Και τα τρία σύµβολα χρησιµοποιούνται αδιάκριτα, στην αρχή, τη µέση ή το τέλος της λέξης ή και µόνα τους για να δηλώσουν την αντίστοιχη πρόθεση.41 4) Αντίστοιχα µε το p ο Moreau κάνει εκτεταµένη χρήση και του q σε διάφορες µορφές. Όταν το q συνοδεύεται από µια καµπύλη γραµµή όµοια µε αυτή που χρησιµοποιείται στη συντοµογραφία της συλλαβής pro ( q ), τότε αντικαθιστά το quod. Αν πάνω από το προηγούµενο σύµβολο υπάρχει ένα m µε ανοιχτές τις δύο καµπύλες ( q ) τότε αντικαθιστά το quam. Το ίδιο γράµµα µε µια παύλα ( q ) χρησιµοποιείται αντί του quae. To qui επίσης αντικαθίσταται άλλοτε από ένα q µε το σηµάδι ^ ακριβώς από πάνω και άλλοτε από το q µε ένα i επάνω δεξιά σε θέση εκθέτη ( qi ).42 5) Τα ακόλουθα σύµβολα χρησιµοποιούνται για τη σύντµηση συγκεκριµένων
καταλήξεων: α) το 2ρ για την κατάληξη –rum της γενικής πληθυντικού43 β) το ȥ για
44 την κατάληξη του γ΄ ενικού προσώπου των ρηµάτων της µέσης φωνής –ur γ) το q3
38 Με το ίδιο σύµβολο δηλώνεται και σκέτο το t (χωρίς δηλαδή να προηγείται n), όπως ειπώθηκε παραπάνω. 39 Thompson, ό.π., σελ. 100, ο οποίος υποστηρίζει ότι σπάνια χρησιµοποιείται η παύλα στη µέση της λέξης, κάτι που όµως δεν ισχύει στην περίπτωση του κώδικα που εξετάζουµε. Βλ. και Bischoff, ό.π., σελ. 157. Ωστόσο κανένας από τους δύο δεν αναφέρει την περίπτωση του ~t . 40 Στη λέξη proelia, σχ.192. 41 Thompson, ό.π., σελ. 101 – 102 και Bischoff, ό.π., σελ. 160. 42 Bischoff, ό.π., σελ. 160, όπου δείχνει όλες αυτές τις συντοµογραφίες, εκτός από αυτές του quam και του qui. 43 Thompson, ό.π., σελ. 101. Bischoff, ό.π., σελ. 157. 44 Thompson, ό.π., σελ. 101. Bischoff, ό.π., σελ. 158. Σύµφωνα µε τους δύο µελετητές, το συγκεκριµένο σύµβολο φαίνεται να είχε µικρότερο σχήµα σε σχέση µε τα υπόλοιπα γράµµατα της λέξης στο τέλος της οποίας σηµειωνόταν, σαν εκθέτης, αυτό όµως δεν συµβαίνει στο αυτόγραφο του Moreau.
xvii
45 για το εγκλιτικό que δ) το b3 για την κατάληξη –bus των ονοµάτων τρίτης, τέταρτης και πέµπτης κλίσης στη δοτική και αφαιρετική πληθυντικού46 ε) το ο για την κατάληξη –us, ενώ το ίδιο ακριβώς σύµβολο στην αρχή της λέξης αντικαθιστά τη συλλαβή con / com (π.χ. impi ο = impius, ο muni = communi)47 και στ) το , η χρήση του οποίου είναι σπάνια, αντικαθιστά την κατάληξη –em.48 Τέλος, σε µερικές λέξεις δίνεται το αρχικό γράµµα ή η αρχική συλλαβή και η κατάληξη της υποδηλώνεται µε 49 a o a ένα µικρό γράµµα σαν εκθέτη επάνω δεξιά π.χ. q = qua, q = quo, opt = optima, maxs maximus και qη = quem.50 6) Το γράµµα b ελαφρά πλαγιασµένο προς τα αριστερά που τέµνεται από µια πλάγια γραµµή / σχηµατίζοντας ένα Χ µε µικρό κύκλο κάτω δεξιά ( ) αντικαθιστά τη συλλαβή ver.51 7) Η παύλα που είδαµε να χρησιµοποιείται ως σύµβολο των ένρινων m/n, ή καµπύλη της µορφής ½ µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να δηλώσει συντοµογράφηση λέξεων όπως mrīs = matris, senīas = sententias).52 Σπάνια, η ίδια παύλα δεν σηµειώνεται επάνω σε κάποιο γράµµα, αλλά το τέµνει κάθετα (συνήθως το l), για τη σύντµηση γραµµάτων ή και συλλαβών που προηγούνται (ep l a = epistula ή maīp l as = manipulas).53 8) Οι δίφθογγοι ae και oe γράφονται πολλές φορές ως e µε υπογεγραµµένη (ę), ειδάλλως εµφανίζονται µε ενωµένα τα δύο γράµµατα από τα οποία συντίθενται (æ ή œ). Εξαίρεση αποτελούν οι περιπτώσεις λέξεων στις οποίες τα φωνήεντα a/e ή ο/e δεν συµπροφέρονται, όπως στις λέξεις aër και Gorytoëssa,54 οπότε και τα δύο γράµµατα δεν ενώνονται και σηµειώνονται διαλυτικά.55 9) Ο συµπλεκτικός σύνδεσµος et συντοµογραφείται µε το σύµβολο c- .56
45 Thompson, ό.π., σελ. 99 –100. 46 Thompson, ό.π., σελ. 99 – 100 (και για τα δύο σύµβολα q3 και b3). Bischoff, ό.π., σελ. 158. 47 Thompson, ό.π., σελ. 101. Bischoff, ό.π., σελ. 158. 48 Bischoff, ό.π., σελ. 157 κ.ε. 49 Thompson, ό.π., σελ. 102. Bischoff, ό.π., σελ. 164 κ.ε. 50 Στην τελευταία περίπτωση τo σύµβολο η προέρχεται από ένα m, του οποίου η πρώτη κεραία δεν σηµειώνεται ολόκληρη. 51 Bischoff, ό.π., σελ. 157. 52 Σχ. 34 και 10. Βλ. και Thompson, ό.π., σελ. 99 – 100, ο οποίος πρώτα κατηγοριοποιεί τις συντοµογραφίες σε abbreviations (συντµήσεις κατάληξης) και contractions (συντµήσεις στο εσωτερικό λέξης) και µετά αναφέρεται στην παύλα αυτή. Bischoff, ό.π., σελ. 161 κ.ε. 53 Σχ. 74 και 304. Βλ. και Thompson, ό.π., σελ. 100, κατά τον οποίο η παύλα αυτή είναι ελαφρά πλαγιασµένη, κάτι που δεν συµβαίνει στην περίπτωση του κώδικα που γράφει ο Moreau, του οποίου η παύλα τέµνει κάθετα τη γραµµή του l. Βλ. και Bischoff, ό.π., σελ. 158. 54 Σχ. 311 και 324. 55 Ο Bischoff, (ό.π., σελ. 122) αναφέρει ότι το ę αντικαθιστά µόνο το ae, όχι το oe. 56 Bischoff, ό.π., σελ. 160. απεικονίζει κάποιες συντοµογραφίες του et, παρόµοιες µε αυτή του Moreau.
xviii
10) Το γράµµα s πάνω στο οποίο σηµειώνονται δύο τελείες σαν διαλυτικά αντικαθιστά το επίρρηµα supra.57 11) Σύµβολο που σχηµατίζεται από ένα ο στο οποίο εφάπτεται δεξιά κάθετη γραµµή ( ο│ ) δηλώνει τη συλλαβή ei (π.χ. qο│ s = queis).58 12) Τελευταία κατηγορία συντοµογραφιών που εντοπίζονται στον κώδικα Α αφορά σύµβολα που αντικαθιστούν µια ολόκληρη λέξη και συγκεκριµένα ονόµατα
θεών. Σε αυτά υπάγεται αρχικά το σύνηθες σύµβολο µε την ασπίδα και το δόρυ ( ♂ )
που χρησιµοποιείται για το όνοµα του θεού Mars, ένα καλλιγραφικό 4 ( 2|- ) που συµβολίζει τον αετό, ιερό πουλί του ∆ία, παίρνει τη θέση του ονόµατος Juppiter, το
σχήµα Ι που χρησιµοποιείται για να δηλώσει τον θεό Saturnus και ένα µισοφέγγαρο µε τη µορφή É που χρησιµοποιείται ως συντοµογραφία για το όνοµα Luna. Τα τέσσερα παραπάνω σύµβολα59 εµφανίζονται µε την ίδια πάντα µορφή, χωρίς δηλαδή να διαφοροποιούνται ανάλογα µε την πτώση του ονόµατος που δηλώνουν, η οποία γίνεται αντιληπτή µόνο µε βάση τα συµφραζόµενα. Στις ιδιοµορφίες γραφής του Moreau συγκαταλέγονται επίσης αυτές που αφορούν τον τονισµό των λατινικών λέξεων. Στα χειρόγραφα του λογίου ανιχνεύονται τρία σηµεία τονισµού, η οξεία (΄), η βαρεία (`) και µια οξυγώνια περισπωµένη µε τη µορφή ˆ . Ωστόσο πρέπει να σηµειωθεί ότι τα σηµεία αυτά µπορούν να χαρακτηριστούν ως τόνοι µόνο µορφολογικά και όχι µε βάση τη λειτουργία τους στο χειρόγραφο. Εκτός από την οξεία κανένα από τα υπόλοιπα δεν χρησιµοποιείται κυριολεκτικά ως τόνος, υποδεικνύοντας δηλαδή ποια συλλαβή της λέξης πρέπει να τονιστεί (άλλωστε είναι γνωστό ότι η λατινική γλώσσα δεν χρησιµοποιούσε τόνους), αλλά παίζουν διαφορετικό ρόλο, όπως θα δούµε στη συνέχεια. Οξεία (που σε κάποιες περιπτώσεις παίρνει τη µορφή κάθετης γραµµής πάνω από το φωνήεν) σηµειώνεται πάντα σε εκείνες τις λέξεις, στο τέλος των οποίων η προσθήκη του εγκλιτικού συνδέσµου que µεταβάλλει τον αρχικό τους τονισµό,
57 Βλ. Bischoff, ό.π., σελ. 160, ο οποίος παρουσιάζει τη συντοµογραφία αποτελούµενη από ένα s, πάνω από το οποίο, αντί για τελείες, είναι γραµµένο ένα µικρό a. 58 Σχ. 21. 59 Σχετικά µε το τι απεικονίζει το καθένα από τα τρία πρώτα σύµβολα βλ. Joseph Emerson Worcester, A pronouncing spelling – Book of the English Language, Boston, Brewer and Tileston, 1957, σελ. 169 (astronomical signs). Πάντως έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι τα σύµβολα δηµιουργήθηκαν σταδιακά από παραφθορά των αρχικών γραµµάτων του ελληνικού ονόµατος των θεών αυτών κατά τη διαδικασία αντιγραφής χειρογράφων: Βλ. W. T. Stearn, “The male and female symbols of biology”, New Scientist, 11, 248 (1961), σελ. 412 – 3.
xix
µεταφέροντας τον τόνο στην επόµενη συλλαβή, προκαλεί δηλαδή τη λεγόµενη έγκλιση τόνου. Έτσι για παράδειγµα στη λέξη cultu, η οποία τονίζεται στη συλλαβή cu, επειδή, αν προστεθεί το que, ο τόνος πέφτει στη συλλαβή tu, σηµειώνεται οξεία πάνω από το u της νέας παραλήγουσας και η λέξη θα γράφεται ως cultúque.60 Εννοείται πως, αν µια λέξη συνοδεύεται από το que χωρίς να αλλοιώνεται ο αρχικός τονισµός της, δεν σηµειώνεται κανένας τόνος (π.χ. hoc / hocque ή fit / fitque).61 Βαρεία σηµειώνεται από το Γάλλο λόγιο πάντα στους τύπους a και e των προθέσεων ab και ex αντίστοιχα. Η πρώτη συνοδεύει συνήθως αφαιρετική του ποιητικού αιτίου (π.χ. à poëtis)62 ή σπανιότερα δηλώνει την τοπική αφετηρία (à Tenedo),63 ενώ η δεύτερη τονίζεται στους εµπρόθετους προσδιορισµούς αποµάκρυνσης από τόπο ή προέλευσης (è Scyro / è media Latinitate).64 Οι εξαιρέσεις του κανόνα αυτού είναι ελάχιστες.65 Η βαρεία επίσης εµφανίζεται σε τρεις ακόµη περιπτώσεις λέξεων µε διπλή λειτουργία στη λατινική γλώσσα, µε σκοπό να διευκρινιστεί έτσι µε ποια από τις δύο τους σηµασίες χρησιµοποιούνται στο κείµενο. Πιο συγκεκριµένα, βαρεία σηµειώνεται στο γράµµα a του επιρρήµατος quam, όταν συνοδεύει δεύτερο όρο σύγκρισης (prius aut antiquius in votis habeat, quàm),66 ώστε να αντιδιαστέλλεται αυτό από την αιτιατική ενικού του θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυµίας qui, quae, quod. Για τον ίδιο λόγο, ο σύνδεσµος quod, είτε χρησιµοποιείται ως ειδικός, είτε ως αιτιολογικός, είτε ως υποθετικός συνοδευόµενος από το si, τονίζεται πάντα στο γράµµα ο, ώστε να µη συγχέεται µε το αναφορικό quod.67 Η τρίτη περίπτωση τονισµού αφορά το cum, το οποίο εµφανίζεται µε βαρεία, όταν επέχει θέση συνδέσµου (χρονικού, αιτιολογικού ή εναντιωµατικού ή όταν προηγείται του tum), ενώ δεν τονίζεται, όταν χρησιµοποιείται ως πρόθεση συνοδεύοντας κάποιο πτωτικό σε αφαιρετική.68 Πάντως πρέπει να σηµειωθεί ότι υπάρχουν αρκετές εξαιρέσεις69 και
60 Σχ. 74. 61 Σχ. 28 και 61. Ένα είδος παρέκκλισης του κανόνα αυτού µπορεί να θεωρηθεί η λέξη vnàque (σχ. 21), όπου η έγκλιση του τόνου υποδηλώνεται µε βαρεία, όχι µε οξεία. 62 Σχ. 65. 63 Σχ. 269. 64 Σχ. 17 και 42. 65 Σχ. 86, όπου η πρόθεση γράφεται µε κεφαλαίο Ε, και στο σχ. 153 (e naui). 66 Σχ. 8. 67 Tritum est oraculum, quòd etc. (ειδικός): σχ. 70. para\ to\ pa/llein to\ do/ru Quòd hastam vibret (αιτιολογικός): σχ. 40. Quòd si extrinsecus alius quoque accedat equus, is parh/oroj appellatur (υποθετικός): σχ. 316 68 Π.χ. cùmque id a Parcis Apollo impetrasset (χρονικός), σχ. 76 cùm in scholio moneat (αιτιολογικός), σχ. 292 affirmant, cùm interim nihil causae in medium proferre queant
xx
αυτού του κανόνα (ειδικά στην περίπτωση του cum), αλλά θα ήταν, νοµίζω, λάθος να οδηγηθούµε στο συµπέρασµα ότι η έλλειψη τόνου σε µερικά επιρρήµατα quam, κάποιους συνδέσµους quod και cum ή και αντίθετα, η ύπαρξη βαρείας σε συγκεκριµένες αναφορικές αντωνυµίες quam και quod οφείλεται απαραίτητα σε απροσεξία του Moreau. Κάποιοι τόνοι ίσως να ήταν απλά γραµµές που ακούσια σηµειώθηκαν και από την άλλη λόγω της φθοράς που υπέστη το χειρόγραφο στο πέρασµα του χρόνου ενδεχόµενα έχουν σβηστεί αρκετά τονικά σηµεία, τα οποία ωστόσο είχαν σηµειωθεί συνειδητά από τον γραφέα. Τελευταία κατηγορία λέξεων που τονίζονται µε βαρεία είναι κάποια επιρρήµατα, τα οποία φέρουν το συγκεκριµένο τονικό σηµείο στη λήγουσα. Τόνος σηµειώνεται αρχικά στα επιρρήµατα που λήγουν σε e και συνήθως παράγονται από δευτερόκλιτα επίθετα (όπως certè, maximè, fabulosè, publicè κ.ά), σε αρκετά που λήγουν σε um, ο ή a (caeterùm, demùm, porrò, verò, posteà, anteà) και τέλος σε όσα βρίσκονται σε συγκριτικό βαθµό, εµφανίζοντας την κατάληξη ius (potiùs, ampliùs). Η βαρεία των επιρρηµάτων µπορεί να παραλείπεται ενίοτε, κυρίως στα σχόλια που είναι γραµµένα in margine.70 Η χρήση της πάντως επιδέχεται κάποια λογική εξήγηση. Όπως και στην περίπτωση των quam, quod και cum που εξετάσαµε παραπάνω, έτσι και η βαρεία που σηµειώνεται στα επιρρήµατα τα διαχωρίζει είτε από αντίστοιχους οµόηχους τύπους των επιθέτων από τα οποία παράγονται, ή από ουσιαστικά που µπορούν να έχουν ίδια κατάληξη, για να µη δηµιουργούνται παρανοήσεις: µε τον τρόπο αυτό το επίρρηµα publicè για παράδειγµα διαχωρίζεται από την κλητική ενικού του αρσενικού γένους του επιθέτου publicus που θα γραφεί χωρίς βαρεία (publice) ή το caeterum ως επίρρηµα τονίζεται, για να µη συγχέεται µε το οµόηχο επίθετο caeterus στην αιτιατική ενικού. Ανάλογος λόγος προφανώς υπαγορεύει τη χρήση τoνικού σηµείου και στα άλλα επιρρήµατα που προαναφέρθηκαν καθώς οι καταλήξεις –ius και –a είναι κοινές και σε ένα πλήθος επιθέτων και ουσιαστικών της
(εναντιωµατικός), σχ. 22 cùm alias, tum in ipso (σε παρατακτική σύνδεση ακολουθούµενο από το tum): σχ. 291. 69 Αναφορικές αντωνυµίες µε βαρεία: Quòd ad epitaphium pertinet (σχ. 130) και quòdque sequitur, id gubernat (σχ. 145). Αιτιολογικοί σύνδεσµοι χωρίς βαρεία: raptio etc. opinione veterum bipertita est, quod plerique … existimauerunt (σχ.135) και Anchimache, quod manum comminus cum hoste conserat (ετυµολογία του ονόµατος Αγχιµάχη στο σχ. 324). Επιρρήµατα quam χωρίς βαρεία: nihil minus quam mastigofo/roj insanus (σχ.127). Σύνδεσµοι cum χωρίς βαρεία: cum Alexander cursu deerrasset (σχ. 135). ∆εν συµβαίνει πάντως ποτέ το αντίθετο, δηλαδή δεν συναντάται καµία περίπτωση πρόθεσης cum, η οποία να τονίζεται. Γενικά πρέπει να σηµειωθεί ότι η βαρεία του quam παραλείπεται, όταν πάνω από το a σηµειώνεται η παύλα που αντικαθιστά το τελικό m (βλ. παραπάνω στη συντοµογραφία 2, σελ. xvi – xvii), όπως στο σχ. 227 (Quam vero delirat). Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τον σύνδεσµο cum, αν συντοµογραφείται ως cū.
xxi
λατινικής γλώσσας, γεγονός που θα µπορούσε να γεννήσει παρανοήσεις. Με βάση την εξήγηση αυτή φαίνεται λογική και η απουσία της βαρείας σε συγκεκριµένες κατηγορίες επιρρηµάτων: επιρρήµατα παραγόµενα από τριτόκλιτα επίθετα που λήγουν σε –iter (simplic–iter, celer–iter, grav–iter) ή απλά σε –er (insup–er, nup–er), όσα έχουν κατάληξη –tim (praesert–im, confest–im), –us (sec–us, exrinsec–us, commin–us, protin–us), –ul (sim–ul, proc–ul) και µερικά άλλα, όπως τα deinde, ita, itaque, adhuc, hocce, ubi, bene, hodie, alicubi, δεν τονίζονται ποτέ από τον Γάλλο λόγιο, καθώς οι παραπάνω λέξεις είτε είναι πολύ κοινές και γνωστές για κάποιον λατινοµαθή, είτε χρησιµοποιούνται αποκλειστικά ως επιρρήµατα και το σηµασιολογικό τους φορτίο είναι συγκεκριµένο, άρα δεν ελλοχεύει κάποιος κίνδυνος παρερµηνείας, αν δεν σηµειωθεί βαρεία. Ένα ακόµη τονικό σηµείο που συναντάται στον κώδικα Α είναι η οξυγώνια περισπωµένη µε τη µορφή ^, η χρήση της οποίας είναι πολύ σπάνια, ενώ η λειτουργία της ποικίλλει. Το σηµείο αυτό εντοπίζεται κυρίως στις περιπτώσεις µεταγραφής ελληνικών λέξεων µε λατινικούς χαρακτήρες. Αρχικά εισάγεται πάνω από το γράµµα u στην κατάληξη της γενικής ενικού –us, για να δηλωθεί µε αυτό τον τρόπο η αντίστοιχη ελληνική κατάληξη της γενικής ενικού –ou=j των θηλυκών τριτόκλιτων κύριων ονοµάτων που λήγουν σε –w/ στην ονοµαστική (δηλαδή Strumw¯ –
Strumou=j → Strymûs ή Xariklw/ – Xariklou=j → Chariclûs).71 Το ίδιο σηµείο
εντοπίζεται επιπρόσθετα και στη µεταγραφή του επιρρήµατος a)llhgorikw½j ως allegoricôs,72 για να δηλώσει το µακρό ο (ω) της κατάληξης. Στις περιπτώσεις αυτές είναι και πάλι σαφής η πρόθεση του Moreau να τονίσει τη διαφορά των παραπάνω λέξεων είτε από τα αρσενικά ονόµατα που γράφονται µε την ίδια κατάληξη –us (π.χ. Homerus) είτε από ελληνικές λέξεις της τρίτης κλίσης που λήγουν στη γενική σε –ος και µεταγράφονται στα λατινικά µε την κατάληξη αυτή (π.χ. ¹Endhi¿doj → Endeidos),73 για να µη γίνουν παρανοήσεις. Η περισπωµένη συναντάται ακόµη σε ένα επίρρηµα hîc, ίσως για να µη θεωρηθεί αντωνυµία74 από τον αναγνώστη, και ως σηµάδι σύντµησης της κατάληξης –ena στη λέξη Polyxena (Polyx^).75 Τέλος
70 impune paedicarentur: σχ. 37. 71 Σχ. 246 και 247. 72 Σχ. 40. 73 Σχ. 15. 74 Σχ. 331, στο επιτάφιο της Πενθεσίλειας. 75 Σχ. 386
xxii
σηµειώνεται µόνο µία φορά στις λέξεις Danaûm, Corînus, Pêgus, figûra, virûm.76 Από αυτές στο Pêgus η περισπωµένη πιθανόν δηλώνει το µακρό ε του αντίστοιχου ελληνικού Ph=goj (όπως δηλαδή και πάνω από τα u και ο δηλώνει αντίστοιχα µακρά ου και ω). Στην περίπτωση των Danaûm και virûm, κοινό στοιχείο των δύο λέξεων είναι πως εντοπίζονται σε έµµετρο κείµενο γραµµένο σε ελεγειακό δίστιχο (Ηρωίδες του Οβιδίου και επιτάφιο του Μαρκέλλου αντίστοιχα) και είναι µάλιστα τοποθετηµένες ακριβώς στο τέλος του πρώτου ηµιστιχίου του πεντάµετρου (Qui primus Danaûm / Troada tanget humum και Corpora multa virûm / sustulit e medio), άρα ίσως η περισπωµένη οριοθετεί ακριβώς το σηµείο διαίρεσης του στίχου. Στις υπόλοιπες λέξεις η χρήση περισπωµένης προκαλεί ερωτηµατικά στον αναγνώστη. Τελευταίο σηµείο γραφής που εντοπίζεται πάνω από γράµµατα στο χειρόγραφο του Moreau είναι τα διαλυτικά. Η χρήση τους είναι παρόµοια µε τη σηµερινή, καθώς σηµειώνονται πάνω από φωνηεντικά συµπλέγµατα που πρέπει κατά την προφορά τους να διαχωριστούν στα φωνήεντα από τα οποία αποτελούνται. Εκτός από την περίπτωση των ae και oe που αναφέρθηκε παραπάνω, διαλυτικά συναντώνται στις περισσότερες λέξεις που εµπεριέχουν το oi (Pyroïs, heroïdum)77 µε εξαίρεση όλους τους τύπους του ουσιαστικού Troia, του παράγωγου επιθέτου Troianus, –a, –um, και του επιθέτου heroicus. ∆ιαλυτικά επίσης εντοπίζονται στο i του συµπλέγµατος ai που εµπεριέχεται στα κύρια ελληνικά ονόµατα Tanaï, Caïcum, Aglaïae και Androdaïxa.78 Απουσιάζουν ωστόσο από εκείνες τις λατινικές λέξεις όπου το ai ακολουθείται από κάποιο φωνήεν, µαζί µε το οποίο το i συνιστά δίψηφο φωνήεν και εποµένως συµπροφέρεται (π.χ. maiestatis, graiugenarum).79 Απουσιάζουν επίσης από όλους τους τύπους του ρήµατος aio (ait, aiunt, aiebat), το ουσιαστικό Danai και τη γενική ενικού ελληνικών κύριων ονοµάτων που λήγουν στη λατινική σε -āus (π.χ. Μenelai, Protesilai),80 καθώς λόγω του τονισµού του µακρού a είναι ούτως ή άλλως αδύνατο να συµπροφερθούν τα δύο γράµµατα. Τέλος ανάλογη χρήση έχουν τα διαλυτικά στο σύµπλεγµα ei: Σηµειώνονται σε τύπους ελληνικών τα οποία εµπεριέχουν τη δίφθογγο ηι και µεταγράφονται στα Λατινικά (π.χ. Leïtus < Lh/i+toj, Deïdamiae < Dhida/meia),81 ενώ απουσιάζουν από όλες τις άλλες λέξεις
76 Σχ. 87, 92, 115, 144 και 156 (επιτάφιο Μαρκέλλου). 77 Σχ. 31 και 37. 78 Σχ. 21, 94, 98 και 324. 79 Σχ. 10 και 410. 80 Σχ. 38 και 133. 81 Σχ. 172 και 411.
xxiii
όπου συναντάται η συγκεκριµένη δίφθογγος. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι ο Moreau δεν εµφανίζεται εντελώς συνεπής ως προς τον παραπάνω κανόνα, καθώς ίδιες λέξεις µπορούν να εντοπιστούν άλλοτε µε διαλυτικά και άλλοτε χωρίς αυτά.82 Μερικές ακόµη παρατηρήσεις που συµπληρώνουν την εικόνα του τρόπου γραφής του Γάλλου λογίου είναι οι ακόλουθες: Πολλά κύρια ονόµατα δεν ξεκινούν µε κεφαλαίο (π.χ. palamedem / neptuni),83 ενώ αντίθετα αρχίζουν µε κεφαλαίο κάποιες λέξεις χωρίς να απαιτείται από κάποιον ορθογραφικό κανόνα (π.χ. Rhetoribus).84 Προτιµάται το γράµµα y αντί του i στους τύπους των λέξεων sydus, lacryma, hyems, hybernus, clypeus και sylva,85 η δίφθογγος ae στη λέξη faemina και τα οµόρριζά της (effaeminato, faemininorum, faemineis),86 η γραφή nanque87 αντί της namque, όπως και το utrunque88 αντί του utrumque . Στα κύρια ονόµατα που αρχίζουν από Ae, η αρχική δίφθογγος γράφεται πάντα µε κεφαλαία ως Æ (Æneas, Ætolae, Ægialus),89 εκτός αν τα δύο γράµµατα δεν συµπροφέρονται και σε αυτή την περίπτωση σηµειώνονται διαλυτικά (π.χ. aëriιs, Αërope).90 Επιπρόσθετα στον κώδικα Α γράφονται πάντα ως µια λέξη οι προσωπικές αντωνυµίες, όταν προσδιορίζονται από την ipse (seipsum, seipsos κ.ο.κ),91 τα επιρρήµατα necnon, quemadmodum, quamobrem, το inprimis και µερικά σύνθετα τακτικά αριθµητικά (π.χ. decimumquartum, decimiseptimi),92 αν και τα τελευταία σε κάποιες περιπτώσεις χωρίζονται σε δύο λέξεις (π.χ. vigesimae primae).93 Κλείνοντας το κεφάλαιο αξίζει να σηµειωθούν µερικά σχόλια για την ελληνική γραφή του Moreau.94 Παρά το γεγονός ότι είναι πολύ λίγα τα σχόλια που
82 Π.χ. Τroïci (σχ.135) αλλά troica (σχ.364). Τraïecit και traiecto στα σχ.22 και 21. Το aït µε διαλυτικά στο σχ. 255. Τα επίθετα που λήγουν σε σε -eus στη δοτική ή την αφαιρετική πληθυντικού: littoreïs αλλά faemineis (σχ.24 και 74). Το Deiphobus (∆ηίφοβος) δεν γράφεται ποτέ µε διαλυτικά σε αντίθεση µε όλα τα ελληνικά ονόµατα που εµπεριέχουν το ηι. Τα ονόµατα Briseidis και Chryseidis χωρίς διαλυτικά εµφανίζονται στα σχ.135 και136 κ.ά. 83 Σχ. 133. 84 Σχ.71. Η ιδιοµορφία αυτή (όπως και οι τέσσερις επόµενες) έχει εντοπισθεί και από τον εκδότη του ποιητικού κειµένου, ο οποίος σηµειώνει ότι «αρκετά συχνά αρχίζουν µε κεφαλαίο λέξεις που δηλώνουν θεϊκά ή ηγετικά πρόσωπα ή προσωποποιηµένες έννοιες και πράγµατα»: ∆. Νικήτας, ό.π., σελ. 323. 85 Σχ. 30 (sydera), 81 (lacrymis),103 (hyeme),104 (hyberno), 155 (clypeo), 353 (syluam). 86 Σχ. 37, 54, 74. 87 Σχ. 86, 166, 288 κ.ά. 88 Σχ. 74. 89 Σχ.157, 171, 115. 90 Σχ.86 και 92. 91 Σχ. 78 και 145. 92 Σχ. 74 και 214 και.227. 93 Σχ. 224. 94 Για τις παρατηρήσεις αυτές λήφθηκαν υπόψη µόνο τα κείµενα που είναι γραµµένα στα ελληνικά στον τόµο 2 του κώδικα Α. Φυσικά πολύ πληρέστερη εικόνα για τον τρόπο γραφής του Moreau
xxiv
εµπεριέχουν ελληνικό κείµενο στον κώδικα Α2, συγκρινόµενα µε τα λατινικά, εντούτοις φανερώνουν κάποιες συγκεκριµένες προτιµήσεις του Γάλλου λογίου. Αρχικά, συγκεκριµένα ελληνικά γράµµατα εµφανίζονται µε ιδιαίτερο σχήµα Ειδικότερα το α γράφεται άλλοτε σαν α και άλλοτε σαν ο\ , (περίπου µε τη µορφή δηλαδή που συναντάται στη µεγαλογράµµατη γραφή uncialis),95 ενώ ο φθόγγος ε αναπαρίσταται µε τρία διαφορετικά σύµβολα: Εκτός της σηµερινής µορφής (ε) σηµειώνεται πολλές φορές και σαν C, ενώ, όταν έπεται του µ ή σπανιότερα του γ,
δηλώνεται µε το σύµβολο ȥ (περίπου το ίδιο που χρησιµοποιείται στη λατινική γραφή για την κατάληξη ur).96 Στην περίπτωση αυτή µάλιστα το άνω άκρο του συµβόλου αυτού ενώνεται µε µια γραµµή µε το δεξί άκρο του συµφώνου (γ, µ) που προηγείται και το κάτω άκρο του ενώνεται µε το αριστερό άκρο του γράµµατος που έπεται
(συνήθως ν) παίρνοντας περίπου τη µορφή ενός 8 δηλαδή µ ȥ ν. Το η γράφεται συνήθως µε ελαφρά προεκταµένη την πρώτη του γραµµή προς τα πάνω σαν το
λατινικό h. Το π παίρνει συχνά την καλλιγραφική µορφή υϑ, το γράµµα σ
καταγράφεται σαν κεφαλαίο σ τελικό ( ̣ ) σε κάποιες λέξεις, αν ακολουθεί φωνήεν και µπορεί να εντοπιστεί όχι µόνο στην αρχή λέξης αλλά και σε εσωτερική συλλαβή. Το τ επίσης παίρνει τη µορφή ενός Ζ µε ελαφρώς στρογγυλεµένες τις δύο εσωτερικές γωνίες.97 Συντοµογραφίες στο ελληνικό κείµενο είναι οι ακόλουθες. α) Το 3 γραµµένο κάτω δεξιά σαν δείκτης αντικαθιστά την κατάληξη –αι ρηµάτων ή απαρεµφάτων (π.χ. 98 λέγοντ3 = λέγονται). β) Οµοίως η δίφθογγος ου αντικαθίσταται αρκετές φορές από το µονόγραµµα ȣ (αποτελούµενο από το ο µε ένα υ που γράφεται από πάνω). γ) Το σύµβολο ο│ χρησιµοποιείται αντί της διφθόγγου ει (όπως και στα Λατινικά), ενώ το Ϟ αντικαθιστά το συµφωνικό σύµπλεγµα στ. δ) Πολλές φορές το γράµµα α που µεσολαβεί µεταξύ δύο συµφώνων γράφεται σαν εκθέτης για συντοµία (π.χ. παρά =
παρέχει ο τόµος 1, εφόσον εµπεριέχει το ελληνικό κείµενο των Τρωικών, ωστόσο θα ήταν άσκοπη για την παρούσα εργασία µια αναλυτική περιγραφή του τρόπου µε τον οποίο γράφει στα Eλληνικά ο Γάλλος λόγιος. 95 Thompson, ό.π., σελ. 191. 96 Βλ. συντοµογραφία 5β, σελ.xvii. 97 Σύµφωνα µε τον Groningen, οι µορφές h και υϑ των γραµµάτων η και π αντίστοιχα, συναντώνται ήδη τον 9ο και 10ο αιώνα στους αρχαιότερους κώδικες (codices vetustissimi) που διασώζουν τη µικρογράµµατη γραφή. Αντίθετα οι µορφές ο\ (α), C (ε) και ̣ είναι µεταγενέστερες και προέρχονται από παραφθορά των αρχικών συµβόλων της πρώτης µικρογράµµατης. Βλ. B. A. Van Groningen, Short manual of Greek palaeography, A. W. Sijthoff, Leyden 1967, σελ. 34 – 35.
xxv
παρά, καρδίαν = καρδίαν).99 Η ίδια ακριβώς µέθοδος υιοθετείται για την σύντµηση κατάληξης –ος: Το ο παίρνει τη θέση εκθέτη, ενώ το ς δεν καταγράφεται καθόλου (κόσµο = κόσµος)100 και µε την ίδια λογική, οι προθέσεις κατά / µετά γράφονται µε τη τ τ µορφή κ / µ . ε) o σύνδεσµος de\ αντικαθίσταται από το σύµβολο `Ɔ , ενώ ο
σύνδεσµος kai\ συντοµογραφείται ως κ`, όπως συµβαίνει µέχρι και σήµερα. στ) Η αιτιατική ενικού του αρσενικού άρθρου, η γενική ενικού του θηλυκού και η γενική πληθυντικού συντέµνονται παίρνοντας αντίστοιχα τις µορφές τ`` (to\n), τ∩ (th=j) και
τ~ (tw=n). Τέλος, όπως και στις λατινικές λέξεις, έτσι και στις ελληνικές µια παύλα χρησιµοποιείται για να δηλώσει αφαίρεση γραµµάτων, που µπορούν να εννοηθούν εύκολα, παρόλο που ο αριθµός δεν είναι συγκεκριµένος (π.χ. φφία = φιλοσοφία).101 Απαραίτητο είναι να σηµειωθεί ότι ως προς τον τονισµό των ελληνικών λέξεων ο Moreau δεν είναι πάντα συνεπής. Συχνά σηµεία τονισµού παραλείπονται (όσο µπορούµε να κρίνουµε, λόγω φθοράς του χειρογράφου), ειδικά στα κείµενα που καταγράφονται στα περιθώρια. Ανεξάρτητα από αυτό, γενικά η οξεία ή το πνεύµα 102 σηµειώνονται µετά το φωνήεν (δηλαδή ε’ν ή λα ρισσαν) και πολλές φορές ο τόνος (οξεία ή περισπωµένη) είναι ενωµένος µε το γράµµα που τονίζει συνιστώντας ένα σύµβολο (π.χ. α ). Τέλος σε λέξεις που εµπεριέχουν διπλό ρ στο εσωτερικό τους σηµειώνεται πάντα στο πρώτο µία ψιλή και στο δεύτερο δασεία (π.χ. u(pe/r)r(ipton). 103
4. Το κείµενο των σχολίων του De bello Troiano: ∆ιαίρεση σε κατηγορίες
Τα 435 σχόλια104 που ρίχνουν το ερµηνευτικό τους φως εµπλουτίζοντας το ποιητικό κείµενο του Τρωικού Πολέµου µπορούν να κατηγοριοποιηθούν µε δύο τρόπους, λαµβάνοντας δηλαδή υπόψη ως κριτήριο διαίρεσης είτε την πατρότητά τους είτε το περιεχόµενό τους. Ωστόσο κάθε απόπειρα ενός τέτοιου χωρισµού αναπόφευκτα προσκρούει σε κάποια συγκεκριµένα εµπόδια. Αρχικά, θα πρέπει να σηµειωθεί ότι ο ίδιος ο Moreau, κατά την καταγραφή των σχολίων, δεν προβαίνει πάντα σε κάποια σαφή οµαδοποίηση τους, διαχωρίζοντάς τα σε αυτά που ανήκουν
98 Σχ. 39. 99 Σχ. 27 και 40. 100 Σχ. 102. 101 Σχ. 102. Όλες αυτές οι συντοµογραφίες, πλην αυτών που χρησιµοποιούνται για τα άρθρα, αναφέρονται από τον Groningen, ό.π., σελ. 43 – 47. 102 Σχ. 61 και 53. 103 Σχ. 242. 104 Σχετικά µε τη σειρά και την αρίθµηση των σχολίων της έκδοσης βλ. παρακάτω στο κεφ.8, σελ. liii.
xxvi
στον Τζέτζη και µεταφράζονται στα Λατινικά και σε αυτά που είναι αποκλειστικά προϊόν δικής του σύνθεσης. Αυτό βέβαια ίσως οφείλεται σε αµέλεια και δεν σηµαίνει φυσικά ότι ο Γάλλος λόγιος είχε κάποια διάθεση να καπηλευτεί µε τον τρόπο αυτό σχόλια του Τζέτζη παρουσιάζοντάς τα σαν δικά του (όπως άλλωστε είδαµε πολλές φορές χρησιµοποιεί σηµάδια για να διαχωρίσει τις δικές του ερµηνευτικές παρατηρήσεις), ωστόσο χρειάζεται προσεκτικός έλεγχος και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι πολλές φορές σχόλια του Τζέτζη διακόπτονται απότοµα ή επεκτείνονται µε τις προσθήκες του Γάλλου λογίου, δηµιουργώντας έτσι ένα είδος µεικτού, ως προς τους συγγραφείς του, κειµένου. Έπειτα και ο διαχωρισµός µε βάση τη θεµατολογία είναι προβληµατικός. Αφενός µεν τα σχόλια στο σύνολό τους καλύπτουν ένα αρκετά ευρύ φάσµα θεµατικών αντικειµένων, και αφετέρου το καθένα από αυτά µπορεί να σχολιάζει κάποιον στίχο µέσα από διαφορετικά ερµηνευτικά πρίσµατα ταυτόχρονα, κατά συνέπεια µε βάση το περιεχόµενό του να µπορεί να ενταχθεί σε περισσότερες από µία κατηγορίες. Ανεξάρτητα, πάντως, από τα εµπόδια αυτά και µε δεδοµένη την ετερογένεια των σχολίων η διαίρεσή τους κρίνεται απαραίτητη για την καλύτερη κατανόησή τους. Με βάση λοιπόν την πατρότητα, από το σύνολο των 435 σχολίων του De bello Troiano τα 167 (περίπου 38,5 %) οφείλουν τη δηµιουργία τους στον Τζέτζη και µόνο η µεταφορά τους από τα Ελληνικά στα Λατινικά γίνεται “Petro Morello Turonensi interprete”. Κοντά σε αυτά, άλλα 185 (42.5 %) σχόλια γράφονται συµπληρωµατικά από τον ίδιο τον Moreau χωρίς την ύπαρξη ελληνικού προτύπου, παρατηρήσεις κατά πλειοψηφία γραµµένες απευθείας στη λατινική γλώσσα,105 οι οποίες φιλοδοξούν να καλύψουν ενδεχόµενα ερµηνευτικά κενά και πιθανές απορίες του αναγνώστη. Μια τρίτη οµάδα αποτελούµενη από 79 σχόλια, που αντιπροσωπεύουν το 18% του συνόλου µπορούν να χαρακτηριστούν, όπως προαναφέρθηκε, ως µεικτά: η υβριδική τους φύση έγκειται στο ότι, παρόλο που προέρχονται από την πένα του βυζαντινού συγγραφέα, εµπλουτίζονται κατά τη διαδικασία της µετάφρασής τους στα Λατινικά µε προσθήκες του Γάλλου λογίου αποκτώντας διπλή πατρότητα. Η εικόνα τέλος συµπληρώνεται από 4 σχόλια (µόλις 1%) που παρουσιάζουν προβληµατική προέλευση. Πρόκειται ουσιαστικά για κείµενα από τα οποία απουσιάζουν εκείνες οι αξιόπιστες ενδείξεις που θα µπορούσαν να προσδιορίζουν µε ακρίβεια αν είναι
105 Ελληνικά συναντώνται στα σχόλια του Moreau µόνο στις περιπτώσεις που παρατίθεται το απόσπασµα κάποιου κειµένου της αρχαιοελληνικής γραµµατείας.
xxvii
προϊόν της συγγραφικής δραστηριότητας του Τζέτζη ή του Moreau.106 Πάντως στις περιπτώσεις αυτές το υπό αµφισβήτηση κείµενο αποτελεί µόνο ένα τµήµα του συνολικού σχολίου: Αν αυτό αφαιρεθεί, το υπόλοιπο µέρος έχει δεδοµένη πατρότητα. Είναι φανερό ότι η παραπάνω διαίρεση δεν παρέχει σαφή εικόνα για µια – µε τη στενή έννοια του όρου – ποσοτική κατανοµή, καθώς αντικατοπτρίζει µόνο τον αριθµό των σχολίων που εµπίπτουν στην κάθε κατηγορία, όχι όµως την έκτασή τους. ∆εν πρέπει µε άλλα λόγια να δηµιουργήσει παρανοήσεις ότι τα 185 σχόλια του Moreau, µαζί µε τις εµβόλιµες παρατηρήσεις του, υπερτερούν των 167 του Τζέτζη κι αυτό γιατί η έκταση του κάθε σχολίου ποικίλλει. Σε γενικές γραµµές οι παρατηρήσεις του Έλληνα συγγραφέα είναι εκτενέστερες, αν συγκριθούν µε αυτές του Γάλλου, οι οποίες σε µερικές περιπτώσεις µπορεί να εκτείνονται ακόµη και στα όρια µιας απλής φράσης ή και λέξης. Μια πιο ρεαλιστική ποσοτική εξέταση µε βάση µέτρησης τον αριθµό των στίχων του κειµένου που έχουµε στα χέρια µας (λαµβάνοντας υπόψη και τα «µεικτά» σχόλια και διαχωρίζοντας τα τµήµατα που ανήκουν στον Τζέτζη από τα αντίστοιχα υπό την πατρότητα του Moreau) θα ανέτρεπε εντελώς την παραπάνω εικόνα: Με βάση αυτή τη µέτρηση καταδεικνύεται ότι ουσιαστικά το µεγαλύτερο ποσοστό (58%) των σχολίων του De bello Troiano έχουν γραφτεί από τον Έλληνα συγγραφέα (περίπου 1433 σειρές κειµένου από το σύνολο των 2463), ενώ το υπόλοιπο 42% (1030 σειρές) ανήκει αποκλειστικά στον Moreau, αν και το υλικό αυτό διοχετεύεται σε περισσότερα, από καθαρά αριθµητική άποψη, σχόλια από ό,τι το κείµενο του Τζέτζη.107 Η παραπάνω διάκριση των σχολίων ανάλογα µε την πατρότητά τους γίνεται εφικτή, όπως είναι λογικό, λαµβάνοντας υπόψη µια σειρά από παραµέτρους. Πρώτα από όλα το βασικό και ασφαλέστερο κριτήριο για να διακρίνει κανείς ποιο κείµενο ανήκει στον Τζέτζη και ποιο στον Moreau είναι φυσικά να εξετάσει αν ένα σχόλιο που εµφανίζεται στον κώδικα Α2 έχει το αντίστοιχο ελληνικό του πρότυπο καταγεγραµµένο στον κώδικα Α1, εφόσον ο τελευταίος εµπεριέχει, όπως ήδη αναφέρθηκε,108 τόσο το ποιητικό κείµενο των Τρωικών όσο και τα ελληνικά σχόλια
106 Σχ. 195, 201, 209 και.324. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά µε την προβληµατική αυτή βλ. στον αντίστοιχο υποµνηµατισµό που συνοδεύει τα σχόλια που προαναφέρθηκαν. 107 Στον παραπάνω υπολογισµό δεν προσµετρώνται εκείνα τα αποσπάσµατα του ελληνικού κειµένου των σχολίων του Τζέτζη που σε κάποιες περιπτώσεις ο Moreau τα µεταφέρει αυτολεξεί από τον κώδικα Α1 στον Α2 και στη συνέχεια τα µεταφράζει (όταν δηλαδή προτάσσει στη λατινική µετάφραση το αντίστοιχο πρωτότυπο ελληνικό κείµενο), αλλά προσµετράται µόνο η λατινική µετάφρασή τους. Αυτό συµβαίνει, γιατί διαφορετικά η εικόνα που θα λαµβάναµε δεν θα ήταν αξιόπιστη, εφόσον θα ήταν σαν να έχουµε υπολογίσει στη µέτρηση δύο φορές το ίδιο κείµενο. 108 Βλ. παλαιογραφικές πληροφορίες στη σελ. ix κ.ε.
xxviii
του βυζαντινού συγγραφέα, που στη συνέχεια µεταφράζονται στον Α2. Η ανάγκη αναζήτησης πάντως του ελληνικού κειµένου του Τζέτζη αποκλειστικά στον κώδικα Α1 εκπηγάζει από το γεγονός ότι µόνο από αυτόν τον κώδικα αντλεί ο Moreau το υλικό που µεταφράζει, αυτόν είχε δηλαδή µπροστά του, όταν συνέγραφε τον Α2. Ωστόσο για επαλήθευση της πατρότητας ενός σχολίου µπορεί κανείς να ανατρέξει και στην έκδοση του Leone, που περιλαµβάνει, όπως προαναφέρθηκε,109 στο σύνολό τους τα Τρωικά και τις συνοδευτικές παρατηρήσεις του βυζαντινού συγγραφέα. Συµπληρωµατικά κριτήρια που µπορούν να ληφθούν υπόψη για το διαχωρισµό κειµένου Τζέτζη – Moreau είναι ο χώρος στον οποίο γράφεται ένα σχόλιο (όπως είδαµε ο Moreau συνήθως χρησιµοποιεί την ώα του χειρογράφου για τις δικές του παρατηρήσεις, ενώ την κεντρική σελίδα για τον Τζέτζη),110 οι αστερίσκοι (**) που σηµατοδοτούν την αρχή και το τέλος µιας προσθήκης του Γάλλου λογίου, το ίδιο το ύφος του κειµένου και φυσικά το ίδιο το περιεχόµενο, ειδικά όταν εντοπίζονται σε αυτό κάποιες εκφράσεις (π.χ. Tzetzes habet, Tzetzes annotat),111 µε τις οποίες δηλώνεται άµεσα ποιος έγραψε την παρατήρηση. Τέλος στα παραθέµατα από το έργο άλλων συγγραφέων είναι εύκολο να αποδοθεί στον Moreau κάθε απόσπασµα λατινικού έργου, καθώς ο Τζέτζης παραπέµπει µόνο σε Έλληνες αλλά ποτέ σε Λατίνους συγγραφείς.112 Λαµβάνοντας υπόψη τώρα ως κριτήριο κατηγοριοποίησης όχι την πατρότητα αλλά το περιεχόµενο του κειµένου, δεδοµένων και των προσκοµµάτων που αναφέρθηκαν προηγουµένως, τα σχόλια του De bello Troiano θα µπορούσαν να υπαχθούν στις 4 ακόλουθες οµάδες: α) Παραθέµατα και παραποµπές έργων άλλων συγγραφέων, β) Γλωσσικές παρατηρήσεις, γ) Μυθολογικά σχόλια, δ) Ενδοκειµενικές αναφορές – αυτοαναφορικά σχόλια. Παρακάτω επιχειρείται µια προσεκτικότερη εξέταση καθεµίας από τις οµάδες αυτές, προχωρώντας από τη µεγαλύτερη ως προς τον αριθµό σχολίων που εµπεριέχει προς τη µικρότερη.
4α) Παραθέµατα και παραποµπές σε έργα άλλων συγγραφέων
Η οµάδα αυτή αντιπροσωπεύει την πλειοψηφία των σχολίων που συνοδεύουν
109 Υποσηµ. 2, σελ. vi. 110 Η µόνη περίπτωση καταγραφής σχολίου του Τζέτζη στην ώα του κώδικα Α2 είναι το σχ. 64, το οποίο ίσως ξέχασε να µεταφράσει αρχικά ο Moreau και το πρόσθεσε αργότερα, υποχρεούµενος να χρησιµοποιήσει το δεξιό περιθώριο της σελίδας. 111 Σχ. 47, 61, 109 κ.ά.
xxix
τους εξαµέτρους του ποιήµατος (περιλαµβάνει 236 από τα 435 σχόλια τα οποία αποτελούν κατά προσέγγιση το 54% του συνόλου).113 Σε αυτήν µπορούν να ενταχθούν ουσιαστικά όλα εκείνα τα σχόλια, των οποίων το περιεχόµενο (αν όχι όλο, τουλάχιστον το µεγαλύτερο µέρος του) καλύπτεται από άµεση ή έµµεση αναφορά στο έργο ενός Έλληνα ή Λατίνου συγγραφέα, το οποίο µπορεί να συσχετισθεί µε κάποιον τρόπο µε ένα χωρίο το ποιήµατος.114 Πιο συγκεκριµένα τα σχόλια της οµάδας αυτής, ανάλογα µε τη µορφή που παίρνουν, εµπίπτουν σε τρεις υποκατηγορίες: στα περισσότερα από αυτά εντοπίζονται αποσπάσµατα από έργα συγγραφέων που µεταφέρονται αυτολεξεί και που µπορούν να συνοδεύονται συνήθως από αντίστοιχη παραποµπή, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο (κυρίως παραθέµατα). Άλλοτε πάλι παρουσιάζεται η άποψη που ενστερνίζεται κάποιος συγγραφέας για ένα ζήτηµα ή η εκδοχή ενός µύθου που την ακολουθεί, χωρίς ωστόσο να παρατίθεται αυτολεξεί το αντίστοιχο κείµενό του, το οποίο µπορεί απλώς να παρουσιάζεται συνοπτικά, ελεύθερα και συχνά σε πλάγιο λόγο (π.χ. Lycophron ait … / Dictys Cretensis attestatur).115 Και σε αυτά τα σχόλια, πριν η µετά την παρουσίαση της πληροφορίας, συχνά παρέχονται κάποια στοιχεία που βοηθούν τον αναγνώστη να καταλάβει από πού αυτή αντλείται (από ποιο λογοτεχνικό έργο και ποιο χωρίο).116 Στην τρίτη περίπτωση δίνεται απλά µια «γυµνή» παραποµπή, η οποία οδηγεί σε άλλο έργο, του οποίου όµως ούτε παρέχεται κάποιο απόσπασµα ούτε δίνονται διευκρινιστικές πληροφορίες για το ποιο είναι το περιεχόµενό του. Ο αναγνώστης καλείται να
112 Η µόνη εξαίρεση αποτελεί το σχ. 83. Βλ. και υποσηµ. 159, σελ. xlv – xlvi. 113 1, 2, 4, 5, 10, 21, 22, 23, 24, 33, 34, 35, 37, 38, 39, 42, 43, 44, 46, 47, 48, 52, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 65, 67, 68, 74, 75, 76, 77, 78, 79, 80, 81, 83, 86, 87, 93, 95, 96, 99, 101, 102, 105, 108, 111, 112, 117, 118, 119, 120, 121, 123, 124, 125, 126, 128, 129, 133, 135, 136, 137, 139, 140, 144, 145, 146, 152, 153, 154, 169, 174, 177, 179, 180, 184, 186, 188, 189, 191, 194, 195, 196, 197, 198, 199, 200, 201, 202, 203, 204, 205, 206, 207, 208, 209, 210, 212, 213, 214, 215, 216, 217, 218, 219, 220, 221, 222, 223, 224, 225, 226, 227, 228, 229, 231, 232, 234, 238, 241, 243, 248, 254, 255, 256, 271, 272, 274, 276, 277, 279, 280, 285, 286, 287, 288, 289, 290, 292, 294, 295, 296, 297, 298, 299, 300, 305, 306, 307, 309, 310, 314, 315, 318, 319, 321, 322, 323, 325, 326, 327, 329, 332, 335, 336, 337, 338, 339, 340, 341, 342, 345, 347, 348, 349, 350, 351, 352, 353, 354, 355, 356, 357, 359, 361, 362, 363, 364, 367, 369, 371, 375, 379, 381, 382, 383, 384, 385, 386, 387, 388, 389, 390, 391, 292, 393, 394, 395, 399, 400, 401, 402, 404, 405, 406, 408, 409, 410, 412, 417, 418, 421, 422, 423, 424, 428, 429, 430, 432, 433, 434. 114 Για την αποφυγή παρανοήσεων πρέπει να σηµειωθεί ότι διακειµενικές αναφορές εντοπίζονται, όπως είναι φυσικό, όχι µόνο στα σχόλια της κατηγορίας αυτής αλλά και σε σχόλια άλλων κατηγοριών. Ωστόσο στην οµάδα αυτή συµπεριλαµβάνονται µόνο εκείνα τα σχόλια που σε όλη τους την έκταση παρέχουν κάποιο παράλληλο χωρίο ή τουλάχιστον το µεγαλύτερο µέρος τους αποτελεί παραποµπή σε έργο άλλου συγγραφέα. ∆εν εντάσσονται σε αυτήν σχόλια απλά και µόνο γιατί εµπεριέχουν διακειµενικές αναφορές αλλά ο βασικός τους στόχος είναι να θίξουν κάποιο άλλο ζήτηµα που καλύπτει το µεγαλύτερο µέρος του περιεχοµένου τους . 115 Σχ. 57 και 79. 116 Εξαίρεση αποτελούν κάποια από τα σχόλια των Οµηρικών που αναφέρουν πληροφορίες της Ιλιάδας, χωρίς να προτάσσεται κάποια παραποµπή. Για αυτά βλ. παρακάτω στη σελ. xxxii.
xxx
προσέξει το στίχο του ποιήµατος µε τον οποίο γειτνιάζει µια τέτοια παραποµπή και, αφού συµβουλευτεί το σχετικό κείµενο, µπορεί να µορφώσει άποψη για τον ρόλο της διακειµενικής αναφοράς. Τα σχόλια της πρώτης αυτής οµάδας, ανεξάρτητα από την υποκατηγορία στην οποία εντάσσονται, εµφανίζουν µια διαβάθµιση ανάλογα µε το πόσο ξεκάθαρα οδηγούν τον αναγνώστη στο συγγραφέα και στο κείµενο που απαιτείται. Με άλλα λόγια δεν είναι πάντα εύκολο στα σχόλια αυτά να διευκρινιστεί µε ακρίβεια το χωρίο κειµένου στο οποίο παραπέµπουν ή ποια είναι η πατρότητά του, και αυτό, γιατί οι παραποµπές παρουσιάζουν µια ετερότητα ως προς το βαθµό σαφήνειας που µπορεί να τις διέπει: Ευκολότερα ανιχνεύσιµες είναι σε γενικές γραµµές οι διακειµενικές αναφορές που υπάρχουν στις υποκατηγορίες 1 και 2 παρά στην τρίτη. Στις «καθαρότερες» περιπτώσεις τους παρέχεται στον αναγνώστη ένα απόσπασµα κειµένου ή κάποια πληροφορία και στην αρχή ή στο τέλος µια σαφής παραποµπή που ορίζει την πηγή από την οποία προέρχεται. Μια τέτοια παραποµπή πρέπει να περιλαµβάνει το όνοµα του συγγραφέα (αν όχι ολόκληρο, τουλάχιστον συντετµηµένο µε σαφήνεια), τον τίτλο του έργου αλλά και το συγκεκριµένο σηµείο από το οποίο αντλείται το κείµενο (στίχος ή και βιβλίο για ποίηση, βιβλίο, κεφάλαιο και παράγραφος, όπου είναι απαραίτητο, για την πεζογραφία).117 Η περίπτωση αυτή ωστόσο σπανίζει. Συχνά παραλείπεται το όνοµα του συγγραφέα, είτε λόγω βιασύνης είτε επειδή το έργο είναι ιδιαίτερα δηµοφιλές στο αναγνωστικό κοινό και εποµένως και η πατρότητά του γνωστή (όπως στην Αινειάδα, τις Μεταµορφώσεις, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια), ή παραλείπεται ο τίτλος του έργου, πολλές φορές στις περιπτώσεις συγγραφέων που παρουσίασαν ένα µόνο δείγµα λογοτεχνικής παραγωγής (π.χ. ο ∆άρης), άρα δεν ελλοχεύει ιδιαίτερος κίνδυνος παρανοήσεων.118 Ωστόσο µεγαλύτερη ασάφεια µπορεί να προκληθεί σε παραποµπές στις οποίες, ενώ δηλώνεται ο συγγραφέας και ο τίτλος του έργου, δεν ορίζεται καθόλου το συγκεκριµένο σηµείο του στο οποίο καλείται να οδηγηθεί ο αναγνώστης ή ορίζεται µεν, κυρίως στα σχόλια του Moreau, αλλά µε τρόπο ανεπαρκή ή ασαφή: αντί δηλαδή να παρέχεται µια συγκεκριµένη αρίθµηση (κεφαλαίου, παραγράφου ή στίχου) χρησιµοποιούνται εκφράσεις όπως sub initium ή in fine που δεν µπορούν να οδηγήσουν µε ασφάλεια σε
117 π.χ. στο σχ. 27: Iulius firmicus maternus li.
xxxi
συγκεκριµένο απόσπασµα έργου ή δίνεται ο αριθµός σελίδας του βιβλίου στην οποία βρίσκεται το παράλληλο χωρίο, γεγονός που δυσχεραίνει τη διαδικασία ανίχνευσής του, εφόσον είναι δύσκολο να γνωρίζουµε ποια ακριβώς έκδοση είχε υπόψη του κάθε φορά ο Γάλλος λόγιος.119 Μια τρίτη περίπτωση ακόµα µεγαλύτερης αοριστίας αφορά σχόλια που εµπεριέχουν παράθεµα ή αποδίδουν ελεύθερα τα λεγόµενα ενός συγγραφέα, δίνοντας όµως µόνο το όνοµά του και κανένα άλλο διευκρινιστικό στοιχείο. Η ανεύρεση των αντίστοιχων χωρίων καθίσταται ιδιαίτερα κοπιώδης, όπως είναι αναµενόµενο, ειδικά σε εκείνους τους λογοτέχνες των οποίων η συγγραφική δραστηριότητα εκτείνεται σε πολλά και µακροσκελή έργα.120 Τέλος στα πιο ασαφή σχόλια συγκαταλέγονται εκείνα στα οποία αναφέρεται κάποιο παράθεµα ή κάποια πληροφορία που ανιχνεύεται στο έργο κάποιου συγγραφέα, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται ούτε το όνοµά του ούτε ο τίτλος του έργου του. Τα σχόλια αυτά συχνά αρχίζουν µε φράσεις όπως quidam aiunt / tradiderunt ή quidam dicunt,121 αν έχουν γραφεί διά χειρός Τζέτζη ή εµπεριέχουν ένα σκέτο παράθεµα, τακτική που υιοθέτησε σε ελάχιστες περιπτώσεις ο Moreau.122 Εξαιρούνται βέβαια κάποια σχόλια που συνοδεύουν στίχους των Οµηρικών, τα οποία παρέχουν διάφορες διευκρινιστικές για το κείµενο πληροφορίες, αντλούµενες από την Ιλιάδα (κατάλογοι, ως επί το πλείστον, που περιλαµβάνουν τα ονόµατα των ηρώων που σκοτώθηκαν σε κάποια µάχη):123 παρά το γεγονός ότι από αυτά απουσιάζει εντελώς η παραποµπή, ωστόσο δεν δηµιουργείται παρανόηση ως προς την προέλευσή των πληροφοριών που παρέχουν, καθώς συνάγεται από το περιεχόµενό τους ότι αναφέρονται στην Ιλιάδα και επιπλέον, επειδή είναι γραµµένα αµέσως µετά την περίληψη κάποιας συγκεκριµένης ραψωδίας, κατανοεί ο αναγνώστης και το συγκεκριµένο σηµείο του οµηρικού κειµένου στο οποίο αναφέρονται. Ανάλογη διαβάθµιση ως προς τη σαφήνεια εµφανίζουν τα σχόλια που εµπίπτουν στην τρίτη υποκατηγορία που προαναφέρθηκε, αυτά δηλαδή τα οποία αποτελούνται από µια «γυµνή» παραποµπή. Το γεγονός ότι δεν εµπεριέχουν το χωρίο του κειµένου που πρέπει να συµβουλευθεί ο αναγνώστης τα καθιστά από τη φύση τους κάπως πιο ασαφή σε σχέση µε τα σχόλια των άλλων δύο υποκατηγοριών. Ωστόσο τα πράγµατα δυσκολεύουν ακόµη περισσότερο στις γυµνές παραποµπές από
119 Plutar
xxxii
τις οποίες απουσιάζει ευκρινής αρίθµηση, ή αυτές που αποτελούνται µόνο από έναν τίτλο έργου ή το όνοµα ενός συγγραφέα.124 Αν σε αυτά τα προβλήµατα προσθέσουµε κάποιες παρατυπίες που παρεισφρέουν στα σχόλια και των τριών υποκατηγοριών και αφορούν τη λανθασµένη απόδοση της πατρότητας ενός παραθέµατος σε κάποιον συγγραφέα125 και την πληµµελή αρίθµηση στίχων ενός ποιήµατος ή των κεφαλαίων ενός πεζού έργου στις παραποµπές126 ή το ότι πολλές φορές ο τίτλος ενός έργου ή το όνοµα ενός λογοτέχνη εµφανίζεται συντετµηµένο σε τέτοιο βαθµό ώστε να µην είναι αναγνωρίσιµο,127 γίνεται κατανοητό ότι η ανίχνευση των παράλληλων χωρίων στα οποία µας οδηγεί το De bello Troiano δεν πραγµατοποιείται τόσο εύκολα σε κάθε περίπτωση. Κλείνοντας την εξέταση των σχολίων της πρώτης αυτής κατηγορίας πρέπει να σηµειωθεί ότι ανεξάρτητα από τις ασάφειες που προδιαγράψαµε, υπάρχει και µια αντίθετη πλευρά: σε µια προσπάθεια διαφώτισης του αναγνώστη, σε κάποια από τα παραθέµατα των σχολίων προτάσσεται µερικές φορές ένα είδος σύντοµου συνήθως εισαγωγικού σηµειώµατος γραµµένου είτε από τον Τζέτζη ή τον Moreau, το οποίο έχει στόχο να δώσει κάποιες διευκρινιστικές πληροφορίες που βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση του κειµένου που έπεται. Το σηµείωµα αυτό µπορεί να εντάσσει το παράθεµα στο γενικότερο πλαίσιο του λογοτεχνικού έργου από το οποίο αντλείται, να καλεί τον αναγνώστη να εντοπίσει συγκεκριµένες οµοιότητες ή διαφορές µε τους στίχους του De bello Troiano που έδωσαν αφορµή για την παράθεση του παράλληλου χωρίου ή να πρόκειται σπανιότερα για αξιολογικό χαρακτηρισµό που κάνει ένας από τους δύο λογίους για τον συγγραφέα του παραθέµατος ή την άποψη που πρεσβεύει. Σε ό,τι αφορά τώρα τον ρόλο των παράλληλων χωρίων που εµφανίζονται στα σχόλια αυτά αλλά και σε σχόλια άλλων κατηγοριών θα γίνει διεξοδικότερος λόγος λίγο παρακάτω, στο κεφάλαιο για τη διακειµενικότητα του έργου.
124 Aen.
xxxiii
4β) Γλωσσικές παρατηρήσεις
Τα 95 από τα σχόλια της παρούσας έκδοσης (22%) θίγουν ζητήµατα που σχετίζονται µε κάποιο τρόπο µε τη γλώσσα του ποιήµατος που συνοδεύουν.128 Από το σύνολό τους, εάν εξαιρεθούν τα 4, τα υπόλοιπα φέρουν όλα τη συγγραφική σφραγίδα του βυζαντινού λογίου,129 γεγονός που επιδέχεται λογική εξήγηση, αφού στα ενδιαφέροντα του Τζέτζη εξέχουσα θέση κατείχε η µελέτη του λόγου.130 Όπως βέβαια είναι αναµενόµενο, επειδή η γλώσσα ενός λογοτεχνικού κειµένου µπορεί να αποτελέσει αντικείµενο εξέτασης µέσα από διαφορετικά πρίσµατα, έτσι και τα σχόλια της δεύτερης κατηγορίας εµφανίζουν αναπόφευκτα µια θεµατική ποικιλοµορφία. Βάσει αυτής θα µπορούσαν να διαχωριστούν εποµένως σε 4 υποκατηγορίες που χρήζουν προσεκτικότερης εξέτασης. Αρχικά, η πλειονότητα των σχολίων της κατηγορίας κινείται στο σηµασιολογικό επίπεδο: ερµηνεύονται άλλοτε µεµονωµένες λέξεις και άλλοτε λεκτικά σύνολα που εντοπίζονται στο κείµενο. Αυτή η ανάγκη, βέβαια, διασαφήνισης του νοήµατος δεν προκύπτει από το γεγονός ότι το λεξιλόγιο του Τρωικού Πολέµου συνίσταται από πολλούς ειδικούς όρους ή σπάνιες λέξεις. Ωστόσο ο Τζέτζης προέβη στο έργο του σε µια ευρεία χρήση αλληγοριών που δεν είναι πάντα εύκολο να αποκωδικοποιηθούν και από την άλλη αρκετές λέξεις χρησιµοποιούνται συνυποδηλωτικά, µε αποτέλεσµα να είναι χρήσιµη, αν όχι απαραίτητη, η αποσαφήνισή των σχετικών χωρίων. Από την άλλη η ερµηνεία λέξεων ή φράσεων είναι µια καλή ευκαιρία για τον συγγραφέα να επιδείξει τη φιλοµάθειά του ή να
127 Π.χ. η συντοµογραφία (ονόµατος συγγραφέα ή τίτλου έργου) Cael. στο σχ. 40. 128 Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα σχόλια υπ’ αριθµόν 11, 12, 14, 15, 18, 19, 20, 26, 27, 28, 29, 30, 31, 32, 40, 41, 49, 50, 53, 54, 61, 62, 71, 84, 85, 88, 90, 91, 103, 107, 109, 110, 122, 134, 138, 142, 143, 149, 157, 161, 162, 167, 173, 181, 183, 185, 187, 230, 233, 235, 236, 237, 239, 240, 242, 244, 245, 246, 247, 249, 250, 251, 252, 253, 257, 258, 266, 267, 268, 269, 270, 273, 281, 291, 301, 303, 304, 308, 311, 312, 316, 317, 320, 324, 328, 333, 334, 368, 370, 372, 373, 374, 377, 411, 419. 129 Τα τέσσερα γλωσσικά σχόλια που έγραψε ο Moreau είναι τα 233, 308, 317, 419. Ωστόσο και σε κάποια από τα σχόλια αυτά που γράφτηκαν από τον Τζέτζη ο Γάλλος λόγιος παρεµβαίνει µε δικές του προσθήκες (π.χ. στο σχ. 12). 130 Το ενδιαφέρον του βυζαντινού λογίου για τη γλώσσα και τη µελέτη των µορφολογικών, συντακτικών ή σηµασιολογικών της φαινοµένων είναι έκδηλο σε πολλά από τα σχόλια που έγραψε ο Τζέτζης για το έργο άλλων συγγραφέων (π.χ. του Λυκόφρονα, του ΅Ερµογένη ή του Αριστοφάνη), όπως επίσης και στην Εξήγηση της Ιλιάδας. Είναι µάλιστα αξιοπρόσεκτο το ότι κάποιες φορές ένα σχόλιο των Τρωικών µπορεί να υπάρχει µε ίδιο ακριβώς περιεχόµενο και σχεδόν παρόµοια διατύπωση σε κάποιο άλλο έργο του βυζαντινού συγγραφέα, γεγονός που επισηµαίνεται στον αντίστοιχο υποµνηµατισµό. Για το χαρακτηριστικό αυτό της εργογραφίας του Τζέτζη βλ. ενδεικτικά Εις Λυκ. 9, 14, 25, 45, 116, 286, 385: Σχόλια στον Ερµογένη στο J. A. Cramer (εκδ.), Anecdota Graeca, e codd. manuscriptis bibliothecarum oxoniensium, vol. IV, Oxonii, e typographeo academico, 1837, σελ. 6, 97
xxxiv
επιτεθεί σε όσους κατά τη γνώµη του δεν γνωρίζουν τόσο καλά την αρχαία ελληνική όσο ο ίδιος. Έτσι, ίσως, εξηγείται το ότι στα ερµηνευτικά σχόλια που εξετάζουµε, ανιχνεύονται παρατηρήσεις που διευκρινίζουν όχι µόνο το σηµασιολογικό φορτίο λέξεων που υπάρχουν στο κείµενο αλλά µε αφορµή αυτές παρέχεται ερµηνεία και µερικών συνωνύµων τους, όπου τονίζονται ιδιαίτερα οι µεταξύ τους διαφορές. Μια άλλη αφορµή για γλωσσικά σχόλια δίνουν και οι εκφραστικοί τρόποι που εντοπίζονται στο ποίηµα. Ο Τζέτζης φαίνεται να ενδιαφέρθηκε έντονα όχι µόνο να κοσµήσει τα Τρωικά του µε µια επιµεληµένη έκφραση αλλά και να προσελκύσει την προσοχή του αναγνώστη σε αυτή την παράµετρο του έργου. Τα σχόλια για τους εκφραστικούς τρόπους ρίχνουν τους προβολείς κυρίως σε κάποια σχήµατα λόγου, στις αρετές που πρέπει να διέπουν ένα ρητορικό κείµενο ή σχολιάζουν συγκεκριµένες αφηγηµατικές τεχνικές.131 Πάντως κοινός τόπος των σχολίων αυτών είναι ότι δεν αναδεικνύουν απλά ένα εκφραστικό στοιχείο που εντοπίζεται σε κάποιον στίχο ονοµάζοντάς το, αλλά συνήθως εξηγείται και δικαιολογείται η χρήση του. Κάποιες φορές µάλιστα η εξήγηση ενός σχήµατος ή µιας τεχνικής γίνεται σαφέστερη µε τη χρήση παραδειγµάτων. Μια τρίτη υποκατηγορία γλωσσικών σχολίων έχει ως θέµα την ετυµολογία µιας σειράς κυρίων ονοµάτων. Τα ονόµατα αυτά µπορεί να ανήκουν σε µυθικούς ήρωες, σε θεούς ή στους κατοίκους µιας περιοχής που έλαβαν µέρος στον Τρωικό Πόλεµο (όπως οι Κεφαλλήνες). Για να γίνει πάντως εφικτή η ετυµολόγηση επιστρατεύεται σε κάθε σχόλιο, όπως είναι αναµενόµενο, το κατάλληλο υποστηρικτικό υλικό. Σε πατρωνυµικά, όπως το ∆αρδανίδης που χαρακτηρίζει τον Πρίαµο, αναφέρεται όλο το γενεαλογικό δέντρο του ήρωα που φανερώνει τη σύνδεση του µε τον µακρινό πρόγονο. Σε άλλες περιπτώσεις γίνεται διήγηση κάποιου µύθου (ο οποίος µπορεί να παρουσιάζεται και µέσα από χωρίο έργου άλλου συγγραφέα) που
– 99, 132, Εξήγηση Ιλιάδας στο G. Hermannus (ό.π., σελ. 59 – 64, 70 – 72, 77 – 78), Χιλιάδες 7.890 – 909, 10.759 κ.ε., 10.528 κ.ε κ.ά. 131 Αναφέρονται ή αναλύονται οι εξής όροι κατ’ αλφαβητική σειρά (λαµβάνονται υπόψη και τα σχόλια που εµπεριέχουν εκφραστικές παρατηρήσεις αλλά δεν εντάχθηκαν στην κατηγορία· κάποιοι όροι καταγράφονται στα Ελληνικά και κάποιοι στα Λατινικά): kat' a)/qroisin, a)mfiboli/a, a)nafw/nhma, a)ntwnomasi¿a ή a)nth/xhsij, a)po/dosij (και e)pagwgh \ και ei)sfora),\ a)stei+smo\j (ή xarientismo\j), au)chtiko\j kai\ a)kmastiko\j kai\ sfrigw=n, baru/thj, gluku/thj, deino/thj, diluciditas (µαζί µε breuitas, credibilitas, et sermonis elegantia), dittologi/a, eÀn dia\ diìj (δηλαδή eÀn dia\ duoiÍn) e)pana/lhyij (που αναφέρεται και ως epanadiplosis), e)peisodiako\n schema ή pare/kbasij kat' e)pe/nqesin, (αναφέρεται σε σχόλιο του Moreau), eu)kri/neia και kaqaro/thj (µε τις οποίες επιτυγχάνεται η safh/neia), e)fermhnei/a, e)fermhneutikh\ kai\ e)gkataskeuh/, kallilogi/a, a)po\ koinou=, kata\ merismo\n, paqhtiko\n (kai\ au)chtiko\n) sxh=ma, para/lhyij a)naskeuastikh\, prodih/ghsij, proqewri/a ή prou+fh/ghsij ή u(po/sxesij ή prokata/stasij ή pare/kqesij, proswpopoii¿+a, proxarakthrismo/j, synecdoche και u(pallagh\.
xxxv
εξηγεί γιατί αποδίδεται ένα συγκεκριµένο όνοµα σε κάποιο πρόσωπο. Οι ετυµολογίες ονοµάτων θεών πάλι µπορούν να συνδέονται µε µια αλληγορική ερµηνεία, όπως στην περίπτωση του ονόµατος της Παλλάδας Αθηνάς, που κατά τα λεγόµενα του βυζαντινού λογίου, επειδή γεννήθηκε οπλισµένη, πάλλοντας τα όπλα, το όνοµα της αλληγορικά ερµηνευµένο σηµαίνει σύνεση.132 Στην ίδια υποκατηγορία συγκαταλέγεται και ένα σχόλιο που σχετίζεται µε την ετυµολογία, δεν αφορά όµως µόνο µια συγκεκριµένη λέξη, αλλά αναφέρεται γενικά τις παραγωγικές καταλήξεις των πατρωνυµικών ουσιαστικών.133 Τέλος οι λίγες γλωσσικές παρατηρήσεις του Τζέτζη που υπολείπονται κινούνται σε δύο θεµατικούς άξονες: Κάποιες αναφέρονται στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους εντοπίζοντας µορφολογικές ιδιαιτερότητες λέξεων στην Ιωνία, την Αιολία και την Αττική. Οι άλλες διερευνούν την ποσότητα των συλλαβών, εξετάζοντας περιπτώσεις στις οποίες µια συλλαβή καθίσταται κοινή για το µέτρο του ποιήµατος. Για την επίρρωση µάλιστα των θέσεών του περί µετρικής ο Τζέτζης παραθέτει πάντα ανάλογα παραδείγµατα από στίχους διαφόρων ποιητών. Σε αρκετές περιπτώσεις τα γλωσσικά σχόλια του Τζέτζη δείχνουν να απηχούν κάποιες απόψεις περί γλώσσας των προκατόχων του που ασχολήθηκαν µε ανάλογου είδους ζητήµατα και οδηγούν σε ασφαλή συµπεράσµατα. Άλλοτε πάλι αναπτύσσουν θεωρίες που φαίνεται να είναι ολότελα δικές του, οι οποίες στερούνται και επιστηµονικών ερεισµάτων, κάτι που δεν χαρακτηρίζει µόνο τα Τρωικά, αφού είναι γνωστό ότι στα περισσότερα έργα του βυζαντινού λογίου εντοπίζονται αρκετές ανακρίβειες.134 Έτσι, τα σχόλια στα οποία προσπαθεί να ετυµολογήσει αλληγορικά κάποια ονόµατα ή κάποιες µετρικές παρατηρήσεις, για παράδειγµα το ότι µία µακρά συλλαβή βραχύνεται στο τέλος λέξης χωρίς να ακολουθεί φωνήεν,135 δεν θα λέγαµε ότι µπορεί να ευσταθούν. Επίσης κάποιοι τεχνικοί όροι, τους οποίους χρησιµοποιεί, δεν µαρτυρούνται, τουλάχιστον µε την ίδια µορφή, σε κανένα από τα σωζόµενα κείµενα της αρχαιοελληνικής γραµµατείας (π.χ. η para/lhyij a)naskeuastikh),\ 136
132 Σχ. 40. 133 Σχ. 54. 134 Πολλές από αυτές προκύπτουν από το γεγονός ότι ο Τζέτζης δεν συµβουλευόταν τα βιβλία προκειµένου να δει κάποιο χωρίο από το έργο ενός συγγραφέα αλλά βασιζόταν στη µνήµη του, καθώς περηφανευόταν ότι ήξερε τα περισσότερα έργα απ’ έξω. Βλ. F. Jacobs, 1793, ό.π., σελ. 15 κ.ε. και Α. Kazhdan and A. Wharton Epstein, Change in Byzantine Culture in the Eleventh and Twelfth Centuries, University of California Press, Berkeley – Los Angeles – London 1985, σελ. 137. 135 Σχ. 53. Για την αδυναµία του Τζέτζη να κατανοήσει την αρχαία ελληνική µετρική βλ. N.G. Wilson, ό.π., σελ. 249. 136 Σχ. 106.
xxxvi
άρα θα µπορούσαν να είναι προϊόν δικής του γλωσσοπλασίας, εκτός αν προέρχονται από χαµένα στις µέρες µας έργα. Άλλοτε πάλι ο Τζέτζης χρησιµοποιεί λέξεις που εντοπίζονται σε άλλα κείµενα αλλά µε εντελώς διαφορετικό σηµασιολογικό φορτίο και όχι ως τεχνικοί όροι της ρητορικής (όπως ο όρος a)nth/xhsij)137 και δίνει την εντελώς δική του ερµηνεία στο σχήµα λόγου της συνεκδοχής, που την ορίζει ως το αντίθετο του σχήµατος από κοινού.138 Υπάρχει βέβαια, όπως ειπώθηκε, και η αντίθετη πλευρά, όταν ο βυζαντινός λόγιος αντλεί υλικό για τις γλωσσικές παρατηρήσεις από έργα άλλων συγγραφέων. Οι πηγές του δεν είναι πάντα εύκολο να ανιχνευτούν, πάντως ειδικά στα σχόλια περί σχηµάτων λόγου και ρητορικής διαφαίνεται έντονη επίδραση από το γραµµατικό Ερµογένη από την Ταρσό (µε τον οποίο άλλωστε είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα, εφόσον είχε γράψει και έµµετρα σχόλια για το έργο του),139 καθώς πολλοί από τους όρους που πραγµατεύεται ο Τζετζης αναλύθηκαν διεξοδικά από τον συγκεκριµένο ρήτορα του 2ου µ.Χ. αιώνα. Άλλες παρατηρήσεις του θα µπορούσαν να συσχετισθούν µε χωρία του Λογγίνου, του Αριστοτέλη, του Απολλώνιου ∆ύσκολου, του Γρηγορίου Μητροπολίτου Κορίνθου (Περί διαλέκτων), ενώ το σχόλιο του για τις 4 αρετές της διήγησης εντοπίζεται αυτολεξεί στην Επιτοµή Ρητορικής Τέχνης ανώνυµου συγγραφέα.140 Ανεξάρτητα πάντως από αυτά ο Τζέτζης θα µπορούσε να «κατηγορηθεί» για λογοκλοπή: Η πλειοψηφία των γλωσσικών του σχολίων δεν αναφέρουν καθόλου την πηγή από την οποία αντλούνται οι πληροφορίες που παρέχουν.
4γ) Μυθολογικά σχόλια
Την 3η προς εξέταση οµάδα συνιστούν εκείνα τα σχόλια141 που φέρνουν στο προσκήνιο υλικό αντληµένο από την αρχαία ελληνική µυθολογία. Πρόκειται πιο
137 Σχ. 71. 138 Σχ. 109. 139 Tzetzis, Scholia in Hermogenem στο J. A. Cramer, 1837, ό.π., σελ. 1 – 148. Για την επίδραση που άσκησε το έργο του Ερµογένη στους βυζαντινούς συγγραφείς βλ. και G. Kustas, “Function and Evolution of Byzantine Rhetoric”, στο G. Nagy, Greek Literature in the Byzantine Period (Greek Literature, vol. 9), Routledge, New York 2001, σελ. 192 – 195. 140 Τµήµα του σχ. 20 αντιστοιχεί στην )Epitomh\ (Rhtorikh=j (3.665). 141 Πρόκειται για 76 συνολικά σχόλια, που αντιπροσωπεύουν το 18% και φέρουν στην έκδοση την αρίθµηση: 16, 17, 25, 45, 51, 63, 66, 69, 70, 72, 73, 89, 92, 94, 98, 100, 104, 106, 113, 115, 116, 127, 130, 141, 147, 148, 150, 155, 156, 158, 159, 163, 164, 165, 166, 168, 171, 172, 182, 190, 192, 193, 211, 259, 260, 261, 262, 263, 264, 265, 275, 282, 283, 293, 302, 313, 330, 331, 358, 360, 365, 376, 378, 380, 397, 398, 403, 407, 413, 414, 415, 416, 420, 425, 426, 427.
xxxvii
συγκεκριµένα για µια σειρά από ιστορίες που στοχεύουν στο να συµπληρώσουν το πλέγµα των µύθων που σχετίζονται µε τον Τρωικό πόλεµο, όπως αυτό αποτυπώνεται στους στίχους του επικού µας ποιήµατος, βοηθώντας στην καλύτερη κατανόηση του έργου. Βάσει του ανοµοιογενούς περιεχοµένου τους, όπως συµβαίνει και µε σχόλια των άλλων οµάδων, επιδέχονται κι αυτά µια περαιτέρω διαίρεση σε δύο υποκατηγορίες: τα 2/3 (54 στο σύνολο) λειτουργούν ουσιαστικά σαν ένα άτυπο είδος βιογραφικού σηµειώµατος διαφόρων προσώπων για τα οποία γίνεται λόγος στο De bello Troiano. Αντίθετα, τα υπόλοιπα 22 εξιστορούν µύθους µιας ευρύτερης θεµατολογίας και ο βασικός τους στόχος δεν είναι να πλάσουν την εικόνα ενός συγκεκριµένου προσώπου. Τα βιογραφικά σηµειώµατα της κατηγορίας στην πλειοψηφία τους αφορούν µυθικούς χαρακτήρες, ήρωες κυρίως και ηρωίδες που είχαν κάποια συµµετοχή στα γεγονότα της Τροίας. Κοντά σε αυτά, ωστόσο, συναντώνται και σηµειώµατα δύο ιστορικών προσωπικοτήτων, του Αρχιµήδη και του Ρωµαίου Μαρκέλλου, για τους οποίους γίνεται λόγος µε αφορµή την αναφορά στο κάτοπτρο της ασπίδας του ∆ιοµήδη και κατ’ επέκταση τη χρήση πολεµικών µηχανών.142 Πάντως ανεξάρτητα από την προσωπικότητα στην οποία µπορούν να αναφέρονται, τα σχόλια αυτά εµφανίζουν συνήθως κάποια σταθερά δοµικά στοιχεία: Σχεδόν πάντα ξεκινούν µε ένα είδους σύντοµου συνήθως γενεαλογικού δέντρου που περιλαµβάνει όνοµα πατέρα και µητέρας και σπανιότερα εµπλουτίζεται µε ονόµατα απογόνων ή πιο αποµακρυσµένων συγγενών. Στη συνέχεια µπορεί να γίνεται µνεία της καταγωγής ή της ιδιότητας του ήρωα (π.χ. dux, rex, uxor) και κάποιες φορές να αναφέρονται στοιχεία για τη ζωή του και τα επιτεύγµατά του. Τα σχόλια αυτά εµπεριέχουν συνήθως πληροφορίες και για την αιτία θανάτου του προσώπου για το οποίο γίνεται λόγος και καταλήγουν σε ένα επιτάφιο επίγραµµα, σχεδόν πάντα δίστιχο, που αφιερώνεται στη µνήµη του τεθνεώτος.143 Πρέπει να σηµειωθεί ωστόσο ότι τα δοµικά αυτά στοιχεία δεν είναι απαραίτητο να εµφανίζονται στο σύνολό τους σε κάθε σχόλιο, που συχνά µπορεί να παρέχει µόνο το πατρώνυµο ήρωα ή µόνο το δίστιχο επιτάφιο. Οι υπόλοιπες µυθολογικές παρατηρήσεις που συµπληρώνουν τα γεγονότα αναφέρονται συνήθως σε προγενέστερα της έναρξης του πολέµου περιστατικά, σε χρησµούς ή διάφορα άλλα θέµατα που δεν χρήζουν εκτενέστερης ανάλυσης. Το µόνο
142 Το βιογραφικά σηµειώµατα του Αρχιµήδη και του στρατηγού Μαρκέλλου εντοπίζονται και τα δύο στο σχ.156. 143 Για τα επιτάφια σηµειώµατα των ηρώων βλ. υποµνηµ. σχ. 85.
xxxviii
που θα πρέπει να σηµειωθεί είναι ότι σε αυτή την υποκατηγορία προσµετρώνται και δύο άλλα σχόλια µε συγγενές περιεχόµενο, όχι επακριβώς µυθολογικό αλλά περισσότερο ψευδο-επιστηµονικό (ειδικά το ένα από αυτά): Στο πρώτο ο Τζέτζης εξηγεί την αιτία γέννησης ενός λοιµού συνδέοντάς τον µε την εκφλόγωση ήλιου και γης και στο δεύτερο αναλύει τις τρεις διαφορετικές µεθόδους που υιοθετούσαν οι κυνηγοί, όταν ήθελαν να θηρεύσουν ένα λιοντάρι.144 Τέλος πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η τρίτη κατηγορία δεν είναι η µόνη που αναφέρεται στη µυθοπλασία: πολλά παραθέµατα από έργα άλλων συγγραφέων εµφανίζουν ανάλογο µυθολογικό περιεχόµενο, ωστόσο αυτά εντάσσονται όχι στην τρίτη αλλά στην πρώτη κατηγορία σχολίων.
4δ) Ενδοκειµενικές αναφορές - αυτοαναφορικά σχόλια
Η κατηγορία αυτή, όπως είναι έκδηλο από την ονοµασία της, περιλαµβάνει όλα εκείνα τα σχόλια στα οποία οι δύο συγγραφείς µιλούν για το ίδιο τους το έργο De bello Troiano ως ολοκληρωµένο λογοτεχνικό προϊόν ή και για τη διαδικασία της δηµιουργίας του.145 Βέβαια για την αποφυγή παρανοήσεων πρέπει να τονιστεί ότι κατά µία έννοια όλα τα σχόλια της παρούσας έκδοσης είναι «ενδοκειµενικές αναφορές», εφόσον γράφονται για να ερµηνεύσουν στίχους ενός ποιητικού κειµένου µαζί µε το οποίο δηµιουργούν ένα άρρηκτο σύνολο και όλα µπορούν να χαρακτηριστούν αυτοαναφορικά, αφού αποκαλύπτουν έµµεσα τον τρόπο µε τον οποίο δουλεύουν ο Τζέτζης και ο Moreau. Ωστόσο ειδοποιός διαφορά των σχολίων που εντάσσονται στην τέταρτη κατηγορία που µας ενδιαφέρουν εδώ είναι αρχικά ότι παραπέµπουν τον αναγνώστη µε κάποια αφορµή είτε σε άλλο σχόλιο του Τρωικού Πολέµου, ή σε κάποιο άλλο στίχο, πλην αυτού για τον οποίο έχουν γραφεί και αυτό συνιστά τον ενδοκειµενικό τους χαρακτήρα. Έπειτα συµπεριλαµβάνονται όσα διέπονται από άµεση αυτοαναφορικότητα, όταν θέλουν να εστιάσουν στο πώς δηµιουργήθηκε το ίδιο το κείµενο, εισάγοντάς µας κατά µία έννοια στο λογοτεχνικό εργαστήριο των δύο συγγραφέων ή όταν αυτοί µε αφορµή τη συγγραφή δράττονται της ευκαιρίας να µιλήσουν λίγο για τον εαυτό τους. Συναφή είναι τέλος τα σχόλια που σηµατοδοτούν την αρχή και το τέλος των τριών ενοτήτων του έργου
144 Πρόκειται για τα σχ.113 και 365.
xxxix
(Antehomerica, Homerica, Posthomerica) και αυτά που διορθώνουν ή κρίνουν κάποιο άλλο σχόλιο, εφόσον είναι και αυτά κείµενα γραµµένα για το κείµενο. Ίσως βέβαια περιττεύει να σηµειώσουµε ότι υπάρχουν σχόλια που εµπεριέχουν ενδοκειµενικές ή αυτοαναφορικές πληροφορίες αλλά δεν εντάσσονται στην οµάδα, αν αυτό δεν είναι το βασικό τους θέµα. Μερικά πιο ειδικά χαρακτηριστικά της κατηγορίας 4 είναι τα ακόλουθα: Οι ενδοκειµενικές παραποµπές στην πλειονότητά τους λειτουργούν ως προσηµάνσεις, οι οποίες έχουν στόχο να ενηµερώσουν τον αναγνώστη σε ποια άλλα σηµεία του κειµένου που έπεται εµφανίζεται η ίδια ή µια παρόµοια πληροφορία µε αυτή που διαβάζει στο σχόλιο που έχει µπροστά του. Σπανιότερα οδηγούν προς τα πίσω, υπενθυµίζοντας χωρία που πραγµατεύτηκαν κάποιο συγκεκριµένο θέµα.146 Επιπλέον τα σχόλια αυτού του είδους είναι τα περισσότερα γραµµένα από τον Γάλλο λόγιο. Βέβαια, κάποιες ενδοκειµενικές παραποµπές υπάρχουν και σε µερικά σχόλια του Τζέτζη,147 αρκετά από τα οποία δεν συναριθµούνται στην κατηγορία αυτή, γιατί το µεγαλύτερο µέρος τους αφορά κάποιο άλλο θέµα. Συγκρινόµενες µε αυτές του Γάλλου λογίου, βασική διαφορά των παραποµπών αυτών είναι η ασάφεια που τις διακρίνει, καθώς ο Τζέτζης δεν οδηγεί µε κάποια αρίθµηση ή άλλη ένδειξη (όπως κάποια φράση, λέξη) σε συγκεκριµένο στίχο ή σχόλιο, απλά υπενθυµίζει ότι κάποια πληροφορία την έχει ήδη αναφέρει µε αοριστολογικές φράσεις όπως supra dixerim, antea dixi κ.ο.κ. Αντίθετα ο Moreau προσπαθεί να είναι πιο σαφής. Έτσι οι παραποµπές του εµπεριέχουν σχεδόν πάντα το σύµβολο ï, µε το οποίο δηλώνεται το ίδιο το έργο De bello Troiano, συνοδευόµενο άλλοτε από κάποιο αριθµό στίχου, αν οδηγούν στο ποιητικό κείµενο, και άλλοτε από έναν αριθµό ή τµήµα στίχου µαζί µε την ένδειξη «in scholio» ή «schol» (παραποµπή σε άλλο σχόλιο). Η αρίθµηση των στίχων που παρέχεται βέβαια δεν ανταποκρίνεται σε αυτή της τελικής έκδοσης, καθώς ο Moreau αρίθµησε τους στίχους του ποιήµατος και προχώρησε στη συνέχεια σε διορθώσεις που µετέβαλαν την έκταση του έργου.148 Άλλοτε πάλι η παραποµπή αποτελείται από έναν σκέτο αριθµό. Ανεξάρτητα πάντως από τυχόν προβλήµατα, σε
145 Αντιπροσωπεύουν περίπου το 6% του συνόλου (28 από τα 435 σχόλια). Φέρουν την εξής αρίθµηση: 3, 6, 7, 8, 9, 13, 36, 64, 82, 97, 114, 131, 132, 151, 160, 170, 175, 176, 178, 278, 284, 343, 344, 346, 366, 396, 431, 435. 146 Π.χ. το σχ. 346 µε αφορµή την αναφορά στον Τυφώνα πληροφορεί ότι θα γίνει εκτενέστερη περιγραφή του µυθικού θεού παρακάτω, στο σχ. 400, όπου και µας παραπέµπει. Αντίθετα το σχ.170, αναφερόµενο στον Ακάµαντα, υπενθυµίζει στους αναγνώστες πού θα βρουν το επιτάφιο του ήρωα, το οποίο είναι γραµµένο πριν, και συγκεκριµένα στο σχ.150. 147 Π.χ. σχ.110, 141κ.ά. 148 Για το ζήτηµα αυτό βλ. υποµν. σχ. 1
xl
γενικές γραµµές είναι σαφές το χωρίο που πρέπει να συµβουλευτεί ο αναγνώστης. Τα σχόλια µε τα οποία οι δύο λόγιοι αναφέρονται στο πνευµατικό τους δηµιούργηµα ή τους εαυτούς τους (λαµβάνοντας υπόψη και αυτά που εµπεριέχουν αυτοαναφορικά στοιχεία αλλά δεν προσµετρήθηκαν στην κατηγορία αυτή), αποκαλύπτουν πολύ ενδιαφέρουσες πτυχές της προσωπικότητας του Τζέτζη και του Moreau, ενώ γίνεται έκδηλο, καθώς τα διαβάζει κανείς, και το πόσο διαφορετικοί υπήρξαν οι δύο άνδρες. Ο Τζέτζης δείχνει να χαρακτηρίζεται από µια οίηση και εγωπάθεια, όπως προαναφέρθηκε και στην αρχή της εισαγωγής, και καταβάλλει συνεχώς προσπάθειες να επιδείξει τη µόρφωση που έχει λάβει και να εξάρει την αξία του έργου του µε κάθε τρόπο, αντιδιαστέλλοντας τον εαυτό του από πολλούς συγγραφείς, στους οποίους επιτίθεται µε σκληρούς χαρακτηρισµούς. Οι γλωσσικές επιλογές του, η διάνθιση του έργου µε κατάλληλα σχήµατα λόγου, η προσεκτική τήρηση των κανόνων της µετρικής, η παράθεση παράλληλων χωρίων προβάλλουν ως καρπός κοπιώδους προσπάθειας ενός λογίου που ξέρει καλά να κάνει τη δουλειά του. Ο βυζαντινός λόγιος δεν χάνει ακόµη την ευκαιρία να υπερτονίσει, εκτός από την αξιοζήλευτη πνευµατική του συγκρότηση και το ακέραιο της ηθικής του υπόστασης, που έρχεται σε αντίθεση µε φαύλους ανθρώπους σαν τον Ισαάκιο149 και τη γυναίκα του, οι οποίοι τόσο τον βασάνισαν στη ζωή του.150 Στον αντίποδα της εικόνας αυτής στέκεται ο Moreau. Τα λίγα αυτοαναφορικά του σχόλια αποτελούν πολύ σηµαντική πηγή άντλησης πληροφοριών για τη ζωή και το έργο ενός λογίου που δεν γνώρισε τη φήµη του Τζέτζη και που τα χειρόγραφά του είναι και ο µόνος τρόπος να µάθουµε κάτι για αυτόν. Στοιχεία που συλλέγονται από τα σχόλια αυτά151 αφορούν τους διαφορετικούς τόπους διαµονής του Γάλλου λογίου, συνοδευόµενα από τις αντίστοιχες χρονολογικές ενδείξεις, κάποια πρόσωπα µε τα οποία σχετίστηκε και λίγα πράγµατα για τις πνευµατικές του ενασχολήσεις (λογοτεχνικά έργα που µελέτησε και δική του συγγραφική δραστηριότητα). Από τα σχόλια αυτά απουσιάζει πάντως οποιοσδήποτε αυτο-αξιολογικός χαρακτηρισµός. Οι δύο επικεφαλίδες, τέλος, µε τις οποίες ξεκινούν τα σχόλια των Προοµηρικών και των Οµηρικών, πέραν του πρακτικού σκοπού που επιτελούν, να διαχωρίσουν δηλαδή τις ενότητες του έργου, παρέχουν και την πληροφορία ότι τα σχόλια που ακολουθούν είναι γραµµένα διά χειρός Τζέτζη, και µόνο στον τίτλο των
149 Για την προσωπικότητα αυτή βλ. υποµν. σχ. 1. 150 Για την υπεροψία του Τζέτζη αναφορικά µε την ποιότητα του έργου του και των γνώσεών του, βλ. Jacobs, 1793, ό.π., σελ. 15 κ.ε. και N.G. Wilson, ό.π., σελ. 245 κ.ε.
xli
Οµηρικών διαφαίνεται ότι ο Moreau συµβάλλει µε κάποιον τρόπο στο έργο, προσθέτοντας ως παράλληλο κείµενο τις Περιοχές στην Ιλιάδα του Αυσόνιου. Η πληροφορία βέβαια αυτή είναι, αν όχι παραπλανητική, τουλάχιστον ελλιπής, καθώς αποσιωπάται εντελώς και από τους δύο αυτούς τίτλους ότι ο Γάλλος λόγιος όχι µόνο εµπλούτισε τα σχόλια του Τζέτζη, αλλά έγραψε και άλλα δικά του, για στίχους µε τους οποίους δεν ασχολήθηκε ο βυζαντινός προκάτοχός του. Η απόκρυψη αυτή οφείλεται πιθανόν στο ταπεινό φρόνηµα του Moreau ή στο ότι θεωρούσε τις δικές του παρατηρήσεις, που άλλωστε γράφτηκαν currente calamo, όπως προειπώθηκε, ήσσονος σηµασίας σε σχέση µε αυτές του Τζέτζη. Ίσως επίσης, όταν συνέθετε τον τίτλο, δεν είχε αποφασίσει να παρέµβει στο έργο σε τέτοιο βαθµό, ώστε να δηµιουργηθεί σταδιακά µια ολόκληρη οµάδα δικών του σχολίων. Ο Moreau πάντως φαίνεται ότι γενικά επέλεξε να µην αυτοπροβάλλεται για το συγγραφικό του έργο. Το συµπέρασµα αυτό προκύπτει και από τα τρία σηµειώµατα που κλείνουν την κάθε ενότητα του έργου και κινούνται στο ίδιο ακριβώς πνεύµα µε τα προηγούµενα: εκτός από το ότι παρέχουν απαραίτητες ενδείξεις για τη χρονολόγηση του έργου, εµφανίζουν τον Moreau απλά ως µεταφραστή του έργου, χωρίς κάποια µνεία της συγγραφικής του συνεισφοράς.
5. Οι διακειµενικές αναφορές 152 των σχολίων και ο ρόλος τους
Βασικό στοιχείο των σχολίων που συνοδεύουν το De bello Troiano ανεξάρτητα από την κατηγορία στην οποία εντάσσονται και εξόφθαλµο ήδη από την πρώτη ανάγνωση είναι ο διακειµενικός τους χαρακτήρας. Στη συντριπτική
151 Βλ. υποµν. σχ. 131, 176, 180. 152 Ο όρος χρησιµοποιείται εδώ για να δηλώσει µόνο όλες τις εκούσιες από την πλευρά των συγγραφέων αναφορές σε άλλα λογοτεχνικά κείµενα (τους άµεσους λογοτεχνικούς τους υπαινιγµούς, ή τις παραποµπές τους, όπως θα µπορούσαµε να πούµε) και όχι µε την έννοια µε την οποία χρησιµοποιήθηκε στη σύγχρονη λογοτεχνική κριτική, κυρίως από την Kristeva που εισήγαγε τον όρο. Η Kristeva θεωρεί ότι κάθε κείµενο είναι σύστηµα σηµείων που µπορούν να ανακαλέσουν άλλα κείµενα, ή ένα «µωσαϊκό από αναφορές σε άλλα κείµενα, µια απορρόφηση και µεταµόρφωση ενός άλλου κειµένου». Με την έννοια αυτή ο συγγραφέας παράγει ένα έργο υπό την επίδραση διαφόρων κειµένων που έχει διαβάσει και από την άλλη κάθε αναγνώστης διαβάζοντας ένα λογοτεχνικό έργο ανακαλεί από µόνος του, και όχι απαραίτητα µέσω παραποµπής, άλλα κείµενα που τον οδηγούν στο να κατανοήσει µε τον αυστηρά προσωπικό του τρόπο αυτό που διαβάζει. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα µια συζήτηση αυτών των διακειµενικών σχέσεων που εδραιώνονται µε αφετηρία την ανάγνωση του De bello Troiano, των ακούσιων συνειρµών που προκαλούνται στο µυαλό του αναγνώστη µε βάση το κείµενο, ωστόσο κάτι τέτοιο θα απόκλινε αρκετά από τα όρια της συγκεκριµένης διατριβής. Για τον ορισµό της έννοιας της διακειµενικότητας από την Kristeva βλ. στο έργο της Σηµειωτική, Recherches pour une semanalyse, Seluil, Paris 1969, κεφάλαιο 4, σελ. 85. Έκτοτε η έννοια έχει υποστεί αρκετές σηµασιολογικές µεταβολές. Βλ. Mary Orr, Intertextuality: debates and contexts, Blackwell Publishing, Oxford 2003, κεφάλαιο.1, σελ. 21 κ.ε.
xlii
πλειοψηφία των παρατηρήσεών τους οι δύο συγγραφείς τους καλούν άµεσα τον αναγνώστη να συµβουλευτεί κάποιο άλλο, λογοτεχνικό συνήθως, κείµενο και να το αντιπαραβάλλει µε τους στίχους του ποιήµατος που έχει µπροστά του ή µε κάποια πληροφορία που παρέχει η ίδια η παρατήρηση. Σίγουρα ο ρόλος που παίζουν αυτού του είδους οι παραποµπές είναι αρκετά ευρύς, θα µπορούσε ωστόσο να γίνει περισσότερο αντιληπτός, αν συνοψίσουµε σε τέσσερεις τους λόγους για τους οποίους τα σχόλια του ποιητικού έργου που εξετάζουµε µας παραπέµπουν σε άλλα κείµενα. Αρχικά, ο συχνότερος λόγος που ωθεί τους δύο λογίους σε διακειµενική αναφορά είναι η ανάγκη να παρουσιάσουν στον αναγνώστη κάποια ιστορία αντληµένη από την ελληνική µυθολογία. Οι συγκεκριµένες αναφορές κρίνονται άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο απαραίτητες για την κατανόηση του κειµένου. Σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται µέσα στο ποίηµα υπαινιγµός σε κάποιο µύθο, χωρίς ωστόσο αυτός να παρουσιάζεται διεξοδικά, εποµένως ένα σχόλιο που θα παρουσιάζει µέσω παραθέµατος ολοκληρωµένη την πλαστή ιστορία είναι αναγκαίο, ειδικά όταν αυτή δεν είναι ευρέως γνωστή.153 Άλλοτε πάλι ο αναγνώστης καλείται να µεταβεί στο έργο κάποιου συγγραφέα, όχι γιατί ο τελευταίος διηγείται τον µύθο διεξοδικότερα, αλλά γιατί παρουσιάζει µια παρόµοια εκδοχή του µε αυτή που εντοπίζεται στο De bello Troiano. Βέβαια συναντάται µια αντίθετη περίπτωση: ∆ιακειµενικές αναφορές γίνονται και για να εµφανίσουν µύθους ιδωµένους µέσα από ένα διαφορετικό πρίσµα, ακόµη και χιουµοριστικό,154 αποκλίνοντας λίγο ή περισσότερο από την εκδοχή που ακολούθησαν οι Τζέτζης – Moreau. Κάποια τέλος παραθέµατα όχι απαραίτητα αυστηρά µυθολογικού αλλά και ιστορικού περιεχοµένου επιστρατεύονται είτε γιατί αφηγούνται ένα γεγονός επίπλαστο ή αληθινό που παρουσιάζει αναλογίες µε κάποιο µύθο του ποιήµατος είτε γιατί παρέχουν πληροφορίες µέσω των οποίων γίνεται εφικτή η ετυµολόγηση, όπως είδαµε, κάποιων κυρίων ονοµάτων που αναφέρθηκαν µέσα σε κάποιο στίχο. Πιο µακριά από το επίπεδο της µυθοπλασίας, κάποια άλλα παράλληλα κείµενα έχουν περιεχόµενο το οποίο µπορεί να χαρακτηριστεί κατά µία έννοια από επιστηµονικό – πολιτιστικό έως και ψευδοεπιστηµονικό. Ο λόγος που γίνονται τέτοιες παραποµπές είναι ότι τα αντίστοιχα κείµενα επεξηγούν συγκεκριµένες
153 Συχνά συναντάται αυτή η περίπτωση στα Οµηρικά, όπου το πλήθος των σχολίων αναφέρει αναλυτικά γεγονότα της Ιλιάδας, τα οποία συµπυκνώθηκαν στο ποιητικό κείµενο, είτε µέσω παραποµπών και παραθεµάτων και από το έργο του Οµήρου είτε µε την παράθεση των Περιοχών στην Ιλιάδα του Αυσονίου. 154 Π.χ. σχ. 48.
xliii
θεωρίες ή πρακτικές του αρχαίου κόσµου που αντικατοπτρίζονται µέσα στο ποίηµα, η αξιοπιστία ωστόσο ειδικά των πρώτων ελέγχεται. Η θεµατολογία τους είναι ποικίλη αλλά ανάµεσά τους επικρατέστερα είναι τα παραθέµατα από το χώρο της αστρονοµίας ή αστρολογίας που αναπτύσσουν θεωρίες σχετικά µε τη σύνδεση της κίνησης των άστρων µε επερχόµενα συµβάντα και αυτά που άπτονται ζητηµάτων της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας ερευνώντας αίτια φυσικών φαινοµένων (π.χ. εµφάνιση κοµητών ή πρόκληση σεισµού).155 Συχνά είναι επίσης κάποια παράλληλα κείµενα που αναφέρονται σε στρατηγικά ζητήµατα, διαφωτίζοντας τον αναγνώστη για τεχνικές πολέµου που υιοθετήθηκαν στην Τρωική εκστρατεία, ή πραγµατεύονται άλλα θέµατα όπως γεωγραφικές πληροφορίες µε αφορµή τοπωνύµια του κειµένου, στοιχεία του τεχνικού πολιτισµού των αρχαίων ελλήνων, απόψεις για το ρόλο της γυναίκας κ.ά. Τρίτη αφορµή για διακειµενικές αναφορές δίνουν τα γλωσσικά σχόλια του ποιήµατος. Η χρήση για παράδειγµα µιας λέξης µε συγκεκριµένο σηµασιολογικό φορτίο δικαιολογείται µέσω της παράθεσης χωρίου από έργο άλλου συγγραφέα στο οποίο συναντάται η ίδια λέξη µε όµοια σηµασία. Το ίδιο µπορεί να συµβαίνει και σε σχόλια που ερµηνεύουν όχι µεµονωµένες λέξεις αλλά φράσεις. Παραθέµατα χρησιµοποιούνται ακόµη για να δικαιολογήσουν, εκτός από τις λεκτικές επιλογές, και τo µετρικό σχήµα κάποιων στίχων από τον Τζέτζη: ο βυζαντινός συγγραφέας σπεύδει δηλαδή να παραθέσει χωρία αντληµένα από την αρχαιοελληνική ποίηση που εµφανίζουν µετρικές ιδιαιτερότητες όµοιες µε αυτές των στίχων που συνθέτει, ώστε να µην κατηγορηθεί ως αδαής των κανόνων προσωδίας. Μια τελευταία περίπτωση παραποµπών (είτε «γυµνών» είτε συνοδευόµενων από το παράθεµα) που γίνονται αποκλειστικά από τον Moreau και καταγράφονται δίπλα ακριβώς σε κάποιον στίχο ή ενώνονται µαζί του µε κάποια γραµµή στοχεύουν να υπογραµµίσουν τα λογοτεχνικά δάνεια του Γάλλου συγγραφέα. Κατά σαφή δήλωση του τελευταίου, για να κατορθώσει να µεταφράσει το ποιητικό κείµενο των Τρωικών, mutuatus est156 στίχους αυτούσιους ή ελαφρά παραλλαγµένους από το έργο του Βιργιλίου, µε κύρια πηγή άντλησης υλικού την Aινειάδα και δευτερευόντως τα Γεωργικά. Οι διακειµενικές αυτές αναφορές λοιπόν, φανερώνουν τη διάθεση του Moreau να δείξει την πηγή έµπνευσής του, αποφεύγοντας την πιθανή µοµφή της λογοκλοπής καλώντας ταυτόχρονα τον αναγνώστη να εκτιµήσει τον Βιργιλιανό στίχο
155 Π.χ. σχ. 68 και 46.
xliv
στο νέο του περιβάλλον. Πρέπει να σηµειωθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις και ο Τζέτζης κάνει αναφορά στα λογοτεχνικά του δάνεια, που αφορούν ωστόσο συνήθως την υιοθέτηση συγκεκριµένης εκδοχής µύθου και όχι τόσο λεκτικές επιλογές. Εκτός της ποικιλίας των θεµάτων που πραγµατεύονται τα παράλληλα χωρία, όπως γίνεται φανερό από τα παραπάνω, ενδιαφέρον παρουσιάζει και το πόσο ευρύ είναι το φάσµα των συγγραφέων που βρίσκονται πίσω από αυτά. Ξεκινώντας χρονολογικά από τον Όµηρο της αρχαϊκής εποχής και φτάνοντας ως τον Ιερώνυµο Βολφ (Hieronymus Wolf) της ευρωπαϊκής αναγέννησης, στα σχόλια του De bello Troiano παρελαύνουν τουλάχιστον 134 λογοτέχνες,157 γνωστοί και άγνωστοι, οι οποίοι καλύπτουν ουσιαστικά µια περίοδο 24 αιώνων πολυσχιδούς συγγραφικής δραστηριότητας. Από αυτούς 96 είναι Έλληνες,158 ενώ η παραγωγή των υπολοίπων 38, στους οποίους µας οδηγούν κατά κύριο λόγο παραποµπές του Moreau,159 είναι
156 Σχ. 36. 157 Ο ακριβής αριθµός των συγγραφέων, στα έργα των οποίων οδηγούν οι παραποµπές του De bello Troiano, είναι δύσκολο να υπολογιστεί µε ακρίβεια, δεδοµένου του γεγονότος ότι πολλές φορές, όπως προαναφέρθηκε (σελ. xxxii), ο Τζέτζης παρέχει µια πληροφορία αποδίδοντάς την όχι σε ένα συγκεκριµένο συγγραφέα αλλά σε περισσότερους ταυτόχρονα, χωρίς ωστόσο να τους κατονοµάζει (πρόκειται για έµµεσες παραποµπές που ξεκινούν µε φράσεις όπως quiddam aiunt κ.ο.κ.). Στις περιπτώσεις αυτές είναι αδύνατο να ξέρουµε πόσων και ποιων τα έργα είχε ακριβώς στο µυαλό του. Επιπλέον η δυσκολία ενός ακριβούς υπολογισµού προκύπτει και από το ότι υπάρχουν παραθέµατα των οποίων η πηγή στάθηκε αδύνατο να προσδιοριστεί (π.χ. σχ. 40) και κάποια άλλα, που προέρχονται από γνωστό έργο αλλά άγνωστο συγγραφέα (π.χ. ο Αγών Οµήρου Ησιόδου). Πάντως ο αριθµός αυτός (134) προκύπτει, αν συνυπολογιστούν όλα τα ονόµατα συγγραφέων που άµεσα κατονοµάζονται στα σχόλια, ακόµη και αυτών που το συγγραφικό τους έργο δεν σώθηκε ή που είναι ολότελα άγνωστοι (π.χ. ο Ισόης στο σχ. 155), µαζί µε αυτούς στους οποίους γίνεται λανθασµένα αναφορά, καθώς το χωρίο στο οποίο γίνεται παραποµπή ανήκει σε άλλον συγγραφέα (π.χ. ο Moreau παραπέµπει στον ∆άρη, υπονοώντας τον Άγγλο Jοseph of Exeter ή ο Τζέτζης αναφέρεται στον Ηρόδωρο, τον οποίο συγχέει µε τον Ηρόδοτο). Συνυπολογίζονται τέλος και τα ονόµατα των µεταφραστών διαφόρων έργων, µαζί µε τους αντίστοιχους δηµιουργούς του πρωτότυπου (για παράδειγµα στην παραποµπή heraclides etc. conrado gesnero interprete του σχ. 10 προσµετρώνται 2 συγγραφείς). 158 Έλληνες είναι οι εξής συγγραφείς κατά αλφαβητική σειρά: Αθήναιος, Αιλιανός, Αισχύλος, Αναξαγόρας, Ανθέµιος, Αντίφιλος, Απολλόδωρος, Απολλώνιος, Aριστόβουλος, Αριστοτέλης, Αρίστων, Αρµενόπουλος, Αρριανός, Αρχιµήδης, Ασκληπιάδης, Γεώργιος (αγνώστων λοιπών στοιχείων), ∆αυίδ, ∆έκτης (πιθανότατα παραφθορά του ονόµατος ∆ίκτυς), ∆ίκτυς, ∆ιόδωρος Σικελιώτης, ∆ιονύσιος (εφευρέτης του 4ου αιώνα), ∆ιονύσιος Αλικαρνασσεύς, ∆ιονύσιος περιηγητής, ∆ιονύσιος ο τύραννος, ∆ίων Κάσσιος, ∆ούρις, Ελλάνικος, Εµπεδοκλής, Επίκτητος, Επιµενίδης, Ερµόδωρος, Εύδοξος, Ευριπίδης, Ευφορίων, Ηρακλείδης Ποντικός, Ηράκλειτος, Ηρόδοτος, Ηρωδιανός, Ήρων, Ησίοδος, Θέογνις, Θεόδωρος Γαζής, Θεόκριτος, Θεόφιλος, Ιππώναξ, Ισόης, Ιωάννης ο Αντιοχεύς, Ιωάννης Γραµµατικός (Τζέτζης), Ιωάννης Ζωναράς, Ίων, Ιώσηπος, Κόιντος Σµυρναίος, Κόλλουθος, Κτήσιµος, Λέσχης, Λουκιανός, Λουκίλλιος, Λυκόφρων, Λυσίας, Μενεκράτης, Μέτων, Μνασάλκης Σικυώνιος, Νικήτας Χωνιάτης, Νικηφόρος Γρηγοράς, Νικηφόρος Κάλλιστος, Νικόλαος ∆αµασκηνός, Ξενοφώντας, Όµηρος, Οππιανός, Ορφέας, Παύλος (Απόστολος), Παλαίφατος, Παλλάδας, Πάππος, Πέτρος (Απόστολος), Πίνδαρος, Πλάτωνας, Πλούταρχος, Πτολεµαίος, Σίβυλλα (Σιβυλλιακοί χρησµοί), Σουίδας, Σοφοκλής, Στησίχορος, Στράβωνας, Συνέσιος, Σωκράτης Σχολαστικός, Σώστρατος, Τίµαιος µαθηµατικός, Τρυφιόδωρος, Φερεκύδης, Φιλεταίριος, Φλάβιος Φιλόστρατος, Φιλόστρατος (συγγραφέας των Εικόνων), Φίλων, M. Ψελλός, 159 Σε τρεις µόνο περιπτώσεις θα µπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο Τζέτζης αναφέρεται σε Λατίνους συγγραφείς: η πρώτη εντοπίζεται στο σχ. 83, όπου ο βυζαντινός λόγιος πιθανότατα παραπέµπει στο έργο του Βαλέριου Μάξιµου, µε κάποιες επιφυλάξεις, καθώς αναφέρεται στον συγγραφέα όχι ως
xlv
γραµµένη στη λατινική γλώσσα.160 Πολύ µεγαλύτερος είναι ο αριθµός των έργων από τα οποία αντλούνται τα παράλληλα χωρία, καθώς πολλοί συγγραφείς εκπροσωπούνται στα σχόλια µε περισσότερα του ενός κείµενα. Όσον αφορά τα λογοτεχνικά είδη στα οποία αυτά εντάσσονται, δεν θα ήταν υπερβολή να πούµε ότι για κάθε µορφή ποίησης (επική, δραµατική και λυρική) και πεζογραφίας (ιστοριογραφία, ρητορική, φιλοσοφία, επιστηµονικός λόγος κ.ο.κ.) που παρήχθη στο πλαίσιο της αρχαιοελληνικής και λατινικής γραµµατείας µπορούµε να εντοπίσουµε ένα τουλάχιστον αντιπροσωπευτικό δείγµα σε κάποιο από τα σχόλια του έργου. Ειδικά τέλος για τον Τρωικό Πόλεµο, πολλά από τα γνωστότερα έργα που ασχολήθηκαν µε το θέµα αυτό,161 ανεξάρτητα από την οπτική γωνία από την οποία βλέπουν την ιστορία, παρουσιάζονται έστω και αποσπασµατικά µέσα από παράλληλα κείµενα, δείχνοντας µε τον τρόπο αυτό ότι ένας µύθος είναι ουσιαστικά προϊόν διαστρωµάτωσης διαφορετικών ερµηνευτικών προσεγγίσεων ενός γεγονότος που για να εκτιµηθεί και να γίνει πιο κατανοητό, αξίζει να εξεταστεί από πολλές διαφορετικές πλευρές. Συµπερασµατικά θα µπορούσε κανείς να πει ότι η διακειµενικότητα των σχολίων αποτελεί µια από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του έργου. Η πληθώρα των παράλληλων χωρίων που προσφέρουν τα σχόλια και η ποικιλία συγγραφέων και έργων καθιστούν το De bello Τroiano ένα εξαιρετικού ενδιαφέροντος διακείµενο, που ξεκινώντας από ένα γνωστό και δουλεµένο θέµα, αυτό της τρωικής εκστρατείας, οδηγεί τον αναγνώστη µέσω παραποµπών σε ατραπούς που ίσως δεν θα περίµενε. Αποτελεί τέλος µια σηµαντική πηγή άντλησης για µερικά fragmenta και testimonia λογοτεχνικών έργων, άλλα από τα οποία είναι ολότελα καινούργια και άλλα έρχονται
Βαλέριο αλλά ως Μάξιµο Αιγινήτη (για το ζήτηµα βλ. στον υποµν. σχ. 83) και οι άλλες δύο αφορούν τα σχ. 79 και 287, όπου γίνεται παραποµπή στο έργο του ∆ίκτυος. Εντούτοις και πάλι θα µπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο Τζέτζης δεν είχε απαραίτητα υπόψη του το λατινικό έργο της Ephemeridos belli Troiani, τη φερόµενη δηλαδή λατινική µετάφραση του ελληνικού κειµένου του ∆ίκτυος, µέσω της οποίας είναι σήµερα γνωστό το έργο του συγκεκριµένου συγγραφέα, αλλά ίσως είχε πρόσβαση στον ∆ίκτυ από το πρωτότυπο (ελληνικό) κείµενο, αν το τελευταίο είχε διασωθεί ως την εποχή του Τζέτζη. Βλ. σχετικά Leone, 1984, ό.π., σελ. 393 κ.ε. 160 A. Alciati, Alexander ab Alexandro, Apuleius, L. Ariosto, Ausonius, B. Breydenbach, J. Brodeaux, Cicero, Columela, Dares, Dictys, Egnatius, Firmicus Maternus, Gellius, C. Gessner, Α. Ηirtius, Horatius, Lactantius, J. Lichtenberger, Lucanus, Lucretius, Macrobius, Martialis, P. Moreau (ως µεταφραστής άλλων έργων, πλην του De bello Troiano), Livius, Ovidius, J. Perrelle, G. Plinius Secundus, Α. Politiano, Propertius, Ravisius Textor, Servius, Tibullus, Valerius Maximus, L. Valla, Varro, Vergilius, Η. Wolf. 161 Μικρά Ιλιάς (Λέσχης), Ιλίου άλωσις (Τρυφιόδωρος), Τα µεθ’ Όµηρον (Κόιντος Σµυρναίος), Αρπαγή της Ελένης (Κόλλουθος), Αλεξάνδρα (Λυκόφρονας), De excidio Trojae historia (∆άρης), Ephemeris belli Trojani (∆ίκτυς).
xlvi
για να επιβεβαιώσουν προϋπάρχοντα επιστηµονικά δεδοµένα.162
6. Η µεταφορά των σχολίων του Τζέτζη από τα Eλληνικά στα Λατινικά: µεταφραστικές τεχνικές του Moreau
Μια βασική παράµετρος των σχολίων, όπως διατυπώθηκε από την αρχή της εισαγωγής, που πρέπει να ληφθεί υπόψη, όταν εξετάσει κανείς το De bello Troiano, είναι ότι η πλειοψηφία τους προέρχεται από το αντίστοιχο ελληνικό κείµενο των παρατηρήσεων που έγραψε ο Τζέτζης για να συνοδεύσει τα Τρωικά του. Ωστόσο ο Moreau δεν µετέφρασε στα Λατινικά όλα τα σχόλια του βυζαντινού λογίου, όπως αυτά εµφανίζονται στον κώδικα Α1. Αυτό βέβαια δεν οφείλεται σε ολιγωρία του interpres, όπως αυτοχαρακτηρίζεται ο Γάλλος ουµανιστής, αλλά στο γεγονός ότι πολλές από τις γλωσσικές παρατηρήσεις του Τζέτζη, εφόσον αφορούν ελληνικές λέξεις του ποιητικού κειµένου µε αφορµή τις οποίες εξηγούνται κανόνες ή ιδιοτυπίες της ελληνικής γλώσσας, δεν θα είχε νόηµα να µεταφραστούν στα Λατινικά, αφού η λέξη που αποτελεί αφορµή για το σχόλιο µεταλλάσσεται στο λατινικό ποιητικό κείµενο. Όταν για παράδειγµα ο Τζέτζης ετυµολογεί και ερµηνεύει το επίθετο «a)rgale/oj», µε το οποίο ξεκινά η ποιητική του σύνθεση, το σχόλιό του δεν µεταφράζεται καθόλου από τον Moreau, και άλλωστε θα ήταν άστοχο, αφού το επίθετο απουσιάζει από τον 1ο στίχο του De bello Troiano. Κάποιες ωστόσο γλωσσικές παρατηρήσεις µεταφράζονται, όταν η λέξη στην οποία αναφέρονται µεταγράφεται αυτούσια από το ελληνικό ποίηµα στο λατινικό, όπως συµβαίνει µε το όνοµα Calliopea (ΑΗ 2). Άλλοτε πάλι, αν o Moreau κρίνει ότι κάποιο γλωσσικό σχόλιο χρήζει προσοχής, ακόµη κι αν σχετίζεται µε όρο που υπάρχει µόνο στο ελληνικό έργο, το µεταφράζει στα Λατινικά, αφού πρώτα µας παρουσιάσει το αντίστοιχο ελληνικό χωρίο.163 Σε γενικές γραµµές πάντως τα σχόλια που µένουν αµετάφραστα αφορούν ερµηνείες ελληνικών λέξεων µε βάση την ετυµολογία,
162 Για παράδειγµα στο σχ. 53 ο Τζέτζης παραθέτει έναν στίχο από το επιτάφιο επίγραµµα του Αρχιµήδη (kai\ xroia\j au)tw=n a(/stinaj pe/ric e)/xei), άγνωστο από άλλη πηγή, το σχ. 153 αποτελεί testimonium για το περιεχόµενου του έργου δύο συγγραφέων που ονοµάζονταν Ισόης και Φιλεταίριος, στο σχ. 180 ενηµερωνόµαστε για την έµµετρη διασκευή ενός αποσπάσµατος του έργου Orlando Furioso του Ludovico Ariosto, την οποία συνέθεσε ο Moreau, ωστόσο δεν εντοπίζεται σε κάποιο από τα χειρόγραφα που φέρουν την υπογραφή του, στο σχ. 304 αναφέρονται οι υποδιαιρέσεις της στρατιωτικής λεγεώνας, όπως επεξηγούνταν στο χαµένο σήµερα 4ο βιβλίο του έργου De lingua latina του Βάρρωνα κ.ά. 163 Π.χ. σχ. 25, όπου µεταφράζει το σχόλιο του Τζέτζη που ερµηνεύει τη φράση xalkeomi/touj moi/raj, η οποία προτάσσεται στα Ελληνικά.
xlvii
διαλεκτικές διαφοροποιήσεις και κανόνες µετρικής. Σε ό,τι αφορά τώρα τον τρόπο µε τον οποίο µεταφέρει στα Λατινικά τα σχόλια ο Γάλλος λόγιος, σε αντίθεση µε το ποιητικό κείµενο, όπου η µετάφρασή του µπορεί να χαρακτηριστεί αρκετά ελεύθερη, στην περίπτωση των σχολίων θα λέγαµε ότι προσπαθεί να κρατηθεί κοντά στο ελληνικό πρότυπο, όσο βέβαια είναι εφικτό, αξιοποιώντας τις αντίστοιχες δυνατότητες της λατινικής γλώσσας. Η πρόθεση του Moreau για µια κατά λέξη µετάφραση των σχολίων διαφαίνεται από το γεγονός ότι σε αρκετούς τεχνικούς όρους, κυρίως της ρητορικής, πρώτα αντιγράφει αυτούσια ή µεταγράφει µε λατινικούς χαρακτήρες την ελληνική λέξη164 και εν συνεχεία τη µεταφράζει, πολλές φορές ξεκινώντας µε τον διαζευκτικό σύνδεσµο seu / siue ή την επεξηγηµατική φράση hoc est και µάλιστα χρησιµοποιεί κάποτε περισσότερες από µία λέξεις, ώστε να αποδοθεί καλύτερα το σηµασιολογικό φορτίο του όρου,165 αν δεν υπάρχει το ακριβές αντίστοιχό του στα Λατινικά. Ωστόσο µια τεχνική που υιοθετεί σε κάποιες περιπτώσεις είναι, αντί της κατά λέξη µεταφοράς στα Λατινικά των λεγοµένων του Τζέτζη, µια λίγο πιο ελεύθερη απόδοση του περιεχοµένου τους σε πλάγιο λόγο, ξεκινώντας αυτού του είδους τα σχόλια µε στερεότυπες φράσεις όπως Tzetzes habet / explicat / inquit ή ait. Στη µετάφραση τέλος ελληνικών ποιητικών κειµένων, που γίνεται µε τρόπο ελεύθερο, ο Moreau φροντίζει να διατηρεί το µέτρο του προτύπου του. Η συντριπτική πλειοψηφία των ποιητικών κειµένων που µεταφέρονται στα Λατινικά είναι γραµµένα σε ελεγειακό δίστιχο (κατά κύριο λόγο τα επιτάφια ηρώων) και αρκετά σε δακτυλικό εξάµετρο. Συναντώνται ωστόσο και στίχοι που συντίθενται σε ακατάληκτο ιαµβικό τρίµετρο, χωλίαµβοι από το έργο του Ιππώνακτα και λυρικά µέτρα της αρχαίας τραγωδίας και του Πινδάρου. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι ο Moreau, µολονότι διατηρεί το είδος του µέτρου, δεν επαναλαµβάνει πάντα ακριβώς το ίδιο µετρικό σχήµα του στίχου που µεταφράζει στο παραγόµενο κείµενο, κάτι που ούτως ή άλλως θα ήταν αρκετά δύσκολο να επιτευχθεί. Έτσι για παράδειγµα η εναλλαγή δακτύλων ή σπονδείων του ηρωικού εξαµέτρου και κατ’ επέκταση οι τοµές και διαιρέσεις µεταβάλλονται, όπως είναι αναµενόµενο, στη λατινική µορφή.166 Σε κάποιες
164 Για την τάση αυτή των λατινιστών της Αναγέννησης βλ. T. Tunberg, Humanistic Latin στο F. A. C. Mantello and A. G. Rigg (εκδ.), Medieval Latin. An Introduction and Bibliographical Guide, Catholic University of America Press, 1996, σελ. 131. 165 Π.χ. σχ. 19: Epilogicum kefa/laion est seu summaria iam dictorum enumeratio. 166 Ένα από τα πολλά παραδείγµατα τέτοιων αλλαγών δείχνει η µετάφραση του στίχου 103 από τα Αλεξιφάρµακα του Νικάνδρου στο σχ.121: Ο ελληνικός στίχος είναι Khfh=oj ne/a dw½ra, mu/khj oÀqi ka/ppesen aÀrphj µε τον πρώτα πόδα σπονδείο, όλους τους άλλους (εκτός φυσικά του τελευταίου)
xlviii
περιπτώσεις ωστόσο, προκειµένου να µην αλλοιωθεί η µετρική µορφή του στίχου του προτύπου, ο Moreau αντί να µεταφράσει ελληνικές λέξεις, τις µεταγράφει απλά στα Λατινικά διατηρώντας έτσι και την αντίστοιχη ποσότητα των συλλαβών (π.χ catomochane < katwmo/xane).167 ∆ιαφαίνεται τέλος µια σχετική ευελιξία σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων της προσωδίας από τον Γάλλο λόγιο, κάτι που χαρακτηρίζει άλλωστε και την ποίηση του βυζαντινού προκατόχου του. 168
7. Η λογιότητα του P. Moreau
Όπως σε κάθε λογοτεχνικό δηµιούργηµα αντικατοπτρίζεται η προσωπικότητα του δηµιουργού, έτσι και στην περίπτωση του De bello Troiano µε την πρώτη επαφή του αναγνώστη µε το έργο γίνεται έκδηλο ότι αυτό οφείλει τη γέννησή του σε έναν λόγιο που, αν και παραµεληµένος και σχεδόν άγνωστος στους µυηµένους στη λατινική λογοτεχνική παραγωγή της Αναγέννησης, χρήζει προσοχής για τη στέρεα και ολοκληρωµένη πνευµατική του συγκρότηση. Την πρώτη, εύκολα ανιχνεύσιµη απόδειξη της βαθιάς λογιότητας του P. Moreau αποτελεί η ευχέρεια µε την οποία παράγει ένα ολότελα δικό του κείµενο, το οποίο, αν και γεννιέται σχεδόν χωρίς να το καταλαβαίνει, σαν πάρεργο στο περιθώριο µιας άλλης δραστηριότητας, χαρακτηρίζεται από σαφήνεια, αρτιότητα γραφής και µεγάλη χρηστική αξία. ∆εν πρέπει να λησµονούµε ότι, ο Γάλλος λόγιος, όπως προαναφέρθηκε, θέτοντας ως πρωταρχικό σκοπό την αντιγραφή και µετάφραση ενός ελληνικού έργου, µετουσιώνεται σταδιακά στην πορεία της εργασίας του από interpres σε συγγραφέα, αφού δηµιουργεί στην ώα του χειρογράφου ένα σώµα δικών του σχολίων, ίσης σχεδόν έκτασης µε αυτό που στόχευε να µεταφράσει. Οι annotationes του Moreau, δεν είναι µάλιστα ένα περιττό στολίδι που απλά διανθίζει το έργο του Τζέτζη. Αντίθετα αποτελούν ένα χρήσιµο εργαλείο στα χέρια του αναγνώστη που θέλει να κατανοήσει και να εµβαθύνει στο έργο των Τρωικών. Εντούτοις η κύρια παράµετρος που στοιχειοθετεί το µέγεθος της πνευµατικής
δακτύλους και κύρια τοµή την κατά τρίτο τροχαίο, (έχει δηλαδή την ακόλουθη µορφή: - -, - υ υ, -υ/υ, - υ υ, - υ υ, - -). Όταν ο στίχος µεταφράζεται στα λατινικά (Cephei noua dona, ensis quo decidit ansa) ο τρίτος και τέταρτος πόδας γίνεται από δάκτυλος σπονδείος και η κατά τρίτο τροχαίο τοµή αντικαθίσταται από πενθηµιµερή (- -, - υ υ, - / -, - -, - υ υ, - -). 167 Σχ. 61. 168 Π.χ. σχ. 22 στους στίχους Traiecit exercitus illum Amazonum (- - υ - / - - υ - / υ - υ -) και Innumerus peltatus, atque hastatus, et (- - u - / - - u - / - - u -) το i του exercitus και το u του Innumerus, φύσει βραχέα, λογίζονται µακρά για τις ανάγκες του µέτρου.
xlix
συγκρότησης του Moreau είναι η εντυπωσιακή ευρύτητα των συγγραφέων και των έργων που φαίνεται να γνωρίζει. Ανάλογα µε την αφορµή που δίνει το κείµενο του Τζέτζη, ο λόγιος έχει την ικανότητα να παραθέσει ένα ή περισσότερα παράλληλα χωρία που αντλούνται από ένα εκτεταµένο σύνολο λογοτεχνικών δηµιουργηµάτων το οποίο έχει στη διάθεσή του και το οποίο φαίνεται να το γνωρίζει σε βάθος και να το χειρίζεται κατάλληλα. Κατά συνέπεια, αν ο Τζέτζης παρουσιάζει µία διαφορετική εκδοχή ενός µύθου, ο Moreau είναι σε θέση και σπεύδει να εµπλουτίσει το σχόλιο µε τις υπόλοιπες γνωστές εκδοχές που δείχνει µάλιστα σαν να τις ανακαλεί µε τρόπο αβίαστο, σχεδόν συνειρµικά. Αν πάλι χρησιµοποιεί κάποια λέξη σηµασιολογικά φορτισµένη µε διαφορετικό τρόπο από τον συνήθη, παραθέτει χωρία από συγγραφείς που υιοθέτησαν την ίδια σηµασία. Πέραν βέβαια των έργων από τα οποία αντλεί υλικό για τις δικές του παραποµπές, ο Moreau αναµφίβολα δεν αγνοούσε, ή τουλάχιστον φρόντισε να συµβουλευτεί τα αντίστοιχα λογοτεχνικά κείµενα στα οποία κάνει υπαινιγµούς ο Τζέτζης. Άλλωστε διορθώνει συχνά τα λάθη του τελευταίου, όταν η µνήµη του τον προδίδει και µεταφέρει πληµµελώς παραθέµατα και πληροφορίες που εντοπίζονται κυρίως στις επικές δηµιουργίες του Οµήρου. Αν αναλογιστεί κανείς, όπως προαναφέρθηκε, ότι πάνω από 130 συγγραφείς εντοπίζονται στα folia του κώδικα Α2, µε το έργο των οποίων έχει έλθει σε επαφή ο Γάλλος λόγιος, µπορεί, νοµίζω, να συλλάβει την ένταση και την έκταση της φιλοµάθειάς του. Οι παραπάνω βέβαια πνευµατικές αρετές του Moreau συνδυάζονται µε τη γλωσσοµάθεια που τον διακρίνει. Άριστος γνώστης δύο τουλάχιστον ξένων γλωσσών,169 τις οποίες µάλιστα διδάσκει,170 ο συγγραφέας του De bello Troiano είναι σε θέση να µεταφέρει µε δεξιοτεχνία και ευστοχία πεζό και ποιητικό κείµενο από τα Ελληνικά στα Λατινικά,171 µε αποτέλεσµα ένα µεταφραστικό προϊόν γραµµένο σε γλώσσα που ρέει ελεύθερα, παρόλο που αυτή ούτε είναι η µητρική του, ούτε και προέρχεται από αυτήν. Πάντως η ευφράδεια του αυτή, µαζί µε τις υπόλοιπες πλευρές
169 Εκτός της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γλώσσας, ο Moreau προφανώς γνώριζε και την ιταλική, καθώς, όπως πληροφορεί ο ίδιος (σχ.180), µετέφρασε στα Λατινικά ένα απόσπασµα από το ποίηµα Orlando Furioso του Ludovico Ariosto, και του είχε επίσης ανατεθεί από κάποιον Michael Aretinus η αντιγραφή ενός ιταλικού βιβλίου (Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 105). Το γεγονός ωστόσο ότι καµιά από τις δύο αυτές εργασίες του δεν σώθηκε ως τις µέρες µας δεν επιτρέπει να εκτιµήσουµε το βαθµό στον οποίο γνώριζε ο Moreau τα Ιταλικά. 170 ∆ιδάσκει Ελληνικά και Λατινικά στο σχολείο του Beaulieu και στο κολέγιο του Loches. Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 97 – 103.
l
της λογιότητάς του, φαίνεται να ήταν γνωστή στους κύκλους των πνευµατικών ανθρώπων της αναγεννησιακής Γαλλίας, µε πολλούς από τους οποίους δείχνει να σχετίστηκε. Οι άνθρωποι αυτοί, συχνά κάτοχοι υψηλών αξιωµάτων,172 εµπιστεύονται στο λόγιο χειρόγραφα που κατέχουν, αναθέτουν έργα προς αντιγραφή, φτάνουν µάλιστα κάποτε και στο σηµείο να επιθυµούν να του κληροδοτήσουν ακόµη και ολόκληρη τη βιβλιοθήκη τους για να αντλεί το υλικό για τις πνευµατικές του ενασχολήσεις.173 Βέβαια για να εκτιµήσει κανείς επαρκώς τη doctrina του Moreau σε όλη της την έκταση, θα ήταν απαραίτητη προϋπόθεση να έρθει σε επαφή µε ολόκληρο το φάσµα της εργογραφίας του, και να τη µελετήσει ενδελεχώς, κάτι που ωστόσο υπερβαίνει τα όρια της συγκεκριµένης εργασίας. Παρά το γεγονός αυτό, έστω και µε µόνο κριτήριο το De bello Troiano, ο δηµιουργός του καταφέρνει να κεντρίσει το ενδιαφέρον του σηµερινού αναγνώστη ως δάσκαλος, αντιγραφέας, µεταφραστής ποιητής και πεζογράφος που µε φιλοπονία και µεθοδικότητα εργάστηκε µε σκοπό να χαρίσει µια πλήρη ιστορία του Tρωικού Πολέµου στη λατινοµαθή ουµανιστική Γαλλία της εποχής του.
8. Επίλογος: Μεθοδολογία καταγραφής των σχολίων – µερικές πρακτικές πληροφορίες για την έκδοση και µια πρώτη αποτίµηση του έργου
Προκειµένου να γίνει εφικτή η παρούσα έκδοση των σχολίων του De bello Troiano από την «ακατέργαστή» τους µορφή µε την οποία εµφανίζονται στους κώδικες ήταν απαραίτητο να ακολουθηθεί µια συγκεκριµένη, όπως είναι αυτονόητο, πορεία εργασίας και να προσπεραστούν µια σειρά από εµπόδια. Σε αντίθεση βέβαια µε άλλα κείµενα που παραδίδονται από πολυάριθµα χειρόγραφα, τα συγκεκριµένα σχόλια προέρχονται, όπως αναλύσαµε στην αρχή της εισαγωγής, κυρίως από τον κώδικα Α2 και µόνο ένα µικρό µέρος τους από τους Α1 και Β, πόρισµα που είχε ήδη διατυπωθεί από τον εκδότη του ποιητικού κειµένου του De bello Troiano, άρα δεν απαιτείτο ούτε η διαδικασία αναζήτησης των πηγών των σχολίων ούτε η δηµιουργία
171 Λίγες είναι οι περιπτώσεις έργων που ο λόγιος µετέφρασε από τα Ελληνικά στα Γαλλικά, ενώ πολύ περισσότερο ασχολήθηκε µε λατινικές µεταφράσεις. Για έναν συγκεντρωτικό κατάλογο µεταφρασθέντων έργων του Moreau βλ. Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 115 κ.ε. 172 Για τις προσωπικότητες αυτές, που αναφέρονται σε διάφορα αυτόγραφα του Moreau, βλ. Olivier – Monegier, ό.π., σελ. 103 κ. ε. 173 Κατά δήλωση του Moreau, o λόγιος Guillamme du Main του δώρισε µε διαθήκη την πλούσια βιβλιοθήκη του. Βλ. υπόµν. σχ. 176.
li
στέµµατος χειρογράφων. Το πρώτο λοιπόν βήµα στην πορεία της εργασίας ήταν, αµέσως µετά την προαπαιτούµενη κατανόηση του ποιήµατος, η εξοικείωσή µας µε τον τρόπο γραφής του Γάλλου λογίου, η οποία επιτεύχθηκε µέσω παράλληλης ανάγνωσης και σύγκρισης µε το ποιητικό κείµενο, όπως εµφανίζεται από τη µια στο αυτόγραφο του Moreau (A2) και από την άλλη στην editio princeps του από τον ∆. Νικήτα. Σε δεύτερο στάδιο, άρχισα µια πρώτη απόπειρα καταγραφής των σχολίων, διατηρώντας τη σειρά µε την οποία εµφανίζονται σε κάθε folium του κώδικα, τον οποίο είχα προµηθευτεί σε φωτοτυπηµένη µορφή. Επειδή όµως το κείµενο σε κάποια σηµεία και ειδικά στα περιθώρια της κάθε σελίδας ήταν ιδιαίτερα δυσανάγνωστο, κρίθηκε απαραίτητο να γίνει αυτοψία του χειρογράφου, η οποία πραγµατοποιήθηκε στη Βρετανική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου, όπου για χρονικό διάστηµα τεσσάρων εβδοµάδων µου δόθηκε η ευκαιρία να µελετήσω προσεκτικά τα δύσκολα σηµεία και να ελέγξω την αξιοπιστία του κειµένου που είχα ήδη καταγράψει. Σε επόµενο στάδιο τα σχόλια έπρεπε να χωρισθούν, να αριθµηθούν και έπειτα να ταξινοµηθούν µε τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στη σειρά των στίχων του ποιήµατος. Αυτό ήταν απαραίτητο, καθώς ο Γάλλος λόγιος, όπως ειπώθηκε στην αρχή, δεν καταγράφει τα σχόλια µε απόλυτη σειρά, δεν κάνει πάντα σαφές το χωρίο στο οποίο αναφέρονται και κυρίως, ενώ χωρίζει τα σχόλια του Τζέτζη, τα δικά του τα αντιµετωπίζει άλλοτε ως συµπληρώµατα άλλων σχολίων στα οποία πρέπει να ενσωµατωθούν και άλλοτε ως ξεχωριστές παρατηρήσεις. Έπειτα, όταν πια τα σχόλια είχαν ταξινοµηθεί, έγινε στιχαρίθµηση του τελικού κειµένου, η οποία καταγράφεται στο δεξί περιθώριο της σελίδας, ενώ στο αριστερό, δίπλα σε κάθε σχόλιο σηµειώθηκε ο στίχος του ποιήµατος µε τον οποίο συνάπτεται, αλλά και το folium του κώδικα Α2 στο οποίο το συγκεκριµένο σχόλιο εντοπίζεται.174 Το κείµενο συνοδεύεται, κατά το σύνηθες, από δύο υποµνήµατα στο κάτω µέρος σελίδας, τον apparatus criticus, ο οποίος περιλαµβάνει τις διαφορετικές γραφές που παραδίδουν οι κώδικες Α1 και Β, τις προσθήκες που έγιναν στο κείµενο και κάποιες εικασίες για τη θεραπεία των χασµάτων του χειρογράφου, και τον apparatus fontium, στον οποίο καταγράφονται παραποµπές στα έργα των συγγραφέων, των οποίων κάνουν µνεία ο Τζέτζης και ο Moreau στις παρατηρήσεις τους, ακόµη κι όταν δεν τους κατονοµάζουν
174 Ειδικά για τα σχόλια τα οποία δεν σχετίζονται άµεσα µε κάποιον στίχο συγκεκριµένα, αλλά µε κάποια λέξη του αρχικού τίτλου ή του προηγούµενου σχολίου ή παρέχουν γενικές παρατηρήσεις, δίνεται κάποια άλλη ένδειξη που διασαφηνίζει πού ακριβώς αναφέρεται το περιεχόµενό τους (π.χ. σχ. 1 – 10).
lii
συγκεκριµένα.175 Σε ένα τελευταίο στάδιο θεωρήθηκε αναγκαίο τα εκδιδόµενα σχόλια να συνοδευτούν από έναν υποµνηµατισµό, ο οποίος ακολουθεί ως τρίτο µέρος της παρούσας εργασίας. Στον υποµνηµατισµό αυτό δηλώνεται για κάθε σχόλιο αρχικά η πατρότητά του, (αν δηλαδή αυτό γράφηκε από τον Τζέτζη και µεταφράστηκε στα Λατινικά από τον Μορέλλο ή πρόκειται για δηµιουργία του ίδιου του Γάλλου λογίου), και έπονται διευκρινιστικές παρατηρήσεις για την καλύτερη κατανόησή του, ενώ συχνά γίνονται παραποµπές σε άλλα κείµενα που µπορούν να συσχετισθούν µε το περιεχόµενο του σχολίου, πέραν αυτών που υποδεικνύουν ο Τζέτζης ή ο Moreau. Κρίθηκε επιπλέον χρήσιµο να καταγραφούν και αποσπάσµατα ορισµένων από τα έργα στα οποία γίνεται παραποµπή από τους δύο συγγραφείς και τα οποία ελλείψει χώρου δεν παρατίθενται στον apparatus fontium, ενώ είναι αναγκαίο να ανατρέξει ο αναγνώστης άµεσα σε αυτά, προκειµένου να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους οι δύο λόγιοι τα υπέδειξαν ως παράλληλα κείµενα.176 Αποτέλεσµα των παραπάνω υπήρξε η δηµιουργία ενός corpus συνολικά 435 σχολίων που διαφωτίζουν τον Τρωικό Πόλεµο. Το corpus αυτό συγκροτήθηκε βάσει του ακόλουθου σκεπτικού: όλες οι πάσης φύσεως επιµέρους παρατηρήσεις που αφορούν τον ίδιο στίχο ή µέρος στίχου του De bello Troiano θεωρήθηκε σκόπιµο να συνενωθούν και να συναποτελέσουν µια σχολιαστική ενότητα, ένα «σχόλιο» (στην έκδοση «sch.»), ανεξαρτήτως αν από πλευράς περιεχοµένου οφείλονται στον Τζέτζη ή τον Moreau. Παρατηρήσεις ωστόσο που αναφέρονται σε διαφορετικό τµήµα ίδιου
175 Πρόκειται ουσιαστικά για τις περιπτώσεις στις οποίες ο Τζέτζης υποδεικνύει ως πηγή µιας πληροφορίας που κοµίζει κάποιους συγγραφείς, χωρίς να τους κατονοµάζει, ξεκινώντας µε φράσεις όπως quiddam aiunt, fertur κ.ά. Βλ. σελ. xxxii. 176 Θα ήθελα εδώ να σηµειώσω ότι ειδικά για την κατάρτιση του apparatus fontium των µεταφρασµένων σχολίων του Τζέτζη αλλά και του αντίστοιχου υποµνηµατισµού δανείστηκα στοιχεία από τις εργασίες του Jacobs και του Leone, εκδοτών του αντίστοιχου ελληνικού κειµένου του βυζαντινού λογίου (βλ. υποσηµ. 2, σελ. vi). Ο Leone µάλιστα, που εκδίδει όχι µόνο το ποιητικό κείµενο αλλά και τα σχόλια, καταγράφει αρχικά στο σχετικό υπόµνηµα και τους συγγραφείς στους οποίους παραπέµπει άµεσα ο Τζέτζης, αλλά και αρκετές από τις πιθανές πηγές του ή άλλα παράλληλα κείµενα, ενώ σε ένα ξεχωριστό υπόµνηµα τοποθετεί παραποµπές σε χωρία των υπολοίπων έργων του βυζαντινού λογίου που παρουσιάζουν περιεχόµενο συναφές µε κάποιο σχόλιο. Κάποια από τα στοιχεία αυτά αναπόφευκτα επανεµφανίζονται στην παρούσα εργασία, εφόσον ένα τµήµα της ασχολείται µε την έκδοση των σχολίων του Τζέτζη, στη λατινική τους βέβαια εκδοχή. Ωστόσο, για την αποφυγή παρεξηγήσεων πρέπει να καταστεί σαφές ότι δεν έγινε φυσικά στείρα αντιγραφή του apparatus fontium της έκδοσης Leone στην παρούσα εργασία, ούτε βέβαια για κάθε σχόλιο του Τζέτζη εµφανίζονται όλα τα παράλληλα κείµενα που παραθέτει ο Ιταλός εκδότης, παρά µόνο ενδεικτικά εκείνα που κρίθηκαν χρήσιµα για να γίνει κατανοητό το περιεχόµενο ενός σχολίου, µαζί µε κάποια άλλα που αποτελούν πόρισµα δικής µου αναζήτησης. Επιπρόσθετα, αντίθετα µε τον Leone, καταγράφονται εδώ, όπως ειπώθηκε, εκείνες οι πηγές του Τζέτζη που ο ίδιος αναφέρει εντελώς αόριστα (µε τις εκφράσεις quiddam ferunt / aiunt κ.ο.κ.), ενώ για πολλά από τα παράλληλα κείµενα δεν δίνεται απλά η παραποµπή σε αυτά, αλλά παρατίθενται αποσπάσµατά τους ή δίνονται κάποιες διευκρινιστικές πληροφορίες για το περιεχόµενό τους στον υποµνηµατισµό, κάτι που απουσιάζει από την ιταλική έκδοση.
liii
στίχου (π.χ. σχ. 22 και 24) ή τον σχολιάζουν από εντελώς διαφορετική πλευρά (π.χ. σχ. 29 και 30), κρίθηκε απαραίτητο να µη συνενωθούν αλλά να διαστέλλονται η µία από την άλλη, καθώς µε αυτό τον τρόπο είναι καταγεγραµµένες στον κώδικα Α2. Γενικότερα για τη σωστή συγκρότηση των σχολίων προσπαθήσαµε να λάβουµε υπόψη µας τις προθέσεις του Moreau, όσο αυτές µπορούν να ανιχνευτούν από τη χρήση συµβόλων (όπως αστερίσκων και σταυρών) ή φράσεων (όπως hic adde…): µε τη βοήθεια αυτών ο λόγιος θέλησε να καταστήσει σαφές, όπως προαναφέρθηκε,177 ότι κάποια σηµειώµατά του, καίτοι γραµµένα σε διαφορετικά σηµεία, αποτελούν συνέχεια άλλων και πρέπει εποµένως να ενοποιηθούν µε εκείνα. Σηµειωτέον ότι ειδικά στα υβριδικά σχόλια, (δηλαδή αυτά που προέρχονται από ανάµειξη παρατηρήσεων του Τζέτζη και του Moreau), η διάκριση των µερών τους γίνεται στον αντίστοιχο υποµνηµατισµό. Κάποιες επιπλέον διευκρινήσεις απαραίτητες για την κατανόηση του τρόπου έκδοσης και υποµνηµατισµού των σχολίων είναι οι ακόλουθες: 1) Το κείµενο των σχολίων εµφανίζεται όπως ακριβώς καταγράφηκε από τον Γάλλο λόγιο, µε διατήρηση και της στίξης, όσο αυτό ήταν δυνατό. 2) Για λόγους οµοιοµορφίας µε την έκδοση του ποιητικού κειµένου, δεν διατηρείται ο τονισµός των λατινικών λέξεων (΄,`,^) ή τα διαλυτικά ( ¨ ), ενώ οι δίφθογγοι Æ, æ και œ γράφονται αναλυτικά, ως Ae, ae και oe αντίστοιχα. Κρίθηκε ωστόσο απαραίτητο να προστεθούν σηµεία τονισµού που δεν ήταν ορατά σε κάποιες ελληνικές λέξεις, πιθανότατα λόγω της φθοράς που υπέστη το χειρόγραφο. 3) Έχουν αφαιρεθεί κατά την έκδοση όλα τα σύµβολα παραποµπών που χρησιµοποίησε ο Γάλλος λόγιος, προκειµένου να ενοποιήσει σηµειώσεις του που κατέγραψε σε διαφορετικά σηµεία του χειρογράφου. 4) Στοιχίζονται στο κέντρο της σελίδας τα ποιητικά χωρία που είναι γραµµένα σε ελεγειακό δίστιχο, ενώ όσα παρουσιάζουν άλλο µετρικό σχήµα στοιχίζονται αριστερά (π.χ. στα σχ. 22 και 24). Εξαιρούνται εκείνα τα ποιητικά χωρία τα οποία ο Moreau έχει καταγράψει, ελλείψει χώρου, µε την ίδια µορφή µε την οποία καταγράφει το συνεχές πεζό κείµενο, σηµειώνοντας απλά στο τέλος του κάθε στίχου µία ( / ) ή δύο ( // ) πλάγιες γραµµές. Τα χωρία αυτά κρίθηκε σκόπιµο να καταγραφούν στην παρούσα έκδοση µε την ίδια ακριβώς µορφή, δηλαδή την κάθε σειρά κειµένου δεν την καταλαµβάνει µόνο ένας στίχος και ακολουθεί ο επόµενος σε άλλη, αλλά συνωστίζονται στην ίδια σειρά περισσότεροι στίχοι, χωριζόµενοι µε τις γραµµές που
177 Βλ. σελ. xiii.
liv
χρησιµοποιεί ο Moreau (π.χ. σχ. 34). 5) Για τον υποµνηµατισµό των µεταφρασµένων σχολίων του Τζέτζη χρειάστηκε να γίνουν συχνά αναφορές και στο ελληνικό πρωτότυπο, λαµβάνοντας όµως υπόψη τη µορφή που αυτό έχει στον κώδικα Α1 και όχι στην έκδοση του Leone. Αυτό συµβαίνει καθώς αντικείµενο της παρούσας εργασίας δεν είναι η ερµηνευτική προσέγγιση των σχολίων των Τρωικών του Τζέτζη όπως αυτά εκδόθηκαν από τον Ιταλό ερευνητή, ο οποίος φυσικά έλαβε υπόψη του όλα τα χειρόγραφα που τα διασώζουν προσπαθώντας να αποκαταστήσει το αρχέτυπο, αλλά της λατινικής εκδοχής τους, η οποία δηµιουργήθηκε από την πένα του Moreau, βασιζόµενου στο ελληνικό κείµενο του κώδικα Α1. Κατ’ επέκταση είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι ενδεχόµενα λάθη του βυζαντινού συγγραφέα που σχολιάζονται στον υποµνηµατισµό εντοπίζονται µε κάποια επιφύλαξη, δεδοµένου ότι αφορούν το κείµενο που είχε µπροστά του ο Moreau όταν µετέφραζε και το οποίο δεν είναι απαραίτητα πανοµοιότυπο µε το αρχικό κείµενο που έγραψε ο Τζέτζης τέσσερεις αιώνες νωρίτερα, αλλά πιθανόν υπέστη αλλαγές κατά την αντιγραφή των χειρογράφων ως τον κώδικα Α1. 5) Επεξήγηση των συµβόλων που χρησιµοποιούνται στην κριτική έκδοση του κειµένου των Σχολίων παρέχεται πριν από το εκδιδόµενο κείµενο στον σχετικό conspectus siglorum (βλ. σελ. 2). 6) Για τις παραποµπές που εντοπίζονται τόσο στον apparatus fontium όσο και στον υποµνηµατισµό των σχολίων χρησιµοποιήθηκαν οι συντοµογραφίες ονοµάτων συγγραφέων και έργων, όπως αυτές εµφανίζονται στα λεξικά των H. G. Liddel – R. Scott – H. S. Jones και P. G. W. Glare, ενώ για συγγραφείς ή έργα που δεν συντοµογραφούνται από τους παραπάνω λεξικογράφους, τα αντίστοιχα ονόµατα καταγράφονται ολόκληρα (π.χ. Dictys, Dares κ.ά.). Τέλος, απαιτούνται ορισµένες διευκρινήσεις ειδικά για τα παραθέµατα από έργα άλλων συγγραφέων που εµφανίζονται στον κώδικα Α2. Τα χωρία αυτά που παραθέτει ο Μορέλλος στα σχόλια αντλούνται, όπως είναι φυσικό, από εκδόσεις της δικής του εποχής, οι οποίες συχνά παρουσιάζουν το κείµενο µε άλλη µορφή από αυτή των σηµερινών εκδόσεων. Τα παραθέµατα αυτά τα εκδίδουµε ακριβώς όπως τα κατέγραψε ο Γάλλος λόγιος στον κώδικα Α2 και όχι στη σηµερινή τους εκδοχή, καθώς αυτό θα συνιστούσε ανεπίτρεπτη αλλοίωση του αυθεντικού κειµένου του κώδικα. Επιπρόσθετα, κάποια παραθέµατα που προέρχονται από το χώρο της αρχαιοελληνικής γραµµατείας παρουσιάζονται από το λόγιο σε λατινική µετάφραση, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, συνήθως είναι αρκετά ελεύθερη. Για αυτό το λόγο σε αρκετές τέτοιες περιπτώσεις επισηµαίνονται στον υποµνηµατισµό οι αποκλίσεις lv
µεταξύ του πρωτότυπου ελληνικού κειµένου και της λατινικής του µετάφρασης. Ωστόσο πρέπει να σηµειωθεί ότι το εκάστοτε πρωτότυπο ελληνικό κείµενο, µε το οποίο αντιπαραβάλλεται η λατινική του απόδοση, είναι αυτό που παρέχουν οι αντίστοιχες σύγχρονες εκδόσεις, δεδοµένου ότι ήταν αδύνατο να εντοπιστούν οι εκδόσεις που σε κάθε περίπτωση χρησιµοποίησε ο Moreau, ελλείψει σχετικών ενδείξεων στο χειρόγραφο. Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε απόκλιση εντοπίζεται, πρέπει να νοηθεί υπό την προϋπόθεση ότι το ελληνικό κείµενο που είχε µπροστά του ο Moreau δεν απείχε σηµαντικά από αυτό που παρέχουν οι σύγχρονες εκδόσεις. Μπορούν όµως παράλληλα να εντοπιστούν αποκλίσεις της λατινικής µετάφρασης του Moreau από το συγκεκριµένο πρωτότυπο αρχαιοελληνικό κείµενο, που είχε προ οφθαλµών ο Γάλλος λόγιος, στις περιπτώσεις που το κείµενο αυτό το έχει καταγράψει σε σχόλιό του ο Τζέτζης, δηλαδή βρίσκεται σηµειωµένο στον κώδικα Α1. Για τις περιπτώσεις αυτές κρίθηκε απαραίτητο να δηλωθεί στο κριτικό υπόµνηµα της έκδοσης το folium του κώδικα Α1, όπου εµφανίζεται το ελληνικό παράθεµα (και ταυτόχρονα βέβαια να γίνει παραποµπή σε σύγχρονη έκδοση, όπου το ελληνικό κείµενο πιθανόν έχει διαφορετική µορφή.
Θα θέλαµε τέλος να υπογραµµίσουµε ότι το corpus των λατινικών σχολίων του De bello Troiano, παρά το γεγονός ότι δεν συνιστά λογοτεχνικό έργο ούτε και λειτουργεί αυθύπαρκτα, ωστόσο µε την πολυθεµατικότητα που το διακρίνει, όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω,178 καθίσταται απαραίτητο συµπλήρωµα του ποιητικού κειµένου, επικουρώντας τη βαθύτερη κατανόηση του περιεχοµένου του αλλά και του µηχανισµού της σύνθεσής του. Είναι άλλωστε γεγονός ότι ο αινιγµατικός τρόπος γραφής του Τζέτζη µε τις αλληγορίες και τους υπαινιγµούς που εµπεριέχει καθιστούν απαραίτητη την ύπαρξη ενός υποστηρικτικού υλικού που να αποκωδικοποιεί τα δυσνόητα σηµεία του ποιήµατος, Η ανάγκη αυτή καθίσταται ακόµη πιο επιτακτική εξαιτίας της παντελούς έλλειψης βιβλιογραφίας όσον αφορά την επική σύνθεση του Moreau, ενώ παράλληλα ιδιαίτερα λιγοστές και ανεπαρκείς είναι και οι µελέτες για το πρωτότυπο έργο του βυζαντινού συγγραφέα. Είναι βέβαια γεγονός ότι µέρος των ερωτηµάτων που εγείρονται κατά την ανάγνωση των Τρωικών, είτε στην ελληνική τους εκδοχή είτε στη λατινική, απαντώνται από τα ήδη εκδοθέντα179 σχόλια του Τζέτζη, ωστόσο το ποίηµα εµπλουτίζεται σηµαντικά από τις συµπληρωµατικές
178 Βλ. κεφ. 4, σελ. xxxi κ.ε.
lvi
παρατηρήσεις του Γάλλου λογίου, ο οποίος µε την πολυµάθεια και την οξυδέρκειά του καλύπτει πολλά από τα κενά που αφήνει ο προκάτοχός του. Τα σχόλια εποµένως του De bello Troiano µε τη διπλή τους πατρότητα αποτελούν ένα σηµαντικό ερµηνευτικό κλειδί, ικανό να βοηθήσει στην πληρέστερη κατανίκηση των άλλοτε φανερών, συχνά όµως κρυµµένων νοηµάτων των 1876 λατινικών εξαµέτρων, τους οποίους «συνοδεύουν», και φυσικά και του ίδιου του πρωτότυπου ελληνικού κειµένου. Πέρα αυτών αξίζει να διαπιστώσει κανείς ότι στο νεοεκδιδόµενο κείµενο υπάρχει µια εντελώς ξεχωριστή ιδιαιτερότητα: µε αφετηρία τον µύθο του Τρωικού πολέµου ζωντανεύουν και συνυπάρχουν αρµονικά στο συγκρότηµα των σχολίων του Moreau δύο εντελώς διαφορετικοί κόσµοι, που αντιπροσωπεύουν άλλωστε και τους δύο δηµιουργούς του έργου. Τοποθετώντας απέναντί τους τη µυθική οµηρική εποχή, ο Moreau και ο Τζέτζης δράττονται της ευκαιρίας να σχολιάσουν τα µακρινά εκείνα γεγονότα µέσα από τις δικές τους προοπτικές και να προβούν σε διακειµενικούς συσχετισµούς που αποκαλύπτουν διαστάσεις των πνευµατικών ενδιαφερόντων τους, του χαρακτήρα τους και του περιβάλλοντος στο οποίο ζουν και δηµιουργούν. Για τον Τζέτζη, ο οποίος αφενός βιώνει το γενικότερο κλίµα των θρησκευτικών συγκρούσεων της µεσοβυζαντινής εποχής και τις αλληλοεπιθέσεις των σύγχρονών του συγγραφέων (ειδικά όσων ασχολήθηκαν µε θεολογικά ζητήµατα)180 και αφετέρου έχει συνηθίσει να ασκεί κριτική αλλά και να δέχεται την κριτική των άλλων, τα Τρωικά και τα σχόλιά τους µοιάζουν να αποτελούν κυρίως ευκαιρία επίδειξης γνώσεων αλλά και αποκατάστασης της αλήθειας. Αντιµετωπίζοντας την οµηρική µυθοπλασία ως ιστορική πραγµατικότητα, ο βυζαντινός λόγιος διυλίζει τις πληροφορίες της Ιλιάδας και τους σχετικούς µύθους άλλοτε απορρίπτοντας και άλλοτε επικροτώντας µια εκδοχή και αναπτύσσοντας ταυτόχρονα τη σχετική επιχειρηµατολογία προς την υποστήριξη των θέσεών του, ενώ αντιµετωπίζει τους θεούς που παρελαύνουν στο έπος και όλες τους τις επεµβάσεις ως αλληγορίες, προκειµένου να συµβιβάσει τα χριστιανικά του φρονήµατα µε την ενασχόλησή του µε την «ειδωλολατρική» λογοτεχνία (βλ. υπόµν. σχ. 8). Ιδιαίτερα έκδηλη είναι στα σχόλιά του η διδακτική διάθεση: ως δάσκαλος – αυθεντία µεταδίδει γνώσεις που δεν επιδέχονται
179 Leone (1995), ό.π., σελ. 101 – 243. 180 Βλ. σχετικά µε την επιθετική των συγγραφέων της εποχής στον K. Krumbacher, The History of Byzantine Literature, from Justinian to the end of the Eastern Roman Empire (527 – 1453), University of Notre Dame, Paris 2001, σελ. 33.
lvii
αµφισβήτηση χωρίς συχνά να αποκαλύπτει τις πηγές του.181 Αντιθέτως, για τον Γάλλο λόγιο της Αναγέννησης, τα Τρωικά και τα σχόλιά τους του δίνουν έναυσµα για πιο φιλολογικές παρατηρήσεις. Βασική µέριµνα του ουµανιστή συγγραφέα µοιάζει να είναι η συγκέντρωση και η παράθεση όσο το δυνατόν περισσότερων κειµένων που σχετίζονται µε τους στίχους ή τα σχόλια του Τζέτζη που µεταφράζει, µε στόχο τον εµπλουτισµό των γνώσεων του αναγνώστη σε θέµατα που δεν άπτονται αποκλειστικά της µυθολογίας, αλλά σχετίζονται µε διάφορα άλλα γνωστικά πεδία. Σε αντίθεση µάλιστα µε τα παράλληλα χωρία του Τζέτζη, τα διακείµενα που ανιχνεύονται στις εµβόλιµες παρατηρήσεις του Moreau προέρχονται κυρίως από τον χώρο της λατινικής λογοτεχνικής παραγωγής, ενώ κάποια από αυτά αντλούνται από τη συγγραφική δραστηριότητα άλλων ουµανιστών, σύγχρονών του ή προγενέστερων. Με τον τρόπο αυτό δηµιουργείται ένα ιδιότυπο αλλά ταυτόχρονα πρωτότυπο είδος µιας οµηρικής εγκυκλοπαίδειας, στην οποία όχι µόνο επιτυγχάνεται η σύζευξη του οµηρικού κειµένου µε τα πιο κλασικά έργα αλλά και διαφαίνονται κάποιες από τις αναγεννησιακές του προεκτάσεις. Η διφυής αυτή υπόσταση των σχολίων του De bello Troiano τα καθιστά έργο που αξίζει την προσοχή της φιλολογικής ερευνητικής κοινότητας. Ως τώρα διαθέταµε εκδεδοµένη µόνο την εκτενή ποιητική δηµιουργία De bello Troiano του Petrus Morellus Turonensis, ενώ το πλουσιότατο σχολιαστικό corpus που συνοδεύει το ποιητικό κείµενο παρέµενε ανέκδοτο και άγνωστο. Με την παρούσα έκδοση θεωρούµε ότι ολοκληρώνεται η εικόνα του πολυετούς µόχθου του Pierre Moreau. Ο σχολιασµός του, εν µέρει ελληνικής προέλευσης και εν µέρει καθαρά δική του δηµιουργία, αποτελεί αναπόσπαστο «έτερον ήµισυ» της πολυποίκιλης παρουσίασης του Τρωικού Πολέµου από τον Γάλλο ουµανιστή. Με την παρούσα editio princeps δεν νοµίζουµε ότι «κλείνει» η έρευνα του De bello Troiano. Μένουν ακόµα πολλά επιµέρους ζητήµατα και πτυχές που πρέπει και αξίζει να µελετηθούν ad hoc. Θα λέγαµε ότι µόλις τώρα µπορεί να αρχίσει από µια ολοκληρωµένη βάση η ουσιαστική προσέγγιση του – ουσιαστικά παραµεληµένου και αδικηµένου – ποιήµατος του Γάλλου ουµανιστή.
181 Βλ. σχ. 20.
lviii
P. MORELLI SCHOLIA
1
Conspectus siglorum et abbreviaturarum
A1 : codex Londinensis Old Royal 16. C. IV, vol. 1 A2 : codex Londinensis Old Royal 16. C. IV, vol. 2 B : codex Londinensis Old Royal 16. D. III
AH : Antehomerica AG : Anthologia Graeca comm. : commentarium scholiorum f.r : folium rectum f.v : folium versum fin. : ad finem scholii H : Homerica inv. ord. : inverso ordine mg. dex. : in margine dextra mg. im. : in margine imma mg. sin. : in margine sinistra mg. sum. : in margine summa om. : omisit p. : pagina PH : Posthomerica sch. : scholium Tz. AH, H, PH: versus graecus Antehomericorum, Homericorum et Posthomericorum Tzetzae, secundum editionem a P. Leone factam anno 1995 Tz. sch. : scholium graecum Tzetzae secundum editionem a P. Leone factam anno 1995 v. : versus a : incerta littera | incipit folium ] explicit lemma [(unum verbum)] : unum verbum quod legi non potest [.] : una littera quae legi non potest. < > : textus additus < *** > lacunae propter textus corruptionem
2
ad titulum 1
______2 homericorum etc.] imo H 148 – 173; PH 335 – 340; 787; cf. PH 693; 848 || 8 Egna.
1 Tzetzae addidi || 2 –u addidi | –ibus addidi || 7 [(unum verbum)]: an desperauit? vide textum Egnatii || 8 reg[..]: an regno? vide textum Egnatii | ab d[.....]: an abdicat? vide textum Egnatii | –tius addidi || 9 –bro addidi | –ina addidi || 10 interprete addidi || 16 IΟΑΝΝΙS GRAMMATICI addidi | –a/nnou addidi || 22 TZETZAE addidi || 23 –u addidi | –um addidi | –ina addidi || 27 TZETZAE addidi | –uintum addidi || 29 – fin.] EIVSDEM IOANIS (sic) TZETZAE SCHOLIA IN SVA IPSIVS ANTEHOMERICA* B || 31 CVM A1 B | in primis] imprimis A1, quod scriptum est post sit || 32 in votis om. A1 || 33 certe, quasique quadam συνόψει] quidem et velut in quadam synopsi A1 || 34 opusculo] libro A1
3
Homerum animaduerteret, (vir, Homeri, si quis alius, amans) a nonnullis eo nomine suggillari, quod nescio quae Daemonia Deorum nomine celebret, nec itidem animi facultates, stellas, elementa, virosque sapientes, nonnunquam etiam Reges ipsos Deorum appellatione dignetur: Idcirco peraccommodis demonstrationibus 5 illorum nugas inuertit. atque Christiani nominis interim studiosus, vel hoc nostro tempore Calliopem caeterosque Deos commemorat. quemlibet illorum eodem quo Homerus olim sensu interpretatus. ad sch.8 9 *Vel praestationis loco haec a quodam innominato addita sunt, vel f.2v = p.4 modestiae gratia de se in tertia persona loquitur Tzetzes, quem vt 10 versuum ita et Scholiorum huius opusculi autorem esse constat, cum ex inscriptione, quae sic se habet: )Iwa/nnou Grammatikou= tou= Tze/tzou, ta\ pro\ ¸Omh/rou, kaiì ta\ ¸Omh/rou, kaiì ta\ meq' àOmhron, e)n sunto/m% kalw½j e)kdoqe/nta: meta\ Sxoli/wn tou= au)tou= Tze/tzou ei¹j ta\ au)ta\ pa/nu w©feli/mwn: tum maxime plerisque Scholiorum ipsorum ex 15 locis, in primis autem in Homerica, seu librum secundum, vbi vide Scholia in versus. 27. 223. 226. 241. 254. 285.* ad sch.8 10 Nec ipsum nec homerum nec scripta alius sacrilega (si f.2v = p.4 allegoriarum [(unum verbum)]a n tur [(unum verbum)] communi ho[(unum verbum)] maxime autem religioni addictorum vsu et 20 approbatione confirmat heraclides in prim/
4
Kallio/ph, Kallio/peia. Leuki/pph, Leuki/ppeia. *Ionismum hunc Latini quoque imitantur, vnde Virg.
______2 Virg.
1 Leuki/ppeia
5
summaria iam dictorum enumeratio, quae et e)pana/lhyij, hoc est superiorum repetitio dicitur. ad v.AH20 20 Iam fuerat bellis) Initium est Narrationis, vel maxima e rhetoricae r f.4 = p.7 cum longa prodihgh/sei, seu praenarratione. siquidem initium, quod ab ipsa narratione ducitur, rhetoricae prorsus et artis expers est. 5 quod vero altius repetitur, nec paucis se ad hypothesin seu argumentum rei accingit, vitium est narrationis. cum praesertim obscuritatem pariat. Caeterum narrationis virtutes quatuor sunt: Diluciditas, breuitas, credibilitas, et sermonis elegantia. Est et hic proswpopoii¿+a, seu personae fictio. Suam enim ipsius cognitionem, 10 seu genium, vt Musam quandam introducit, quae rem ipsam narratione explicet. ad v.AH22 21 Scythomatribus) Graeci ea pugna, quae ad Thermodontem gesta f.4r = p.7 est, Amazonas deuictas, cum mox captiuas tribus impositas nauibus abducerent, illae oppressis in mari iis, a quibus abducebantur, 15 fluctibus se committentes, ad Maeotidos angustias deuenerunt, vbi mox conscensis equis Scythiam depraedatae sunt. Faeminas porro esse a nonnullis earum deuictis, captisque Scythae certiores facti, tot ad illas iuuenes viros miserunt, qui singulas obiter compressas in vxores duxerunt, vnaque cum illis trium dierum iter extra natale 20 solum permensi, Tanai traiecto, versus Orientem solem, totidem postea dierum iter a Maeotide palude ad Aquilonem perrexerunt. ibique habitantes, Sauromatis Scytharum nomen commune fecerunt. vt autor est Herodotus, cuius historiae mentionem quoque facit Dionysius De situ orbis, his versibus. His ab Amazonidum sunt 25 nomina ducta Hymenaeis, Queis sibi Sauromatas iuuenes iunxere puellae. De his Philostratus plura in fi.
historicorum ea de re sententiae lubens subscripserim. Ex historiographis igitur Hellanicus ita scribit. Cum Cimmericus congelasset Bosporus, Traiecit exercitus illum Amazonum Innumerus peltatus, atque hastatus, et 40 ______24 Herodotus etc.] Hdt. 4.110 –117 || 25 Dionysius etc.] Vide A1, f.4v. Cf. D.P. 655 – 656 || 27 Philostratus etc.] Philostr. Her. 749 – 752 || 30 Qui etc.] sc. fortasse Str. 12.8: Il. 2.814; 3.189 sqq. Vide comm. ad l. || 37 Hellanicus etc.] Hellanic. frg. 1a, 4, F.167 a; b; c; 3b, 323a, F.17 a; b; c ______
1 summaria iam dictorum enumeratio om. A1 | quae et e)pana/lhyij] seu Epanalepsis. A1 | hoc est om. A1 || 2 superiorum repetitio dicitur. om. A1 || 3 bellis) om. A1 | est om. A1 | narrationis A1 || 4 prodihgh/sei, seu om. A1 || 5 rhetorices A1 || 9 elegantia] Hellenismus A1 || 10 prosopopeia A1 | seu personae fictio. om. A1 || 13 Scythomatribus. A1 || 14 Amaζonas (sic) A1 | tribus ante mox scriptum est in A1 | impositas om. A1 || 15 oppressis] deuictis A1 || 21 orientem A1 || 25 de A1 | Amaζonidum (sic) A1 || 27 –ne addidi || 30 Amaζonidum. (sic) A1 || 31 illi, seu ventriloqui, om. A1 6
Virilis, et muliebris, caesor denique Prolis virilis, hinc varias di sparsus est In orbis oras, bella Martius crepans. Vt Hellanicus attestatur Lesbius. Ast Herodotus rite scrutans singula, 5 Causasque proelii speculatus vndique, Raptum Hippolytes astruit Tirynthius Quam pontica rapuit olim e Themiscyra. Eurystheos dum vota complet filiae. At Pontici secutus est sententiam 10 Apollodorus, es t secutus Lycophron, Est et Apollonius, heroa dictitans Innumeris cum caeteris scriptoribus, Inter greges quondam vixisse Amazonum. Suauis Herodotus autem Xylius, 15 Et Lysias, orator ore fulminans, Causam adferunt huiusce belli variam. Nanque ille faeminas ait connubii Amore tum legem tulisse, vt scilicet Quem vincerent, eo fruerentur singulae. 20 Hic corporeis viribus fretas ait Mox peruagatas instar ignis, armaque | f.5r = p.9 Cunctas per oras miscuisse Martia. Armisque tandem subiugatas Atticis. ad sch.22 23
officeret. quod falsum est. hoc enim pacto mortem sibi accersissent.
Hellanicus autem et Diodorus autores sunt, illas antequam mammae ______5 Herodotus etc.] Hdt. 4.9 – 10 || 11 Apollodorus etc.] Apollod. 2.98 – 102 | Lycophron etc.] Lyc. 1322 – 40 || 12 Apollonius etc.] A.R. 2.777 – 9; 2.966 – 9 || 13 scriptoribus etc.] sc. D.S. 4.16: Plu. Thes. 26 || 18 ille etc.] Hdt. 4.117 || 21 Hic etc.] Lys. 2.4 – 6 || 25 Plu. Thes. 26 || 28 Appolodorus etc.] imo A.R. 2.964 - 9; 2.990 || 36 quibusdam etc.] sc. Apollod. 2.98 || 39 Hellanicus etc.] Hellanic. frg. 1a, 4, F.107 | Diodorus etc.] D.S. 2.45 ______1 Virosus, A1 || 4 hellanicus A1 || 5 rite scrutans singula] perlustratis singulis A1 || 6 speculatus] rimatus A1 || 8 olim] quondam A1 || 12 dictitans] ferens A1 || 14 quondam vixisse] inv. ord. A1 || 17 huiusce belli variam] huius diversam proelii A1 || 20 Eo potiretur, quem quaeque vinceret Α1 || 21 Hic corporis testatur fretas viribus Α1 || 24 Tandemque profligatas armis Atticis Α1 || 25 Hellanicus addidi | –chus addidi | –ina addidi | –ne addidi || 27 arma. A1 || 28 autumat ante his versibus scriptum est in A1 || 29 Nam A1 || 30 Amaζonidum. (sic) A1 || 36 Amaζones (sic) A1
7
emersissent, ferro candenti locum inurere solitas, ne emergerent. Sunt etiam, qui Amazonas dictas autument, propterea quod tai=j ma/zaij, hÃgoun aÃrtoij ou) xrw=nto, hoc est, massis seu panibus non vterentur. Porro, Martias vocat, id est bellicosas, quia septem planetarum singulis sua materia tribuitur. vt Marti ferrum, a quo bella vires suas 5 accipiunt. ad v.AH29 25 Quippe parant Phrygibus Parcae) Graeci quidem Parcas Noctis f.5r = p.9 filias esse finxerunt. tres nimirum daemonas nescio quas commenti, Clotho, Lachesin, et Atropon: quaequidem fuso suo ea omnia voluunt, quae cuique euentura sunt. Quod autem sorte sua cuiquam 10 affuturum deprehendissent, id immutabile dicebatur. Atque Hesiodus quidem, et caeteri, Noctis eas esse filias dixerunt. At Epimenides his versibus Saturni esse ait. Aurea Saturno Venus est prognata parente, Et Parcae, et collo Furiae versante colubros. | 15 f.5v = p.10 Saturnus autem et Nox pro eodem capiuntur. Atque haec quidem Graecorum sententia est. Ego vero Parcas nihil aliud esse puto, quam ea quae Deus, prima rerum omnium causa, ita vult, vt omnino rata sint, nec vllo immutari pacto queant. *Quocirca xalkeomi/touj moi/raj Tzetzes vocat, hoc est, vt ipse interpretatur, 20 ahenea seu fortia fila nentes. quia nimirum mutationi obnoxia non sunt, quaecunque diuini voluntate numinis, sancita et confirmata sunt. ad v.AH31 26 Dum Paris exoritur) Paris Alexandri nomen sortitus est. vel f.5v = p.10 adiectiue, qui mortem in bello effugere poterit. vel ex cognomine, vt 25 nonnullis placet. Fertur enim Archelaus illum a Priamo acceptum feris in monte deuorandum exposuisse. quem Vrsa repertum totos quinque dies lacte suo fouerit. deinde Archelaus denuo receptum educauerit. vxore scilicet eum lactante, quia puerum suum immatura morte amisisset. 30 ad v.AH31 27 Male fausto sydere natus) Tzetzes habet u(gro\n o)/noma, id est v f.5 = p.10. , durum nomen et infaustum. xalepo\n para\ to\ li/an u(gro\n ei)=nai,
quod valde humidum sit. Quae enim ex humidis et frigidis
enascuntur, ea insuauia et ingrata, quae vero ex calidis, iucunda et
______2 qui etc.] sc. Scholia in Homeri Iliadem 3.189: Orion 611.27 sqq. || 11 Hesiodus etc.] Hes. Th. 213 – 8; cf. 901 – 904 || 12 caeteri etc.] sc. Lyr. Adesp. 100b.1 | Epimenides etc.] vide A1, f.5r. Cf. Epimenid. frg. 3b, 457, r F.7; 19 || 20 Tzetzes etc.] A1, f.5 ; cf. Tz. AH 28; sch. I.28c || 26 Fertur etc.] sc. Apollod. 3.149 – 150 et alii, de quibus vide comm. ad l. || 31 Tzetzes etc.] A1, f.5r. Cf. Tz. AH 31; Tz. sch. I.31a ______5 bella post vires suas scriptum est in A1 || 7 Parcae) om. A1 || 8 quos A1 || 9 quaequidem] quae A1 || 10 quod A1 || 11 deprehendissent